Η ψυχολογία της σωματικής υπόστασης στην φιλοσοφία των αρχαίων ελληνικών μυστηρίων



Ο Σωκράτης πιστεύει  ότι η σχέση ψυχής και σώματος είναι ουσιαστικά αφύσικη.Υφίσταται η έντονη διάσταση ανάμεσα στις σωματικές επιθυμίες για τροφή και πότό και στις επιθυμίες της ψυχής για δικαοσύνη και αγαθότητα.Οι ψυχικές επιθυμίες συνδέονται με ψυχικούς πόνους και ηδονές διάφορες από τις σωματικές.Μέσα στην ίδια την ψυχή δεν υπάρχει σύγκρουση αφού δεν είναι σύνθετη.Η εσωτερική σύγκρουση που συμβαίνει στον άνθρωπο είναι μεταξύ της ψυχής και του σώματος,κάτι που μας υποδεικνύει τον δυισμό,ο οποίος εκδηλώνεται σε όλη του την πληρότητα στον Φαίδωνα.

Στην «Πολιτεία» πολύ εντυπωσιακός είναι ο ημιαυτόνομος τρόπος με τον οποίο περιγράφονται τα τρία μέρη της ψυχής.Κάθε ένα έχει τις δικές του επιθυμίες ηδονές και πόνους που συχνά περιγράφονται με τέτοιες προσωπικές λεπτομέρειες, ώστε κανείς αισθάνεται ότι πρόκειται για θεωρία περί τριών ξεχωριστών ατόμων όχι τριών μερών μίας ουσίας.Στο ίδιο πλαίσιο περιγράφει ο Πλάτων την μετενσάρκωση βάσει της προσφιλούς θεωρίας του για την πτώση,από μία πρωταρχική κατάσταση,αν και τώρα ο εντεύθεν κόσμος είναι αυτός των Ιδεών.

Η ψυχή στην περίπτωση αυτή περιγράφεται σαν στρείδι στο κέλυφος,όπως στον «Φαίδωνα» παρουσιάζεται ως φυλακισμένη στα δεσμά του σώματος.Ηθελημένα ή αθέλητα ο φιλόσοφος φαίνεται να έχει συνδυάσει δύο φαινομενικά διαφορετικές απόψεις περί ψυχής,μία υλική και μία μη υλική,οι οποίες εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στον «Φαίδωνα».Η ψυχή κατασκευασμένη συνειδητά από τον Δημιουργό με τρόπο ώστε να κατέχει έναν ενδιάμεσο τύπο πραγματικότητας μεταξύ της απόλυτης πραγματικότητας των υπερβατικών Ιδεών και της ημι-πραγματικότητας των αντικειμένων του χωρόχρονου,καθώς επίσης και ενδιάμεσες παραλλαγές των χαρακτηριστικών της Ομοιότητας και της Διαφοράς,η λογική ψυχή φαίνεται να έχει φυσική συγγένεια και με τα δύο σύμπαντα του Πλάτωνα το υλικό και το πνευματικό,και την δυνατότητα υπό συνθήκες να επιτύχει την κατανόηση και των δύο συμπάντων.Στην περίπτωση του κόσμου των Ιδεών είναι στο επίπεδο της γνώσης.Στην περίπτωση του χωροχρονικού κόσμου στο επίπεδο της αληθινής  δόξας.

Ο U.V.Wilamovitz γράφει τα ακόλουθα για την πλατωνική ψυχή : «μία ψυχή που περιφέρεται σε αναρίθμητα ανθρώπινα σώματα δεν έχει ατομικότητα,όσο και αν την αποκτά σε κάθε μία ενσάρκωση,πρέπει να την αποβάλλει….Εντούτοις φανερώνεται στον Πλάτωνα το ισχυρό αίσθημα του ατομικού βίου γιατί ο ίδιος είχε μία ισχυρή ατομική ψυχή.Στην πραγματικότητα δεν έφερε σε πλήρη λογική ενότητα ό,τι διδάσκει και πιστεύει για την ανθρώπινη ψυχή».[1] Η οντολογία που εκδηλώνεται στους διαλόγους της μέσης πλατωνικής περιόδου,δεν διαθέτει χώρο για την «εν κινήσει» ψυχή,που συγκρατεί την  ζωή.( «Σοφιστής» 249 Α). Η κριτική του Σιμμία η οποία αναγνωρίζει την ψυχή ως αρμονία,διαθέτει όλη την ειρωνεία της πλατωνικής αυτοκριτικής.[2]

Πράγματι ο Σωκράτης εξαίρει την φιλοσοφία έναντι της φιλοδοξίας,πιστεύει ότι αφήνεται στην μοίρα,που ορίζεται από την φιλοσοφία,πέρα από προσωπικές ελπίδες και αντιρρήσεις,πράγμα το οποίο αποτελεί το πλέον συγκινητικό επιχείρημα του συνόλου των διαλόγων.( «Φαίδων» 89 d-91c). Εφόσον η ανθρώπινη ψυχή παρουσιάζεται ως καθαρή Μορφή ,η εικόνα ενός ατόμου ή ενός υποκειμένου,όπως ο Σωκράτης,δεν μπορεί να αποτελεί το κέντρο της μνήμης.Η ανάμνηση ενοποιείται έτσι με την τάξη,την σειρά η οποία κατευθύνει την ζωή του σώματος,με τέτοιο τρόπο που η τελευταία να εξαρτάται από την κρίση των θεών.(«Φαίδων» 91 a-94 b)

Το περιεχόμενο της θεωρίας των Ιδεών αποτελεί μία πρώτη προσπάθεια να κατανοηθεί η ψυχική ζωή σύμφωνα με τους εσωτερικούς καθορισμούς και την διάρθρωσή της.Οι θεολογικές διδασκαλίες ορίζουν την ατομικά προσδιορισμένη ψυχή ως έναν δαίμονα,που έχει έρθει από έναν άλλο κόσμο και έχει μπεί στο σώμα,ή έχει εξοριστεί μέσα σε αυτό και διατηρεί με την αρχική πατρίδα της σχέσεις γεμάτες μυστήριο και πάθος.Στον δυισμό της θεωρίας των Ιδεών η έννοια της ψυχής αποτελεί καθεαυτή ξεχωριστό πρόβλημα.Σύμφωνα με την λαική αντίληψη αλλά και με τον επιστημονικό εννοιολογικό ορισμό του Πλάτωνα, «ψυχή» ήταν αφενός αυτό που έχει ζωή,αυτό που κινείται μόνο του και κινεί τα άλλα,και αφετέρου αυτό που αντιλαμβάνεται γνωρίζει και θέλει.

Ως αρχή λοιπόν της ζωής και της κίνησης η ψυχή ανήκει στον κατώτερο κόσμο  της γένεσης,και παραμένει σε αυτόν όσο χρόνο αντιλαμβάνεται και έχει στραμμένες τις επιθυμίες της στα αντικείμενα των αισθήσεων.Χάρη όμως στην αντικειμενική γνώση,η ίδια αυτή ψυχή παίρνει μέρος και στις Ιδέες,στην αληθινή πραγματικότητα του σταθερού είναι.Όμως δεν διαθέτει την άχρονη και αμετάβλητη ουσία των Ιδεών,αλλά μία ζωντάνια,που ξεπερνά σε διάρκεια κάθε μεταβολή,είναι δηλαδή αθάνατη.Εδώ ο Πλάτων παρουσιάζει για πρώτη φορά την προσωπική αθανασία,που για αυτόν ήταν αντικείμενο θρησκευτικής πεποίθησης και ακόμα δόγμα των διονυσιακών μυστηρίων.[3]

Το διαλεκτικό συμπέρασμα του «Φαίδωνα» ότι η ψυχή δεν νεκρώνεται αφού το ουσιαστικό γνώρισμά της είναι η ζωή,σημαίνει πως η ψυχή εξουσιάζει το σώμα.Με τον θάνατο του σώματος επιβιώνει εκείνο το στοιχείο της ψυχής,που συγγενεύει με τον κόσμο των Ιδεών.Το στοιχείο αυτό  επισημαίνει ο Πλάτων είναι το λογιστικόν,ο νούς η έδρα της γνώσης και της αρετής που αντιστοιχεί σε αυτήν.Στο άλλο στοιχείο της ψυχής,το μη λογικό,ο φιλόσοφος διέκρινε δύο πράγματα:ένα ευγενικό που πλησιάζει προς το λογικό και ένα κατώτερο που αντιστέκεται σε αυτό.Το ευγενικό βρίσκεται στην γεμάτη πάθος δύναμη της βούλησης,που αποκαλεί θυμόν. Το κατώτερο στην απληστία των αισθήσεων,που ονομάζει επιθυμία.

Ο νούς,ο θυμός και η επιθυμία,είναι οι τρείς μορφές δράσης της ψυχής,τα είδη των καταστάσεών της. Συνέπεια και ταυτόχρονα τιμωρία για την απληστία των αισθήσεων είναι η δέσμευση της ψυχής μέσα στο σώμα.Ο Πλάτων εκτείνει την αθάνατη ύπαρξη της ψυχήςπέρα και από τα δύο όρια της γήινης ζωής.Το σφάλμα εξαιτίας του οποίου η ψυχή έχει αναμειχθεί με τον αισθητό κόσμο,πρέπει να αναζητηθεί στην προύπαρξή της.Η μετά θάνατον τύχη της θα εξαρτηθεί από το αν κατά την επίγεια ζωή της ελευθερώθηκε από τις επιθυμίες των αισθήσεων και αφοσιώθηκε στον ανώτερο προορισμό της,την γνώση των Ιδεών.Εφόσον τελικός στόχος της ψυχής είναι η έλλειψη της αισθητικότητας,οι τρείς μορφές της δραστηριότητάς της χαρακτηρίζονται ως μέρη της ψυχής.Στον «Τίμαιο» μάλιστα ο Πλάτων περιγράφει την συγκρότησή της από αυτά τα μέρη,και αποδίδει την αθανασία μόνο στο λογικό μέρος.

Για τον κόσμο των υλικών σωμάτων και τις μεταβαλλόμενες καταστάσεις του,δεν υπάρχει καμμία επιστήμη,παρά μονάχα αντιλήψεις και γνώμες.Επομένως το αντικείμενο της επιστήμης το αποτελεί ένας κόσμος ασώματος,που αναγκαστικά πρέπει να έχει αυτόνομη υπόσταση,παράλληλα προς τον κόσμο των υλικών σωμάτων,όπως ακριβώς η γνώση δίπλα στην απλή γνώμη.Έτσι υποστηρίζεται για πρώτη φορά απερίφραστακαι απόλυτα συνειδητά η ύπαρξη μίας άυλης πραγματικότητας[4]

Συνεπώς εφόσον οι Ιδέες είναι κάτι διαφορετικό από τον αισθητό κόσμο,η δια μέσου των εννοιών γνώση τους δεν μπορεί να βρεθεί από το περιεχόμενο της αισθητηριακής αντίληψης.Ο Πλάτων στις αισθητηριακές αντιλήψεις βλέπει μόνο τις αφορμές οι οποίες οδηγούν την ψυχή στις έννοιες και την γνώση των Ιδεών.Εκφράζει μάλιστα την παραπάνω λογοκρατική αρχή λέγοντας ότι η φιλοσοφική γνώση είναι ανάμνηση.Η ψυχή είναι βασικός συντελεστής στην δόμηση του εαυτού.Ωστόσο είναι ταυτόχρονα και μία κοσμολογική αρχή,ένα βασικό συστατικό της δημιουργίας.Οι οντολογικές αρχές που σχετίζονται με την Αρετή και το Αγαθό παράγονται από αυτήν.Το μέσο για να πραγματωθούν είναι αποκλειστικά η ψυχή.

Με βάση το παράδειγμα του Πυθαγορείου θεωρήματος,αποδεικνύει,ότι η μαθηματική γνώση δεν προκύπτει από τα δεδομένα των αισθήσεων,αλλά η επίδρασή τους στην ανθρώπινη διάνοια είναι τέτοια ώστε η ψυχή να μπορεί να ξαναθυμηθεί την γνώση που ήδη υπάρχει μέσα της,διαθέτωντας λογική εγκυρότητα. Οι καθαρά μαθηματικές σχέσεις,δεν υπάρχουν καν στην πραγματικότητα των αντικειμενικών σωμάτων,αλλά η παράσταση που έχουμε μέσα μας γι’αυτές προκύπτει με αφορμή κάποια παρόμοια πλάσματα της αντίληψης.[5]

Ο Πλάτων θεωρεί ανώτερη την νόηση έναντι της αντίληψης με τις αισθήσεις,την διάνοια έναντι της ύλης,αλλά στην προσπάθεια να δώσει μία περιγραφή της a priori γνώσης,αμέσως την ερμηνεύει ως μία διανοητική εκδοχή της αντίληψης με τις αισθήσεις.Ο Σωκράτης στον «Μένωνα» ισχυρίζεται ότι το αγόρι δεν γνωρίζει στον παρόντα βίο την συγκεκριμένη μαθηματική αλήθεια ,αναμφίβολα την έχει ξεχάσει,είναι απλώς μία άποψη η οποία γίνεται γνώση μέσα από μία αλληλουχία συλλογισμών.Ωστόσο ακόμα και εάν αποδείχτηκε από αυτό το επεισόδιο ότι η ψυχή του αγοριού υπήρχε και παλαιότερα,δεν υπάρχει τίποτε που να αποδεικνύει ότι θα υπάρξει και αργότερα-η προύπαρξη είναι κάτι λιγότερο από την αθανασία-.[6]

Ο Πλάτων πιστεύει ή θα καταλήξει να πιστεύει πως  η ψυχή στην καθαυτότητά της είδε κάποτε τα μαθηματικά αντικείμενα με τα μάτια της διάνοιας: «επειδή λοιπόν η ψυχή είναι αθάνατη και έχει γεννηθεί πολλές φορές και έχει δεί τα πάντα στον πάνω  κόσμο και στον κάτω,δεν υπάρχει κάτι που να μην έχει γνωρίσει.Επομένως δεν είναι καθόλου παράξενο που μπορεί να θυμάται και την αρετή και άλλα πράγματα,που γνώριζε βέβαια από πριν.Επειδή λοιπόν τα πάντα μέσα στην φύση είναι συγγενικά και η ψυχή έχει μάθει τα πάντα,τίποτα δεν εμποδίζει κάποιον αφού έχει μάθει ένα πράγμα,να ανακαλύψει με τον ίδιο τρόπο όλα τα υπόλοιπα για τον εαυτό του,με την προυπόθεση ότι είναι γενναίος και δεν τον κουράζει η αναζήτηση.Διότι το να αναζητά και να μαθαίνει κανείς δεν είναι τίποτε άλλο παρά ανάμνηση…»( «Μένων» 80d-81d).Κάθε ψυχή είναι φορέας της ζωής,αλλά η πορεία της καθορίζει την αξιολόγηση της.Η αγαθή ψυχή ορίζεται ως τέτοια εφόσον επιλέγει να ζεί και να πράττει κατά έναν ορισμένο τρόπο.

Το πράττειν είναι κατ’ουσία η επιδίωξη  ενός σκοπού.Το να είναι κανείς καλός σημαίνει να είναι ενάρετος,η δε αρετή είναι όρος της ευτυχίας.Συνθήκη της ευτυχίας είναι η δικαιοσύνη.Η αρετή είναι ένας όρος του οποίου η έννοια δεν είναι απολειστικά ηθική.Σκιαγραφεί την ιδιαιτερότητα  ενός όντος ,την ικανότητα να εκτελεί μία λειτουργία .( «Πολιτεία» Β΄353 a-e)
Η ψυχή έχει πνευματική υπόσταση για να μπορεί να αντικρύσει την αλήθεια.Ο Πλάτων κάνει σαφή λόγο για την  «αχρώματον» και «ασχημάτιστον» ουσία της ψυχής.Ο Νούς,το ηγεμονικό στοιχείο της ψυχής,κοινωνεί με το Αγαθό και τις Ιδέες,οι οποίες αποτελούν την γνώση του αληθινού,του ωραίου,και του ηθικού. Ο Νους είναι ο τόπος του γένους της αληθινής επιστήμης.Η ψυχή δέχεται το φώς  της  δικαιοσύνης,της σωφροσύνης,και της ανδρείας,ώστε να γνωρίσει την έσχατη αλήθεια.Στο σημείο αυτό έγκειται η βάση της πλατωνικής οντολογίας και γνωσιοθεωρίας[7].

Ο άνθρωπος έχοντας επίγνωση της ατέλειάς του γεύεται αποσπασματικά τον κόσμο του Απόλυτου μέσω της αναμνήσεως.Το «όντως όν» γίνεται κατανοητό άμεσα από τον Νού ο οποίος είναι φορέας της αληθινής γνώσης και επιστήμης ακριβώς γιατί συνδέεται με το Αγαθό.Η πλήρης επιθυμία του ατόμου να προσεγγίσει το Αγαθό,εκφράζεται στους πλατωνικούς διαλόγους αρκετά συχνά μυθολογικά,ώστε να διαγνωσθεί η εσώτατη φύση της ψυχής,η οποία στοχεύει στο μέτρο του δυνατού,στην τέλεια γνώση.Ο Πλάτων χαρακτηρίζει «έρωτα» την εμμενή εκστατική πορεία της ψυχής προς το καλό.[8]Αυτή η προσπάθεια είναι διαρκής στον κυκλικό πλατωνικό χρόνο,η δε έκφραση από τον μύθο του ηνιόχου,δηλώνει την αέναη πάλη της ψυχής με τον κακό εαυτό της: «πολύν έχουσαι πόνον» οι ψυχές «απέρχονται ατελείς της του Όντος θέας». ( «Φαίδρος 248 b) Τρέφονται δε με την δόξα,τις προσωπικές τους απόψεις,οι οποίες δεν προσεγγίζουν το σύμπαν της Αλήθειας.

Όταν  ωστόσο η ψυχή βρίσκεται σε κατάσταση αμιγούς κινήσεως,μετέχει του κόσμου των Ιδεών.Η ψυχή έχει πρωτότυπη ζωή,η κίνησή της είναι αυτενεργή και φανερώνεται από μόνη της.Η κίνησή αυτή είναι η κίνηση του πνεύματος,που νοεί και γνωρίζει από την αρχή της ζωής του τους κανόνες της διαλεκτικής του πορείας.Όταν ο Πλάτων ύστερα από τον « Φαίδρο» θα γράψει τον « Σοφιστή», θα ορίσει εκεί την νόηση ως « ψυχής προς εαυτήν διάλογον» (246 a ). Eπίσης η μάθηση είναι η σωτήρια κίνηση της ψυχής  ( « Θεαίτητος» 264 a) ,η οποία παρακολουθεί εσωτερικά τον εαυτό της. Μέσα σε αυτή την κίνηση της ψυχής εκτός από την πλαστική και ζωοποιό δύναμη,η οποία σχηματίζει το σύμπαν ,πρέπει να βρούμε και την αυτονομία του πνεύματος.Το ουσιαστικό γνώρισμα της ψυχλης είναι η αυτόνομη ενέργειά της είτε ως κίνηση ζωής είτε ως κίνηση πνεύματος.[9]

 Το γεγονός ότι η νοητική σύλληψη του λογικά αναγκαίου εκλαμβάνεται ως ανάμνηση σημαίνει πως οι Ιδέες δεν προσφέρονται στην αντίληψη,αλλά η συνείδηση τις ανακαλύπτει μέσα της κατά την αντίληψη.Αναφορικά με την πρόσληψη των Ιδεών ο Πλάτων αρκείται σε μία μυθική έκθεση ότι οι ψυχές πριν την γήινη ζωή τους έχουν δεί τις καθαρές Μορφές της πραγματικότητας μέσα στον ασώματο κόσμο.Η αντίληψη παρόμοιων σωματικών αντικειμένων του αισθητού κόσμου,ανακαλει σύμφωνα με τον καθολικό νόμο του συνειρμού και της ανάπλασης,την ανάμνηση των εικόνων που ξεχάστηκαν μέσα στην γήινη ζωή του σώματος.

Με τον τρόπο αυτόν ξυπνά η τάση προς την φιλοσοφία,ο έρως για τις Ιδέες,με τον οποίο η ψυχή υψώνεται και πάλι ως την γνώση της αληθινής πραγματικότητας.Στο σημείο αυτό αποδεικνύεται ότι ο αρχαίος ορθολογισμός δεν μπορεί στο σύνολό του να φανταστεί λειτουργία της νόησης που να μην συνεργάζεται με την αισθητηριακή αντίληψη,και ιδιαίτερα με την οπτική αντίληψη.Αυτό που έχει χαρακτηρήσει ο Σωκράτης επαγωγή,στην θεωρία του για τον σχηματισμό των έννοιών,για τον Πλάτωνα μετουσιώνεται σε στοχαστική πρόσβαση σε μία ανώτερη και καθαρότερη εποπτεία (συναγωγή και σύνοψις).[10]
Συνέπεια και συνάμα τιμωρία για την απληστία των αισθήσεων είναι η δέσμευση της ψυχής μέσα στο σώμα.Ο Πλάτων εκτείνει την αθάνατη ύπαρξη της ψυχής εξίσου στην γέννηση και τον θάνατο.Το σφάλμα εξαιτίας του οποίου η ψυχή έχει μπλεχτεί μέσα στον αισθητό κόσμο,πρέπει να αναζητηθεί στην προύπαρξή της.Η μετά θάνατον τύχη της θα εξαρτηθεί από το αν κατά την επίγεια ζωή της ελευθερώθηκε από τις επιθυμίες των αισθήσεων και  αφοσιώθηκε στον ανώτερο προορισμό της την γνώση των Ιδεών.Εφόσον όμως ως τελικός στόχος της ψυχής παρουσιάζεται σύμφωνα με τα παραπάνω η εξάλειψη της αισθητικότητας,οι τρείς μορφές της δραστηριότητάς της χαρακτηρίζονται «μέρη της ψυχής».Στον «Τίμαιο» μάλιστα ο Πλάτων αποδίδει την αθανασία της ψυχής στο λογικό μέρος της.Η απομάκρυνση από τον κόσμο των αισθήσεων και η εκπνευμάτωση της ζωής εγκωμιάζεται ιδιαίτερα στον «Φαίδωνα»,ως το απόλυτο ιδεώδες της φιλοσοφίας.

Ωστόσο ο φιλόσοφος δεν παραμένει στον αρχικό αυστηρό διαχωρισμό της ουσίας και της γένεσης,αλλά προχωρεί αναγκαστικά στην σύλληψη μίας θετικής σχέσης ανάμεσα στα φαινόμενα και στις Ιδέες,όπου τα πρώτα υποτάσσονται στα δεύτερα.[11]
Ο Πλάτων πίστευε πως η Ιδέα του Αγαθού μπορεί να πραγματωθεί και στον αισθητό κόσμο.Η χαρά για το ωραίο,η ευχαρίστηση που προσφέρει η προσιτή στις αισθήσεις απομίμηση της Ιδέας,η ανάπτυξη των γνώσεων και της πρακτικής ικανότητας,οι ιδιότητες της εμπειρικής πραγματικότητας,η διαμόρφωση της ατομικής ζωής,αποτελούν προβαθμίδες και συμμετοχή στο υπέρτατο Αγαθό.Αυτή η αξιολογική εκτίμηση των αγαθών της ζωής έχει εκφραστεί στο «Συμπόσιο» και στον «Φίληβο».Την ίδια σκέψη ότι δηλαδή ο ηθικός αξιολογικός καθορισμός θα διαφωτίσει ολόκληρη την περιοχή της ανθρώπινης ζωής,ο Πλάτων την προβάλλει με διαφορετικό τρόπο στην «Πολιτεία»,όπου εκθέτει ένα σύστημα αρετών.

Κάθε μέρος της ψυχής έχει να εκπληρώσει ένα ορισμένο έργο και με αυτό να φτάσει στην τελειότητα:το νοητικό μέρος στην σοφία,το θυμοειδές στην ανδρεία,το επιθυμητικόν στην αυτοκυριαρχία (σωφροσύνη).Ακόμη ως συνολική αρετή της ψυχής πρέπει να προστεθεί η σωστή σχέση ανάμεσα σε αυτά τα μέρη,η τέλεια δικαιοσύνη.Ο κόσμος των επιθυμιών,της πολιτικής και των υλικών σωμάτων,θεωρείται ουσιαστικά η αντανάκλαση των ειδώλων του σπηλαίου,αφήνοντας μία αίσθηση μη πραγματικού ή φθοροποιού.[12]

Το ηθικό ιδεώδες της πλατωνικής φιλοσοφίας δεν έγκειται στην αρετή και στην ευτυχία του ατόμου,αλλά στην ηθική τελειότητα του γένους.Σύμφωνα με την λογική αρχή της θεωρίας των Ιδεών αληθινό όν με την ηθική έννοια δεν είναι το άτομο αλλά η ανθρωπότητα.Η θεωρία των ιδεών στο πρώτο της σχεδίασμα δεν ήταν ικανή να  εξηγήσει την εμπειρική πραγματικότητα,όπως ακριβώς και η ελεατική οντολογία.Η ιδέα του Αγαθού πρέπει να αποδειχθεί ως ο σκοπός (τέλος) που οφείλει να εκπληρώσει η ανθρώπινη κοινωνία.Με την ηθική και πολιτική πλατωνική θεωρία παρουσιάζεται μία νέα σχέση μεταξύ του κόσμου των Ιδεών και του κόσμου των φαινομένων.

Η απόλυτη πραγματικότητα είναι απολύτως καθ’εαυτή,απλή και αμετάβλητη,αγέννητη και άφθαρτη,σχηματίζει έναν αυτόνομο σύμπαν,και ως ασώματη είναι εντελώς διαχωρισμένη από τον κόσμο της γέννεσης. Η γνώμη του Σωκράτη για την ανθρώπινη ψυχή είναι πως αποτελεί τον αληθινό εαυτό μας. Ο άνθρωπος «εν ζωή» είναι η ψυχή,ενώ το σώμα είναι το σύνολο των οργάνων που η ψυχή συντονίζει ώστε να λειτουργήσει η υλική πλεύρα της  ύπαρξης.[13]

Συνεπώς όπως επισημαίνεται και στον «Σοφιστή»,η απόλυτη πραγματικότητα επειδή αποκλείει από την φύση της την κίνηση και την αλλαγή,δεν αποτελεί αρχή της κίνησης και δεν δίνει  καμμία εξήγηση για τα γεγονότα.Η έννοια της Ιδέας,η έννοια του αληθινού Είναι,απαιτεί τελικά να εκλαμβάνονται τα φαινόμενα όχι μόνο σαν κάτι άλλο,διαφορετικό στην φύση και την ουσία τους από τα όντως όντα, αλλά επιπλέον σαν κάτι που απομιμείται την Ιδέα και μετέχει σε αυτήν,  σαν κάτι που εξαρτάται από αυτήν.Η δε Ιδέα θεωρείται αίτιο του γίγνεσθαι.

Ο,τι είναι απόλυτα αμετάβλητο,ακίνητο,δεν εκτελεί απολύτως καμμία λειτουργία,δεν είναι συνεπώς δυνατό να αποτελέσει αίτιο με την μηχανιστική έννοια του όρου,αλλά με την έννοια ότι αποτελεί τον σκοπό για τον οποίο συντελούνται τα συμβαίνοντα.Η σχέση ανάμεσα στους δύο κόσμους της ουσίας και της γένεσης δεν είναι αρνητική όπως στις αρχές της διατύπωσης της πλατωνικής θεωρίας.Έχει προσλάβει και ένα θετικό νόημα,καθώς κάθε γεγονός συμβαίνει για χάρη της Ιδέας,η Ιδέα είναι το τελικό αίτιο των φαινομένων.Η φιλοσοφική μύηση είναι επομένως διαδικασία  βαθμιαίας ανάμνησης,αντιστοιχεί σε αυτό που πολύ αργότερα οι φιλόσοφοι της Δύσης θα ονομάσουν a priori γνώση[14]

Την θεμελίωση της τελολογικής μεταφυσικής εκθέτει ο Πλάτων στον «Φίληβο» και στα μεσαία βιβλία της «Πολιτείας». Η κορύφωση της φιλοσοφίας του,προβάλλει ως τελικό αίτιο για οτιδήποτε συμβαίνει στο υλικό σύμπαν την Ιδέα του Αγαθού,η οποία προβάλλεται ως εγκόσμιος νούς ή θεότητα.
Παράλληλα με αυτό το αναξαγόρειο στοιχείο,στην όψιμη θεωρία των Ιδεών αποκτά συνεχώς μεγαλύτερη σπουδαιότητα και το πυθαγόρειο στοιχείο,που επισημαίνει την ατέλεια των φαινομένων σε σχέση με το αληθινό Είναι.Αυτή όμως η ανεπάρκεια δεν είναι δυνατόν να παράγεται από το Είναι.Την έλλειψη συστοιχίας ανάμεσα στο φαινόμενο και την Ιδέα επιχειρεί ο Πλάτων να ερμηνεύσει υποστηρίζοντας ότι εκτός από τον κόσμο του αιτίου των όντων,που είναι οι Ιδέες,υπάρχει και ένα δευτερεύον αίτιο (ξυναίτιον), το μη όν.Η άποψη αυτή μας θυμίζει τον Λεύκιππο, ο οποίος για να κατανοήσει την πολλαπλότητα και την κίνηση,παραδέχτηκε ως πραγματικό όχι μόνο το Είναι του Παρμενίδη,αλλά και το μη όν.

Ο Πλάτων στον «Φίληβο» δίδαξε ότι ο κόσμος της αισθητηριακής αντίληψης,είναι μία ανάμειξη του απεριορίστου και της περατότητας,δηλαδή του χώρου και των μαθηματικών τύπων,η δε αιτία που προκαλεί αυτή την ανάμειξη είναι η Ιδέα του Αγαθού, η ανώτατη θεική εγκόσμια αρχή.Aν λοιπόν θέλουμε να σχηματίσουμε μία αντίληψη για την πρωταρχή,πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία του αισθητού κόσμου στην τελεολογική σχέση του με τις Ιδέες.Αυτή την σχέση ο Πλάτων την διατύπωσε με την παράσταση ενός «Θεού που έπλασε τον κόσμο»,ο οποίος προσβλέποντας στις Ιδέες,έδωσε μορφή στο μη όν,στον χώρο.Την ενέργεια του μη όντος ως συναιτίου ο φιλόσοφος την ονομάζει κοσμική αναγκαιότητα (ανάγκη.[15]

Η σκόπιμη δραστηριότητα  του θείου και οι φυσικές αναγκαιότητες,αντιπαρατίθενται ως ερμηνευτκές αρχές,η πρώτη για να εξηγήσει την τελειότητα,οι δεύτερες για να εξηγήσουν το ατελές,τον αισθητό κόσμο.Το γεγονός ακριβώς ότι η περί ψυχής διδασκαλία του Πλάτωνα δεν συμβιβάζεται με τις βασικές γνωσιολογικές και μεταφυσικές αντιλήψεις του,αποδεικνύει ότι δεν τον οδήγησαν  σε αυτήν θεωρητικοί στοχασμοί,αλλά βιωματικοί παράγοντες.Ακριβώς στον «Φαίδωνα» που αφιερώνεται στην διεξοδική εξέταση του ζητήματος της ψυχής,η θεωρία των Ιδεών διατυπώνεται με μεγαλύτερη σαφήνεια και σταθερότητα παρά στα προγενέστερα συγγράμματα.Σ’αυτόν μάλιστα τον διάλογο,η θεωρία της ψυχής και η θεωρία των Ιδεών συνδιάζονται όταν πρόκειται να αποδειχθεί ότι η ιδέα της ψυχής αποκλείει τελείως την θνητότητα.(100 b κ.έξ.) Στην αρχή της αποδεικτικής διαδικασίας τίθεται η πρόταση ότι κάτι είναι ωραίο καθόσον μετέχει στην έννοια της ωραιότητας,στην Ιδέα της ομορφιάς.Η προσωπική ψυχή τόσο μόνο είναι ψυχή περιλαμβάνοντας όλα τα κατηγορήματα της ψυχής,άρα και την αθανασία,όσο μετέχει στην καθολική ψυχή,που κλείνει μέσα της όλες τις άλες,δηλαδή στην ψυχή του κόσμου.[16]

Ωστόσο ο Πλάτων υποστηρίζει όπως είπαμε την προσωπική αθανασία,την αιωνιότητα της ψυχής ως πνευματικού ατομικού όντος,-ολοφάνερα εναντίον των βασικών γνωσιολογικών και μεταφυσικών αρχών του.
Η ψυχή παρουσιάζεται σαν κάτι θεικό,αληθινά και αιώνια όν,αόρατη και ανεξάρτητη από το σώμα,το οποίο γίνεται αποκλειστικά από τις αισθήσεις αντιληπτό,είναι δε πηγή όλων των κακών και με τα πάθη του ενοχλεί και διαταράσσει.(«Φαίδρος» 80a-b,66d,και «Πολιτεία»,X 611 e,d.)  H πλατωνική διδασκαλία περί ψυχής δεν είναι παρά η σημασιολόγηση ενός  προσωπικού βιώματος.
Το πρόβλημα σώμα-ψυχή είχε τεθεί στον Πλάτωνα με όλο του το βάρος έπειτα από την θανατική καταδίκη του Σωκράτη.Ο ήρεμος θάνατος του αθώου δασκάλου του, τον οδήγησε σε εσωτερικό διχασμό.
Καθαρότατα εμφανίζεται στον «Φαίδρο» όπου περιγράφεται με θαυμαστές εικόνες η αγριότητα του ίππου των επιθυμιών,και ο αγώνας του ηνίοχου (του Λόγου) να τον κρατήσει στον ζυγό: «ο δε αυ σκολιός, πολύς, εική συμπεφορημένος, κρατεραύχην,βραχυτράχηλος,μελάγχρως,
γλαυκόμματος,ύφαιμος,ύβρεως και αλαζονείας εταίρος,περί ώτα λάσιος,κωφός μάστιγι μετά κέντρων μόλις υπείκων…..εγκύψας και εκτείνας τον κέρκον,ενδρακών τον χαλινόν,μετά αναιδείας έλκει. …ο δε ηνίοχος …έτι μάλλον του υβριστού ίππου εκ των οδόντων βία οπίσω σπάσας τον χαλινόν,την τε κακηγορών γλώτταν και τας γνάθους καθήμαξε και τα σκέλη τε και τα ισχία προς την γήν ερείσας οδύναις έδωκεν..» (253 e-254e) Ότι μέσα στον άνθρωπο υπάρχει ένα ανώτερο όν,φαινόταν στον Πλάτωνα αναμφισβήτητο.Ήδη η σαφήνεια,η εισδυτικότητα,η σταθερότητα της σκέψης,απέναντι στην ροή των αισθητηριακών αντιλήψεων,το μαρτυρούν ευκρινέστατα. «Φαίδρος»,79 c-d)[17]
Η ψυχή αυτή,που μπορεί να ακολουθήσει χωρίς δυσκολία τους θεούς, υψώνει τον ηνίοχό της στις παρυφές των ουράνιων τόπων,περιφέρει ωστόσο με κόπο τα άλογά της γύρω από τα όντα.Όταν δεν ακολουθεί σωστά τους θεούς άλλοτε σηκώνει ψηλά το κεφάλι,άλλοτε το κατεβάζει χαμηλά,και επειδή πιέζεται από τα άλογα κάποτε αντικρύζει τα όντα,και κάποτε όχι.Οι υπόλοιπες ψυχές όλες επιθυμούν την άνοδο,ωστόσο επειδή οι δυνάμεις τους δεν επαρκούν,καταποντίζονται κρατώντας η μία την άλλη και συνωθούνται με θόρυβο.Πολλές χάνουν έτσι το μεγαλύτερο μέρος του πτερώματος,ακρωτηριάζονται και φεύγουν χωρις να δούν την ουσία του όντος.Αφού απομακρυνθούν από αυτό τρέφονται με δοξασίες.Για να μπορέσει η πεσμένη στην γή ψυχή,η οποία εγκλωβίζεται σε υλικά σώματα να ξαναπετάξει πρέπει να δεχτεί την εμπειρία της ομορφιάς,και του έρωτα στο πνευματικό επίπεδο.Η περίπλοκη εικόνα της μετοίκησης της ψυχής με τα δύο άλογα,επινοήθηκε για να δείξει την συμπεριφορά της ψυχής,όταν βρίσκεται δέσμια του υλικού πεδίου.[18]
Στην «Πολιτεία» ο Πλάτων θα προχωρήσει σε μία διάκριση πιο σημαντική από την αντίθεση σώματος και ψυχής,θέτοντας την αντίθεση ανάμεσα στα μέρη της ψυχής.Η ψυχή είναι μία πολύπλοκη ενότητα,που διαθέτει διαφορετικά μέρη και διαφορετικές παρορμήσεις.Ο φιλόσοφος συνειδητοποιεί ότι ενώ όλοι οι άνθρωποι διαθέτουν ψυχή,έχουν δηλαδή αισθήματα,αισθητηριακές παραστάσεις και στοιχειώδη τουλάχιστον δυνατότητα κρίσης,ελάχιστοι είναι αυτοί που θα μπορέσουν να αφιερωθούν στον κόσμο της νόησης.Ο Νούς όπως υποστηρίζει και  ο Αναξαγόρας είναι η διατακτική δύναμη,η οποία κρατά σε ισορροπία τα όντα.Ο κόσμος είναι όλος έμψυχος,η ψυχή του σύμπαντος είναι απαραίτητη για την κινητοποίησή του,ωστόσο αν και ομοιάζει προς τα όντα του σύμπαντος,διαφέρει κιόλας από αυτά στο σημείο που συγγενεύει με την ουσία των όντωνΗ φιλοσοφική γνώση και η ευδαιμονά που την συνοδεύει,γίνεται προσιτή σε όλους τους ανθρώπους στον Τίμαιο. Συντελείται μέσα στο αισθητό σύμπαν και όχι σε έναν υπερουράνιο τόπο.Δεν επιζητεί τον εκμηδενισμό του σώματος αλλά μόνο την άσκηση του νου,συνδυάζεται μάλιστα και με την ηδονή όπως αναφέρεται στον Φίληβο. Ο Σωκράτης πίστευε σ’έναν Θεό που ήταν ο υπέρτατος Νούς,υπεύθυνος για την τάξη του σύμπαντος και συγχρόνως πλάστης των ανθρώπων.Οι άνθρωποι επιπλέον είχαν μία ειδική σχέση μαζί του,στον βαθμό που ο δικός τους Νούς ελέγχει τα σώματά τους,όπως ο Θεός ελέγχει τις κινήσεις του σύμπαντος.Ο ανθρώπινος νούς είναι σαφώς ατελής σε σχέση με τον θεικό,λειτουργεί ωστόσο με τις ίδιες αρχές.Στην πραγματικότητα αν επικεντρωθεί κάποιος στις αρετές της ανθρώπινης ψυχής και αγνοήσει τα ελαττώματά της η θεική και η ανθρώπινη ψυχή ταυτίζονται.Ίσως εξαιτίας αυτής της σχέσης,ο Θεός ενδιαφέρεται ιδιαιτέρως για τον άνθρωπο,και έχει δομήσει το ίδιο το σώμα του,καθώς και την υπόλοιπη φύση,ώστε να τον εξυπηρετούν.[19]Ο Πλάτων υποστηρίζει ότι είναι παράλογο η σοφία να βρίσκεται από κάποια ευνοική σύμπτωση και στα πιο μικρά τμήματα της ύλης που αποτελούν τα σώματά μας και από την άλλη μεριά όλα τα τεράστια και απειράριθμα σώματα του σύμπαντος να δείχνουν τέτοια κανονικότητα και τάξη χωρίς καμμία απολύτως πρόνοια.
Ο Ηράκλειτος δεν αμφέβαλλε για την πραγματικότητα του κόσμου των φαινομένων,με όλο που η πραγματικότητα αυτή ήταν υποταγμένη στον κόσμο της γένεσης και της φθοράς.Απο την άλλη μεριά οι Ελεάτες  δεν παραδέχονται το πλήθος των «ειδών» και την κοινωνία τους –κατά τον Σοφιστή-,όπως επίσης και την τελολογική στάση ζωής,την οποία προτείνουν.Στον Πλάτωνα η ψυχή δεν είναι απλώς ζωή,αλλά είναι ο βασικός της προορισμός.Διαθέτει την δική της ενέργεια στα πλαίσια της κινήσεώς της.Όπως ακριβώς τα σώματα των θεών, τα άστρα βρίσκονται σε αιώνια αρμονία με την ψυχή των πάντων,η οποία κινείται στο επίπεδο του σύμπαντο.Το ίδιο  θα έπρεπε να συμβαίνει και με τις αμέτρητες ανθρώπινες ψυχές.Έχοντας αυτές ελευθερία βούλησης μέσα από την αυτοδιάθεση και την κίνηση,  οφείλουν να προσπαθούν να αγγίξουν την αρμονία,διαφορετικά βλάπτονται και αποξενώνονται από την ίδια τους την ύπαρξη.Ο «Φαίδρος»  κάνει το αποφασιστικό βήμα να αναζητήσει την ψυχή με βάση τις φυσικές επιστήμες,όχι μονάχα ανάμεσά στους ανθρώπους, αφού η ψυχή κερδίζει την αιώνια ευδαιμονία όταν πάρει την μόνιμη θέση της στον ουρανό, ανάμεσα στους αστέρες συμμετέχοντας πλέον στην αρμονική κίνηση του παντός.Η θεωρία αυτή βρίσκεται πολύ κοντά στην θεωρία του Leibniz για τις αυτοκινούμενες μονάδες,η οποία έχει εμφανείς επιρροές από τον Πλάτωνα.[20]
Στον «Φαίδωνα» ο Σωκράτης έρχεται κοντά στον θάνατο και τον γνωρίζει.Ο Θάνατος είναι και αυτός όπως και ο Έρως σύντροφος της ζωής.Αλλά ούτε με τον Έρωτα,ούτε με τον θάνατο βλέπουμε το πραγματικό πρόσωπο της ζωής.Για να γνωρίσουμε την αλήθεια και να ζήσουμε όπως ορίζει η φιλοσοφία πρέπει να είμαστε όσο πιο κοντά μπορούμε στον θάνατο και να εξοικειωθούμε μαζί του.Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να ποθήσουμε ή να προετοιμάσουμε τον φυσικό μας θάνατο,αλλά να θανατώσουμε ότι μας κρατάει μακριά από την Ιδέα και την  γνώση της.Η παιδεία στον «Φαίδωνα» έχει τόση σημασία,που η ψυχή καθώς φεύγει από τον γήινο κόσμο την παίρνει μαζί της.Ο θάνατος του Σωκράτη διαφέρει από αυτόν ενός ασκητή: o φιλόσοφος πασχίζει να κατακτήσει την παιδεία,την σωστή πολιτεία,να αγγίξει την Ιδέα.Ο ασκητής απλά αρνείται την ζωή.Η πλατωνική θεωρία για την ζωή και την αξία της ευρύνεται με την προοπτική του θανάτου.Εκείνο όμως που φέρνει την ζωή στην Ιδέα και την εσωτερική της αρχή ,είναι κάτι που βιώνεται με την παρουσία του θανάτου,ο πόνος.Ο πόνος είναι η πηγή για τον στοχασμό και την ανάμνηση,ενώ παράλληλα είναι η πρώτη αρχή του έρωτα.Η φιλοσοφία που είναι πραγμάτωση αυτού του στοχασμού μπορεί να ονομαστεί μελέτη θανάτου,κίνηση της ψυχής από την ζωή προς τον θάνατο.Ο θάνατος όμως είναι δημιουργικός γιατί θέτει τα θεμέλια της αληθινής γνώσης,έξω από την θνητή πολυπραγμοσύνη,τις αισθήσεις και τα φαινόμενα.Ο θάνατος της κοινής ζωής είναι η προυπόθεση για την αληθινή ζωή.Η ηθική και η γνωστική περισυλλογή, όταν η ψυχή συγκλίνει στον εαυτό της,ονομάζεται θάνατος στον «Φαίδωνα» και την «Πολιτεία».Στο σημείο αυτό ο θάνατος είναι ταυτόσημος με την αλήθεια,η οποία για να έλθει στο φώς απαιτεί να αποτραβηχτεί η ψυχή από την χρονικότητα και τον μερισμό τον οποίο προκαλεί.Για τον ασκητή ο κόσμος είναι κακός ,για τον φιλόσοφο είναι ένα ομοίωμα της πραγματικότητας,η απαρχή για την ζωή του πνεύματος.Ο φιλόσοφος μεταπλάθει εσωτερικά και εξωτερικά τον κόσμο,ώστε να προσεγγίσει τον κόσμο των Ιδεών.


[1]  U.V Wilamovitz: «Πλάτων,Η ζωή και το έργο του,Κάκτος,2005 σ.σ 374.

[2] Charles .P.Bigger, “A platonic inqiary-the soul and the world”,Luisiana state University,Press Baton rouge,1968,σ.σ 158.
[3]W.Windelband-H.Heimsoeth: «Εγχειρίδιο ιστορίας της φιλοσοφίας» Α΄τόμος,μτφ.Ν.Μ.Σκουτερόπουλος,Δ΄έκδοση,Μ.Ι.Ε.Τ,Αθήνα 2001,σ.σ.143-145.

[4] Robin Leon: “La theorie platonicienne des idees et des nombres d’apres Aristote.Etude historique et ctitique,Paris, 1908,σ.σ 123.
[5] W.Wintelband-H.Heimsoeth: Εγχειρίδιο ιστορίας της φιλοσοφίας,Α΄τόμος,μτφ Ν.Μ.Σκουτερόπουλος,Δ΄’εκδοση,Μ.Ι.Ε.Τ,Αθήνα 2001,σ.σ143-145.
80 ,Bernard Williams, «Πλάτων- η επινόηση της φιλοσοφίας»,μτφ Μ.Σκαρά,
Ενάλιος ,1998 σ.σ. 38-40.

[6] Bibliotheque des philosophes: “Platon, Le desir de comprendre,par Monique Dixaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin,2003,σ.σ 118.

[7] Κων/νου Βουδούρη: «Έρωτας παιδεία και φιλοσοφία», Διεθνής Εταιρεία ελληνικής φιλοσοφίας,Αθήνα 1989,σ.σ  89.
[8] Νίκος Μακρής: «Ο έρως,η ερωτική μανία και ο μύθος της ψυχής»,Διεθνής Εταιρεία ελληνικής φιλοσοφίας,Αθήνα,1989,σ. σ87-90.
[9] Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος: Πλάτωνος «Φαίδρος»,βιβλιοπωλείο της Εστίας,εισαγωγή,αρχαίο και νέο κείμενο με σχόλια, έκτη έκδοση,Αθήνα 2005,σ.σ. 192.
[10] Collection des Universites de France: “Platon”,ouevres completes,tome IV,Ire partie,”Phedon”,texte etabli et traduit par Leon Robin,onzieme tirage,Paris,societe d’edition “Les belles lettres”,1970,notice σ.σ 12.

[11] Robinson  R.”Plato’s early dialectic,Oxford,1951,εισαγωγή,σ.σ. 11.
[12] Bernard Williams, «Πλάτων (η επινόηση της φιλοσοφίας), μτφ Μ.Σκαρά, β΄έκδοση,Ενάλιος,Ιούνιος 2001,σ.σ 78-79.

[13] W.C.K Guthrie: «Σωκράτης»,,Μ.Ι.Ε.Τ,Αθήνα 1990,σ.σ 206.
[14] Βασίλης Κάλφας,Γιώργος Ζωγραφίδης: «Αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι»,Ινστιντούτο Νεοελληνικών σπουδών,Ίδρυμα Μ.Τριανταφυλλίδη,σ.σ.124.

[15] W.Wintelband-H.Heimsoeth:  «Εγχειρίδιο ιστορίας της φιλοσοφίας» Α΄τόμος,μτφ Ν.Μ.Σκουτερόπουλος,Δ΄έκδοση,Μ.Ι.Ε.Τ,Αθήνα 2001, σ.σ.151.

[16] Ε.Π.Παπανούτσου: «Το θρησκευτικό βίωμα στον Πλάτωνα»,εκδόσεις Νόηση,Αθήνα,2002, σ.σ 78-79.

[17] Ε.Π.Παπανούτσου: «Το θρησκευτικό βίωμα στον Πλάτωνα»,εκδ.Νόηση,Αθήνα 2002,σ.σ.81.

[18] Ούλριχ φον Βιλαμόβοτς -Melentorf : «Πλάτων» ( Η ζωή και το έργο του,νεότητα,ώριμα χρόνια γήρας),Κάκτος, Αθήνα 2005,σ.σ. 520.
[19]  W.C.K Guthrie: «Σωκράτης», Μ.Ι.Ε.Τ,  Αθήνα 1990,σ.σ. 57.

[20] Ούλριχ φον Βιλαμόβιτς-Μέλεντορφ: «Πλάτων», ( η ζωή και το έργο του,νεότητα ώριμα χρόνια,γήρας) Κάκτος, Αθήνα, 2005,σ.σ 527.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ορφικά και πυθαγόρεια μυστήρια

Η πυθαγόρεια αριθμολογία