H κοσμογονία στον Πυθαγόρα και στον Τίμαιο του Πλάτωνα
Ο Πυθαγόρας ο
Σάμιος, είναι ο ηγέτης μίας μυστικής θρησκευτικής κοινότητας. Δεν εκκινά στην
φιλοσοφική του αναζήτηση από τα θεμελιώδη ερωτήματα των Ιώνων φιλοσόφων και τις
αντιλήψεις τους για την φύση, αλλά έχει στραμμένο το ενδιαφέρον του , σε άλλα
πράγματα, που συνδέονται προπάντων με την λατρεία και την διαγωγή του βίου. H απόρριψη των αισθήσεων και
η εξύψωση του πνευματικού στοιχείου έναντι του αισθητηριακού, είναι το κοινό
στοιχείο του Ηράκλειτου και του Παρμενίδη και μοιραία συνυφαίνεται με τον
ιδεαλισμό του Πλάτωνα.[1]
Στο δεύτερο
κεφάλαιο εξετάζεται η αντιμετώπιση του θανάτου στην πλατωνική θεωρία ως
απελευθέρωση από τον κόσμο των αισθητών. Ο Πλάτων με τις Ιδέες δεν θέλησε απλά
να ερμηνεύσει τις λεγόμενες ηθικές αρετές ( δικαιοσύνη, σωφροσύνη, ανδρεία )
αλλά επιπλέον προσπαθεί να κατανοήσει τις αισθητικές αξίες, τις μαθηματικές
αρχές του ενός και των πολλών, και τις έννοιες της γνώσης. Καθετί ωραίο,
δικαίο, ένα και αληθινό, είναι μέσα στο συνεχές γίγνεσθαι καθ’εαυτό γιατί
μετέχει στην αντίστοιχη Ιδέα, αλλιώς θα χανόταν μέσα στις αισθήσεις μας και την
ροή τους.
Αυτό συμβαίνει
και με τον φυσικό κόσμο, ο οποίος προσπίπτει
στις αισθήσεις μας. Όλα τα φυτά, τα ζώα ,και οι άνθρωποι, τα φυσικά
στοιχεία και τα ουράνια σώματα, μετέχουν
σε έναν κόσμο που δεν γίνεται και δεν χάνεται, αλλά είναι σταθερός και αιώνιος.
Ο αισθητός κόσμος μετέχει στον νοητό-
ιδεατό κόσμο. Ο εμπειρικός κόσμος, καθώς μεταβάλλεται σε τόπο και χρόνο
γεννιέται και φθείρεται, αποκτά μία κάποια ταυτότητα, μετέχοντας στις Ιδέες.
Ο Πλάτων
συνάπτει το γίγνεσθαι του Ηράκλειτου
( Κρατύλος 411 c ), με το είναι του
Παρμενίδη ( Θεαίτητος 180 d- 181 b). Aφήνοντας το γίγνεσθαι να
μετέχει στο είναι σώζει τα φαινόμενα , δίνει
κάποια υπόσταση στον κόσμο των φαινομένων, ορθόνωντας τα πάνω από τον αφανισμό
και την αδιάκοπη μεταβολή. Η γένεσις εις ουσίαν που είδαμε στον Φίληβο, είναι αδιάλειπτα ενεργός πάνω στα
μεταβαλλόμενα όντα, τα οποία συμμετέχουν συνεχώς στο ουσιαστικό και το
αμετάβλητο. Η ανεξαρτησία της ψυχής από το σώμα πλουτίζεται στον Φαίδωνα με πρωτότυπα νοήματα. Η έννοια του
θανάτου δεν συνδέεται με την υποστασιακή λύση της ψυχής από το σώμα, που
οριοθετεί το χρονικό τέρμα της ζωής. Θάνατος εδώ σημαίνει αποστασιοποίηση από
κάθετι που την εμποδίζει από τον στοχασμό και την θέαση της Ιδέας. Η αποστροφή
της ψυχής από την πολυπλοκότητα της αισθητηριακής εμπειρίας είναι επίσης μία μορφή
θανάτου. Ο νούς πρέπει να ελευθερωθεί από την αίσθηση και την σωματικότητα,
γι’αυτό πρέπει όλα όσα τον εμποδίζουν να εκμηδενιστούν. Ο θάνατος υπο αυτήν την
έννοια, δεν έχει σκοπό να φέρει το τέρμα της ζωής, μα να κάνει τον άνθρωπο
ηθικά και γνωστικά αυτοτελή, εφόσον η ψυχή που διασπάται στην υλικότητα και τις
ανάγκες του σώματος, αντλεί από εκεί τα κριτήριά της και δεν θα μπορέσει ποτέ
να αποκτήσει λογισμό και γνήσια αρετή αιτίας ( Μένων 98 α ).
Ο πλατωνικός
έρως στο τρίτο κεφάλαιο, αποβλέπει
στην επικοινωνία της ψυχής με το ωραίο
και το αγαθό στις διάφορες εκφάνσεις του, στην αισθητή και στην νοητή με σκοπό
την διαμόρφωση μίας πραγματικότητας στην οποία θα επικρατεί σταδιακή μείωση της
ετερότητας. Η αναγωγική δύναμη του έρωτα προκαλείται και ενισχύεται από την
σχέση του προς το ωραίο. Το οδοιπορικό της ψυχής μέσα από τις βαθμίδες της
ωραιότητας ενισχύεται από την προσωματική μνήμη της ψυχής σε σχέση με την Ιδέα
του κάλλους. Η Διοτίμα περιγράφει στο Συμπόσιο,
την απόλυτη ομορφιά ως ειλικρινή, καθαρή και άμεικτη, από την οποία απουσιάζουν
η ανθρώπινη σάρκα τα χρώματα και η θνητή ματαιότητα. ( Συμπόσιο 211 e 1-3). Ο εραστής δεν γεννά μέσα στο απόλυτα ωραίο φαντάσματα αρετής αλλά την
ίδια την αρετή.
Στην συνέχεια
αναλύονται στο τρίτο κεφάλαιο τα βασικά χαρακτηριστικά της φιλόσοφης ψυχής : η
ανάμνηση, ο έρως, και η ικανότητα της θέασης των Ιδεών, με άλλα λόγια η μέθοδος
που ακολουθείται για να λυθεί ο δεσμώτης του σπηλαίου από τα δεσμά της φυλακής
του και να αντικρύσει το φώς. Η γνώση για τα θεμελιώδη πράγματα δεν είναι παρά
μία ανάμνηση, ανάκληση στην συνείδησή μας και ενεργοποίηση των βασικών και
πρωταρχικών γνωστικών αρχών, που λανθάνουν μέσα μας. Οι γνώσεις αυτές υπάρχουν
στην ψυχή μας σαν σε όνειρο, όπως λέει ο Σωκράτης ( Μένων 85 c ). Αντλώντας από το βάθος της
ψυχής μπορεί κανείς να ξεπεράσει τις σκόρπιες και ασύντακτες γνώμες , να
επισημάνει τις ορθές, και να προχωρήσει σε δεύτερο στάδιο στην αληθινή γνώση, η οποία στηρίζεται στον
λογισμό της την αρετή. Ο Πλάτων θεωρεί ανώτερη την νόηση έναντι της αντίληψης
με τις αισθήσεις, την διάνοια έναντι της ύλης, αλλά στην προσπάθεια να δώσει
μία περιγραφή της a priori
γνώσης, αμέσως την ερμηνεύει ως μία διανοητική εκδοχή της αντίληψης με τις
αισθήσεις. Ο Σωκράτης στον Μένωνα
ισχυρίζεται ότι το αγόρι δεν γνωρίζει στον παρόντα βίο την συγκεκριμένη
μαθηματική αλήθεια, αναμφίβολα την έχει ξεχάσει, είναι απλώς μία άποψη η οποία
γίνεται γνώση μέσα από μία αλληλουχία συλλογισμών. Ωστόσο ακόμα και εάν
αποδείχτηκε από αυτό το επεισόδιο ότι η ψυχή του αγοριού υπήρχε και παλαιότερα,δεν
υπάρχει τίποτε που να αποδεικνύει ότι θα υπάρξει και αργότερα-η προύπαρξη είναι
κάτι λιγότερο από την αθανασία.[2]
Ο Πλάτων
πιστεύει ή θα καταλήξει να πιστεύει πως
η ψυχή στην καθαυτότητά της είδε κάποτε τα μαθηματικά αντικείμενα με τα
μάτια της διάνοιας: «επειδή λοιπόν η ψυχή είναι αθάνατη και έχει γεννηθεί
πολλές φορές και έχει δεί τα πάντα στον πάνω
κόσμο και στον κάτω, δεν υπάρχει κάτι που να μην έχει γνωρίσει. Επομένως
δεν είναι καθόλου παράξενο που μπορεί να θυμάται και την αρετή και άλλα
πράγματα, που γνώριζε βέβαια από πριν. Επειδή λοιπόν τα πάντα μέσα στην φύση
είναι συγγενικά και η ψυχή έχει μάθει τα πάντα,τα ίποτα δεν εμποδίζει κάποιον
αφού έχει μάθει ένα πράγμα, να ανακαλύψει με τον ίδιο τρόπο όλα τα υπόλοιπα για
τον εαυτό του, με την προυπόθεση ότι είναι γενναίος και δεν τον κουράζει η
αναζήτηση. Διότι το να αναζητά και να μαθαίνει κανείς δεν είναι τίποτε άλλο
παρά ανάμνηση…».[3]
To αποτέλεσμα
της θεάσεως αυτής είναι ο εραστής να μην γίνεται ο αγαπημένος ενός άλλου
προσώπου, αλλά των ίδιων των θεών, ετσι που να καθίσταται κατά το δυνατό
αθάνατος και εκείνος ( Συμπόσιο 212 a 3-7).
Η άνοδος της
ψυχής δεν είναι μόνο αισθητικής τάξεως, αλλά ταυτόχρονα πραγματοποιείται ηθική
κάθαρση και γνωσιολογική διαφώτιση. Ο έρως είναι φιλόσοφος, στέκει μεταξύ της
σοφίας και της αμάθειας, με όλες δε τις πλευρές της δυναμικής του, επιδιώκει να
κάνει τον άνθρωπο πλήρη προσφέροντας του την όψη θεού. Προς την κατευθυνση αυτή
η ψυχή, επιβάλλεται να αδειάσει από τις
εσωτερικές εναντιώσεις της, ώστε να μπορέσει να θεαθεί το εσωτερικό φώς, την
υπόσταση κάθε ωραίου πράγματος και να γίνει ένα με αυτό. Ο πλατωνικός έρωτας,
αποκαλύπτει στον άνθρωπο την ομορφιά όχι μόνο του σώματος αλλά και της ψυχής,
ώστε να βιώσει αξίες, επιτηδεύματα και νόμους, πριν ανέλθει στο πνευματικό
κάλλος, όπου ο φιλοσοφικός εραστής χάνεται στο φώς της αλήθειας και της
θεότητας.
Η θέαση της
Ιδέας στην πλατωνική φιλόσοφία δεν είναι κάτι ξεχωριστό από την ζωή , αλλά το
αγαθό εκείνο, που δικαιώνει την ζωή. Η πλατωνική αντίληψη για την ζωή και την
αξία της ευρύνεται στους διαλόγους της
πρώτης περιόδου με την προοπτική του θανάτου. Στο σημείο αυτό γίνεται η αυστηρή
κριτική της κοινής αφιλοσόφητης ζωής.
Η αλληγορία του σπηλαίου συμβολίζει την
κατάσταση αδυναμίας και αφροσύνης του δεσμώτη. Η έλλειψη αγωγής που επικρατεί
στο σπήλαιο της μη φιλόσοφης πολιτείας, αποστερεί τις ψυχές των φυλακισμένων
από όλες τις ικανότητές τους, καθώς είναι
υπνωτισμένοι από εικόνες μη πραγματικές. Αυτή η υποδούλωση δεν είναι μία
φυσική κατάσταση, είναι ο καρπός ενός διεφθαρμένου πολιτισμού. Στο σπήλαιο δεν
υπάρχει φύση : οι σκιές δεν είναι εικόνες της αισθητής πραγματικότητας, είναι
σκιές κατασκευών της πραγματικότητας.[4]
Από μία
άποψη όλοι είμαστε δεσμώτες σε ένα
πλατωνικού τύπου σπήλαιο. Και περισσότερο από όλους ο πραγματικός φιλόσοφος,
και γενικότερα ο άξιος του ονόματος του πνευματικός άνθρωπος, που
συνειδητοποιεί και βιώνει την τραγικότητα του δυϊσμού ανάμεσα σε μία οδυνηρή
πραγματικότητα – ηθική, κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική-, μέσα στην οποία
βρίσκεται τελματωμένος μαζί με τους συντρόφους του δεσμώτες, και στην δίψα για
αναγέννηση ποιότητα και αυθεντικότητα, που διαρκώς παραμένει άσβηστη. Η
αλληγορία του σπηλαίου είναι η συνειδητοποίηση του χρέους που έχει ο αληθινός
φιλόσοφος, να αποδράσει από την τυραννία και να αγγίξει το ακατόρθωτο. Είναι
τέλος η εξέγερση ενάντια σε όλα αυτά που τον « αλυσοδένουν », τα υποκατάστατα
της πραγματικότητας , που περιθωριοποιούν, υποβαθμίζουν , και φιμώνουν τον
αληθινό διανοητή, ναρκώνοντας τις αντιστάσεις του, και σκοτώνοντας τα όνειρά
του.[5]
Κατόπιν
ακολουθεί η αναλυτική αναφορά στους πλατωνικούς διαλόγους της μέσης και ύστερης
περιόδου, που συσχετίζουν την αθάνατη ψυχή με το
Αγαθό και την
Ιδέα, καθώς και οι γνωσιολογικές και μεταφυσικές σκέψεις, που εκφράζονται στην διαλεκτικη
του φιλοσόφου. Παρουσιάζονται τα επιχειρήματα στον Φαίδωνα, τα οποία πιστοποιούν την αθανασία της ψυχής, και η ανάλυση
του μύθου στον Φαίδρο. Η διαλεκτική
προβάλλει ως κορυφή των επιστημών. Η
φιλοσοφική διαλεκτική είναι μία αναζήτηση των πρώτων αρχών, οι οποίες
θεμελιώνονται στην αρχή του βελτίονος. Ότι
υπάρχει υπάρχει γιατί είναι άμεινον,
και παραπέμπει στην ιδέα του Αγαθού. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να θυμηθούμε τον
Φαίδωνα και τα σχόλια του Σωκράτη για
το βιβλίο του Αναξαγόρα, που προβάλλει τον νού σαν αιτία της κοσμικής τάξης.
Η διαλεκτική
είναι η φιλοσοφία, η οποία διαλέγεται με τους άλλους, αλλά κυρίως ένας διάλογος
της ψυχής με τον εαυτό της, σε μία κίνηση αυτοσυνείδησης. Ο διαλεκτικός δεν
στηρίζεται όπως οι άλλοι υπηρέτες των επιστημών σε υποθέσεις, σε αξιώματα και
έννοιες, που θεωρούν δεδομένες, αλλά προχωρεί στην αναζήτηση του ίδιου του
όντος, φτάνοντας στο ανυπόθετο, που
είναι το ίδιο το Αγαθό. Η έννοια του θανάτου στο πλατωνικό έργο εξελίσσεται
παράλληλα με την έννοια της γνώσης. Με την καθαρή νόηση που καλλιεργεί η ψυχή
ερχόμαστε σε επάφή με την κατεξοχήν
γνωστική ουσία.[6]
Η μελέτη του
θανάτου ως τρόπος της φιλοσοφικής τοποθέτησης στο ζήν αποκτά το βαθύτερο νόημά της, καθώς ο
θάνατος δεν είναι πλέον κάτι αρνητικό αλλά εποπτεύει την ολότητα, την γένεση
και την ουσία.
Η φιλοσοφική ζωή
που φέρνει τον άνθρωπο στο προσωπο της Ιδέας, είναι αντίθετη στην καθημερινή
πραγματικότητα, η οποία σπαταλιέται με τα είδωλα και τις σκιές. Ο θάνατος από
την σκοπιά αυτή χάνει την συνηθισμένη
αρνητικότητά του, γιατί με αυτόν εποπτεύει ο άνθρωπος την ολότητα την γένεση
και την ουσία. Η ηθική αξία του ανθρώπου
και η πάλη του στην ζωή για την αλήθεια και την δικαιοσύνη αποκτούν
απόλυτη σημασία. Με κάθε ηθική και πνευματική νίκη, η ψυχή καταργεί την χρονικότητα
και αγγίζει την αιωνιότητα. Ο τρόπος του βίου, οι αποφάσεις και οι πράξεις του
ανθρώπου, έχουν αιώνια σημασία. Η ψυχή είναι ένας αγωνιστής με κριτές της
προσπάθειάς της τους θεούς. Η Ιδέα είναι κάτι πέρα από την ψυχή και την μοίρα
της είναι ο αιώνιος και πρώτος τύπος της ουσίας, που προσφέρει αιώνιο υλικό σε
ότι η ψυχή γνωρίζει. Η ψυχή έρχεται σε συνάφεια με τα αντικείμενα που γνωρίζει
στον χώρο και τον χώρο. Όμως τα κρίνει όλα και τα καταξιώνει με το μέτρο της
Ιδέας.
Οι φιλόσοφοι της
τέχνης του βίου εξακολουθούν να επιστρέφουν στα σωκρατικά έργα του Πλάτωνα,
επειδή σε αυτά εμπεριέχεται το πλέον συνεπές και ταυτόχρονα λιγότερο ευεξήγητο
πρότυπο που διαθέτουμε ενός φιλοσοφικού βίου. Η τέχνη του βίου εμφανίζεται σε
τρείς παραλλαγές , σε τρία είδη. Το ένα είναι εκείνο του Σωκράτη στους
διαλόγους της πρώτης περιόδου του Πλάτωνα.[7]
Ασκώντας την τέχνη του δημόσια και συχνά δεσμευόμενος από την ευημερία του
συνομιλητή του, ο Σωκράτης δεν μπορεί ακόμα να δείξει ότι ο τρόπος ζωής του
είναι σωστός για όλους. Καλεί τους ανθρώπους να τον ακολουθήσουν στην ζωή, που
εξετάζει και που θεωρεί την μοναδική ζωή, που αξίζει να ζήσει ένα ανθρώπινο όν,
αλλά δεν έχει τίποτα να πεί όταν κάποιος σαν τον Ευθύφρονα απλώς γυρίζει την
πλάτη στην αντιπαράθεσή τους. Το δεύτερο είδος απαντά στα έργα της μέσης
περιόδου του Πλάτωνα, ιδιαίτερα στον Φαίδωνα
και την Πολιτεία. Εδώ ο Πλάτων
υποστηρίζει ότι ένας τρόπος ζωής εμπνευσμένος από την ζωή του Σωκράτη, αν και
όχι απόλυτα ταυτόσημος με αυτήν , η ζωή της φιλοσοφίας όπως ορίζεται στα έργα αυτά,
είναι ο βέλτιστος τρόπος για όλους..Ο
φιλόσοφος δεν παραιτείται από την ζωή γιατί έχει χρέος να την αλλάξει.
Ο Νούς του Αναξαγόρα
αντίθετα,θέτει ως ύψιστη αρχή της σκέψης και της βούλησης κάτι απολύτως
πνευματικό και άυλο.Σχεδιάζει και ρυθμίζει αλλά δεν δημιουργεί τον κόσμο.Δεν
έχει τίποτε κοινο με τα όντα που βρίσκονται έξω από τον εαυτό του,είναι
άπειρος,αυτάρκης,δεν αναμειγνύεται με τίποτε,αντιμετωπίζει τον κόσμο της ύλης
σαν κάτι ξένο.Εφόσον κάθε έμψυχο όν εκπορεύεται από έναν παγκόσμιο Νού,δεν
είναι εύκολο να νοηθεί μία συνεχιζόμενη ύπαρξη μεμονωμένων και αυθύπαρκτων
ψυχών,μετά την διάλυση του υλικού τους σώματος.Αποδίδεται στον Αναξαγόρα η
άποψη ότι ο χωρισμός από το σώμα είναι επίσης και θάνατος ψυχής. Ο Νούς του οποίου εκδηλώσεις ήταν οι ψυχές των όντων
διατηρείται αναλλοίωτος και αμείωτος αλλά όχι και οι ψυχές O πλατωνικός Τίμαιος υπεκφεύγει τις ερωτήσεις,έτσι
ώστε κανείς άνθρωπος να μην μπορεί να γνωρίζει από τι είναι φτιαγμένη μία
ψυχή.Οι εικόνες που αναλύσαμε,ο μύθος του σπηλαίου και η ανάλυση της
Πολιτείας,δεν διευκρινίζουν αυτό το οποίο είναι ψυχή,αλλά τονίζουν ότι
επικρατεί σε αυτήν μία παράξενη μείξη. Η
ένωση στην ανθρώπινη ψυχή αντιφατικών και ετερογενών δυνάμεων δημιουργεί μία
πραγματικότητα τόσο τερατώδη,όσο και η Χίμαιρα,η Σκύλλα,ή ο Κέρβερος.1[1]Όταν
η κίνηση η οποία εμψυχώνει ένα πράγμα έρχεται από έξω,αυτή η κίνηση μπορεί να
ξεκινήσει και να παύσει κατά απρόβλεπτο τρόπο.Μόνο ένα όν που κινείται από αυτό
το ίδιο,δεν παύει ποτέ να υπάρχει,είναι αθάνατο.Ένα τέτοιο όν είναι πηγή και
αρχή κινήσεως για όλα όσα κινούνται.Εξ’ορισμού μία αρχή δεν μπορεί να έλθει
στην ύπαρξη,γιατί η ύπαρξή της θα εξαρτάται από μία άλλη αρχή,και θα είχαμε μία
πορεία προς το άπειρο.Αυτό το όν δεν μπορεί ακόμη περισσότερο να
καταστραφεί,γιατί εάν ήταν καταστρέψιμο,πλέον τίποτα δεν θα μπορούσε να
γεννηθεί απο αυτό.Εάν υπάρχει κίνηση και ζωή,η αρχή τους πρέπει να είναι άφθαρτη.Αφού
μία φορά αποδείχθηκε ότι αυτό που κινείται από τον εαυτό του είναι
αθάνατο,νομομοποιούμαστε να πούμε ότι σε αυτό έγκειται ο τρόπος ύπαρξης της
ψυχής και ο αιώνιος ορισμός της.Η ψυχή και όχι επί παραδείγματι η περιστροφή
των ατόμων,είναι η κινητήρια δύναμη της παγκόσμιας ροής.Μιλάμε επομένως για την
παγκόσμια ψυχή,η οποία εφαρμόζει στον εαυτό της την δύναμή της,υφίσταται «εν
εαυτή»,και «επί της ιδίας» εφαρμόζει την στοχαστική κίνηση που δεν έχει άλλη
αρχή από τον εαυτό της.[2]
Αρχή κάθε κίνησης αλλά προπάντων
αυτού του είδους της κίνησης,η ψυχή δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά
«κινητοποιώντας εκ των έσω».
Η δράση της ψυχής,συνίσταται
στο να κινητοποιεί όλα εκείνα με τα οποία αυτή ασχολείται και
υπεισέρχεται,πάσχει και η ίδια από την δύναμή της να κινεί,έτσι ώστε
καταλήγουμε στο συμπέρασμα,ότι η δύναμή προς κίνηση,που διαθέτει,δεν άρχισε
ποτέ να υπάρχει και δεν θα σταματήσει ποτέ να υπάρχει.Η ψυχή δεν μπορεί να
εμψυχώνει οποιδήποτε σώμα.Στον «Τίμαιο» ο δημιουργός έχει ως σκοπό να δώσει
στον κόσμο ένα σώμα,που η ψυχή του να μπορεί να εμπερικλείει και να
κινητοποιεί.Στα δε όντα επιχειρεί να δώσει σώματα τέτοια ,που μία ψυχή να
μπορεί να εγκατασταθεί. Η εικόνα που προσφέρει ο Σωκράτης στον «Φαίδρο»,αυτή
του άρματος,δηλώνει πως το βασικό χαρακτηριστικό της ψυχής είναι η κίνηση.( 252c -254e)
Ο αμαξιλάτης που αναζητά να
χαράξει μία συγκεκριμένη κατεύθυνση στην ομοζυγία,εξαρτάται από τα δικά του
φτερά αλλά επίσης και από εκείνα των αλόγων.Ο σκοπός του συνόλου της
σύζευξης,είναι εκείνος του αμαξηλάτη-νόηση,με άλλα λόγια η εξάρτηση και
συντήρηση της ψυχής από το νοητό.Η νόηση δεν έχει την δυνατότητα να ανυψωθεί
από μόνη της,η ψυχή ολόκληρη είναι απαραίτητο να οδηγηθεί προς την πεδιάδα της
αλήθειας.[3]
Δεν υπάρχει ανθρώπινο
υποκείμενο,αμιγώς σκεπτόμενο, που δεν αγωνίζεται να υπερβεί μέσα στον εαυτό
του,ένα πλήθος αντιφατικών ωθήσεων.Οι ψυχές των θεών συντίθενται με τέτοιο
τρόπο που όλα τα στοιχεία τους βρίσκονται σε συμφωνία προς μία πορεία ανόδου.Οι
ανθρώπινες συζεύξεις είναι χωρισμένες στο πειθήνιο λευκό άλογο,και στο μαύρο
που τραβά τον αμαξηλάτη του προς την γή.Ξαναβρίσκουμε στο σημείο αυτό την
τριμερή διαίρεση της Πολιτείας,το γεγονός
δηλαδή ότι κάθε μέρος της ψυχής κατέχει την δική της ιδιαίτερη
ροπή.Επίσης διαπιστώνουμε ότι για να γνωρίσουμε μία ψυχή σημαίνει να γνωρίσουμε
ποια μορφή επιθυμίας κυριαρχεί σε αυτήν.Αντίστοιχα σε μία πόλη μας επιτρέπεται
έτσι να διαπιστώσουμε ποιο πολίτευμα κυριαρχεί.
Το ζήτημα της φύσης της ψυχής
προυποθέτει επομένως την αθανασία της. Σύμφωνα με το κυκλικό επιχείρημα το
οποίο παρουσιάζεται στον «Φαίδωνα»( 70 c-73 e) όταν κάποιο γίγνεσθαι
καταλήγει στην αντίθετη κατάσταση,η αφετηρία πρέπει να ορισθεί ως αντίθετη από την κατάσταση
άφιξης.Μεταξύ δύο αντιθέτων ένα όν μπορεί να διαγράψει την διαδρομή του
υπερβαίνοντας τα όρια που αυτά θέτουν.[4]
Το τελευταίο επιχείρημα για την
αθανασία της ψυχής που εκφράζεται στον «Φαίδωνα»(103 c-107a),είναι
συνδεδεμένο με την παραδοσιακή αρχαία ελληνική θρησκεία την οποία ο Πλάτων
προσπαθεί να ξεπεράσει αντιμετωπίζοντάς την κάτω από το πρίσμα της πυθαγόρειας
κοσμοθεωρίας.
Ο Σωκράτης την στιγμή που
πεθαίνει διαβεβαιώνει την πίστη του ότι η ψυχή είναι αθάνατη.Μπορεί κανείς να
αποδείξει ότι ένα κατηγόρημα ανήκει αναγκαστικά σε ένα υποκείμενο
αθάνατο,αναφορικά όμως με την ψυχή οφείλει να την ορίσει με έναν ορισμένο τρόπο.Η
ψυχή μπορεί να οριστεί όπως οι θεοί και οι Μορφές,εφόσον δεχθούμε πως η ύπαρξή
της διαθέτει αιώνια και ακατάστρεπτη φύση.Η πίστη του Πλάτωνα στην αθανασία της
ψυχής δεν θεμελιώνεται σε τελευταία ανάλυση ούτε σε κάποια απόδειξη,ούτε σε
έναν μύθο,αλλά στις καταγραφές της προσωπικής του εμπειρίας.Η σκεπτόμενη ψυχή
προσκολλάται σε πραγματικότητες ουσιωδώς άφθαρτες και εξομοιώνεται με
αυτές,όπως αναφέρει ο «Φαίδων» και η «Πολιτεία».Αυτή είναι η αληθινή φύση και ο
προορισμός της ψυχής,που ωστόσο κάθε ψυχή δεν αναγνωρίζει και οι περισσότεροι
άνθρωποι αγνοούν.[5]
Η ψυχή που κατανοεί τον εαυτό
της ως σκεπτόμενη οντότητα,έχει περισσότερο από όλα τα όντα κάτι το
ακατάστρεπτο.Όμως η ψυχή αποτελεί την κινητήρια δύναμη ζωής για κάθε σώμα με το
οποίο ενώνεται,αλλά πρέπει να διαχωριστεί από αυτό για να συνειδητοποιήσει το
γεγονός της σκέψης.
Στον «Τίμαιο» παρουσιάζετει το
κοσμολογικό μοντέλο που διατυπώνει μια
ευλογοφανή εξήγηση -εἰκότα
μῦϑον,ότι δηλαδή διαχειρίζεται ο
φιλόσοφος μία από τις προτεινόμενες ερμηνείες του κόσμου, οπότε η αναζήτηση της
εγκυρότητάς της από τους θεούς δεν έχει νόημα· Έχει ήδη κατακτήσει ο
Πλάτων την έννοια της ουσίας αλλιώς δεν
θα ήταν δυνατή η διατύπωση της ιεραρχίας επιπέδων γνώσης,η διάκριση με άλλα
λόγια ανάμεσα στο Είναι και στο φαίνεσθαι .
Μπορεί μεν στην αλληγορία του σπηλαίου να μην κυριαρχεί ο λόγος και να
συγκρίνονται και να ιεραρχούνται (ως αισθητά),
μόνο η εικόνα της σκιάς του σπηλαίου με εκείνη του εξωτερικού κόσμου,
αποκαλύπτεται όμως η σχετική θέση λόγου-ειδώλων. Έτσι η φιλοσοφία απελευθερώνει
τους ανθρώπους από το σπήλαιο της φαινομενικής πραγματικότητας, από τον κόσμο
της δοξασίας, της ”δόξας”, και τους οδηγεί στον ήλιο της αλήθειας.Πραγματώνεται
έτσι από τον Πλάτωνα μια βασική οντολογική διάκριση, η διάκριση ανάμεσα στον φαινομενικό
κόσμο της αίσθησης και το αληθινό ὂν που είναι προσιτό στη νόηση.Η
κύρια δραστηριότητα του Δημιουργού, είναι η διαμόρφωση του σώματος του κόσμου
και η διάπλαση της ψυχής του.Όλες οι υπόλοιπες πράξεις του είναι επαναλήψεις ή
τροποποιήσεις της κύριας δραστηριότητάς του.Η διάπλαση της ψυχής του κόσμου δεν
παρουσιάζεται με ακρίβεια.Δεν έχουμε καμμία σαφή παράσταση,απλώς στον «Τίμαιο»
αναφέρεται «…η ψυχή έγινε αόρατη.διέπεται από λογική και αρμονία, το
άριστο δημιούργημα του άριστου νοητού όντος…» ( 37 a ,μτφ Κάλφας, 1995, σ.σ 211
).Τοποθετείται μεταξύ δύο χωριστών σφαιρών, των αιώνιων Ιδεών, και των
κατ’αίσθησιν αντιληπτών όντων και επικοινωνεί και με τις δύο.Οι λειτουργίες της
αποσκοπούν στην παραγωγή της κίνησης και της γνώσης.Ο άνθρωπος διαφέρει από τα
άλλα ζώα διότι διαθέτει εκτός από ψυχή και νού.Ωστόσο χωρίς την ψυχή δεν μπορεί
να υπάρξει κανένας νούς.Αν κυριαρχεί ο νούς στην ανθρώπινη ψυχή, τότε ο
άνθρωπος είναι αγαθός.Αν επικρατούν όμως στην τριχοτομημένη πλατωνική ψυχή η
επιθυμία ή ο θυμός, τότε ο άνθρωπος είναι κακός.Η επικράτηση του νού είναι
συνδεδεμένη επίσης με την αλήθεια, την μακαριότητα, την αθανασία.Το θείο
στοιχείο της διανοίας καθιστά την ανθρώπινη ψυχή αρίστη.Η πλατωνική περιγραφή
άλλωστε της ιδεώδους αρμονίας του κόσμου, η οποία συνίσταται στην αρμονική
ενότητα του σώματος, της αγαθής ψυχής, και του νού, πιστοποιεί πως ολόκληρο το
προηγούμενο ιδανικό μόρφωμα προέρχεται από την ανθρώπινη εμπειρία, η οποία
βλέπει τον εύτακτο κόσμο ως πρότυπο.Ο άνθρωπος οφείλει να προσκοληθεί σε τούτη την
τάξη, εφόσον μόνο η μεσολάβηση του εύτακτου κόσμου πραγματοποιεί την άμεση
θέαση των Ιδεών.Ο Πλάτωνας αναγνωρίζει δύο είδη αιτίων,το μηχανικό και το
τελικό.Το πρώτο θεωρεί συγκυριακό, το δεύτερο εφοδιασμένο με την σκοπιμότητα,
που μπορεί να θέσει σε κίνηση ο νούς.O Τίμαιος επιδιώκει να
κατανοήσει «ποιό είναι εκείνο που πάντα υπάρχει και ποτέ δεν γεννιέται,και ποιο
είναι εκείνο που συνέχεια μεν γεννιέται αλλά ποτέ δεν υπάρχει.Και το μέν πρώτο
γίνεται καταληπτό με την σκέψη και με συλλογισμούς γιατί παραμένει πάντα
αμετάβλητο.Το δε δεύτερο γίνεται αντιληπτό με την δοξασία που συνοδεύεται από
ασυλλόγιστη αίσθηση,γιατί γεννιέται και πεθαίνει ενώ στην πραγματικότητα ποτέ
δεν υπάρχει».Κάθε πράγμα που λαμβάνει σχήμα και ιδιότητες από τον
δημιουργό,χρησιμοποιεί σαν πρότυπο και αποβλέπει πάντοτε σε εκείνο,που
παραμένει αναλλοίωτο.Για τον παραπάνω λόγο κάθε τι που κατασκευάζεται με τον
παραπάνω τρόπο είναι αναγκαστικά καλό.Αυτό όμως που δημιουργείται με πρότυπο το
ήδη κατασκευασμένο δεν είναι καλό.Εάν λοιπόν ο κόσμος αυτός είναι ωραίος και ο
δημιουργός του καλός,τότε είναι φανερό ότι απέβλεπε στο αιώνιο πρότυπο.Εάν
συμβαίνει το αντίθετο –πράγμα που δεν είναι επιτρεπτό να το αναφέρει
κανείς-τότε απέβλεπε σε αυτό που έχει γίνει.Ο δημιουργός του κόσμου ωστόσο είναι ανώτερος από τα αίτια,ο δε
κόσμος ο ωραιότερος από αυτούς που υπάρχουν.Ο κόσμος κατασκευάστηκε σύμφωνα με
τα αμετάβλητα πρότυπα,τα οποία γίνονται αντιληπτά με την λογική και την
νόηση.Ένα βασικό χαρακτηριστικό της πυθαγόρειας ελληνικής διανόησης,είναι ο
καθορισμός της δομής ενός αντικειμένου
με όρους λογικής και συμμετρίας.Η αναλογία είναι ένας τρόπος να πούμε πως τα
αντικείμενα διαφέρουν ή ομοιάζουν μεταξύ τους.Μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η
πλατωνική ψυχή είναι κατασκευασμένη με βάση την ομοιότητα και την αντίθεση,διατηρείται
μάλιστα σε αρμονία,στηριγμένη σε γεωμετρικές
λογικές.( «Τίμαιος»,34c-36d). Υπάρχουν επομένως μαθηματικοί
όροι οι οποίοι εναλάσσονται στην διεξαγωγή των αναγκαίων προσαρμογών.[6]
Με τον παραπάνω τρόπο πραγματοποιείται ο διαχωρισμός και η αναγνώριση της
ιδιαίτερης ταυτότητας των όντων.
Σε ότι αφορά τον κόσμο στο
σύνολό του,ο Δημιουργός του έχει δώσει
σφαιρική μορφή που είναι και η αρτιότερη,και στο κέντρο του υπάρχει η
ψυχή ,που απλώνεται στο σύνολο,που θα κυβερνήσει.Η ψυχή είναι το αποτέλεσμα της
συνένωσης του ίδιου και του αλλότριου.Ενδιάμεση ουσία γεννημένη από δύο
άκρα,μπορεί την ίδια στιγμή να σφυρηλατείται από δόξες ( γνώμες), αλλά
περισσότερο αγγίζει την επιστήμη( πραγματική γνώση).Ο Δημιουργός επιβάλλεται να
κατοικεί σε αυτή την τεράστια σφαίρα των όντων,η οποία κατανέμεται σε τρία
επίπεδα : επάνω βρίσκονται τα πλάσματα του ουράνιου γένους των θεών,έπειτα πιο
χαμηλά το γένος των πτερωτών ψυχών,τέλος
στο κατώτερο πεδίο,όσα πλάσματα περπατούν πάνω στην γή.Τα στοιχεία ανήκουν σε
γεωμετρικές μορφές: η πυραμίδα αντιστοιχεί στην φωτιά,το οκτάεδρο στην γή και
ούτω καθεξής.Αναφορικά με τον άνθρωπο,διαθέτει μία θνητή ψυχή αλλά μετέχει και
της αθανασίας η θνητή ψυχή εδράζεται στο στήθος του,το αθάνατο μέρος της στην
κορυφή της κεφαλής. «Από σεβασμό προς το θείο μέρος της ψυχής,επειδή φοβήθηκαν
( οι συνδημιουργοί θεοί) μήπως το μιάνουν περισσότερο,από όσο θα ήταν απολύτως
αναγκαίο,τοποθέτησαν το θνητό μέρος σε διαφορετικό σημείο του σώματος,και για
να κρατούν τα δύο μέρη χωριστά,ύψωσαν το λαιμό ως ισθμό και όριο ανάμεσα στο
κεφάλι και στο στήθος.Το θνητό μέρος της ψυχής το εμφύτευσαν στο στήθος ,και ειδικότερα στο σημείο,που
αποκαλείται θώρακας.Επειδή όμως η θνητή ψυχή διαθέτει μία καλύτερη και μία
χειρότερη πλευρά,χώρισαν στα δύο και την κοιλότητα του θώρακος τοποθετώντας
στην μέση το διάφραγμα….» ( Τίμαιος 69 c-
70 b) .
Η ψυχή ομοιότατη με το
μονοειδές και το νοητό,εξελίσσεται συνεχώς με έναν δικό της ιδιαίτερο τρόπο.Οι
ορθώς φιλοσοφούντες καθαίρουν την ψυχή τους,στον
« Φαίδωνα» ψυχή αποσαφηνίζεται και διαφωτίζεται.Ο Πλάτων
αναφέρει πως η ψυχή όταν φτάνει στην γή από τον ανώτερο κόσμο έχει κατακτήσει
τις νοητές αλήθειες και εξαιτίας αυτών διαθέτει την δύναμη της πνευματικής
ανόδου. Η ψυχή η οποία δεν έχει την
ικανότητα να εξαγνιστεί απο μόνη της απομακρύνεται απο την θεικότητα.[7]Ο
κόσμος μας επομένως είναι εικόνα κάποιου άλλου κόσμου.Ο δημιουργός ήταν
αγαθός,και στον αγαθό κανένας φθόνος δεν γεννιέται ποτέ για τίποτε.Επειδή
λοιπόν απουσίαζε ο φθόνος από αυτόν,θέλησε να γίνουν όλα όσο το δυνατό πιο
όμοια με τον εαυτό του.Σκεπτόμενος δε κατέληξε ότι τίποτε από τα φύσει ορατά
που δεν έχει λογική,δεν θα μπορούσε να αποτελέσει καλύτερο σύνολο από κάποιο
άλλο που έχει λογική,επίσης συμπέρανε ότι είναι αδύνατο να υπάρξει λογικό χωρίς
ψυχή σε κάποιο πράγμα.Με την σκέψη αυτή αφενός έθεσε την λογική μέσα στην ψυχή,
αφετέρου την ψυχή μέσα στο σώμα,και δημιούργησε το σύμπαν έτσι ώστε να φτιάξει
ένα σύμπαν που είναι από την φύση του το ωραιότερο και το καλύτερο.Κατά τον
πιθανό αυτό συλλογισμό,πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτός ο κόσμος που πραγματικά
έχει ψυχή,ζωή και λογικό,προήλθε από την πρόνοια του θεού.Πράγματι ο κόσμος
είναι με τέχνη κατασκευασμένος,ώστε να προσφέρει εκείνος στον εαυτό του σαν
τροφή,το μέρος που είναι φθαρτό,και όλα του τα πάθη και όλες του οι
ενέργειες,να παράγονται μέσα από τον ίδιο τον εαυτό του.Διότι ο δημιουργός του
θεώρησε πολύ καλύτερο να έχει αυτάρκεια παρά να βρίσκεται στην ανάγκη εξωγενών
παραγόντων.Κατασκεύασε το σώμα του κόσμου,λείο και ομοιογενές,απέχοντας ίσα σε
όλα τα μέρη του από το κέντρο,ενιαίο και τέλειο,αποτελούμενο από τέλεια
στοιχεία.Αφού έβαλε μάλιστα στο κέντρο του την ψυχή,την άπλωσε σε όλη του την
έκταση,και περικάλυψε με αυτήν εξωτερικά όλο του το σώμα.Ο Κόσμος υπάρχει ένας
και μοναδικός,στρέφεται κυκλικά,είναι ικανός λόγω της αρετής του να υπάρχει από
μόνος του,χωρίς να έχει ανάγκη από κάτι άλλο,αναγνωρίζει ο ίδιος τον εαυτό του
και τον αγαπά αρκετά.Ο δημιουργός έπλασε την ψυχή προγενέστερα από το σώμα και
μεγαλύτερη από αυτό,τόσο ως προς την ηλικία,όσο και ως προς την αρετή,για να
κυριαρχήσει σαν δεσπότης σε αυτό που θα υποτάξει,και την συνέθεσε με τα εξής
υλικά και με τον εξής τρόπο:από την ουσία που παραμένει αδιαίρετη και πάντοτε
αμετάβλητη,από την ουσία που είναι διαιρετή και περιβάλλει τα σώματα,ενώ επειδή
υπάρχει στον κόσμο η Ταυτότητα και η Διαφορά,συνέθεσε ενδιάμεσα μείγματα που
αποτελούνται από το αδιαίρετο και το διαιρετό ακολουθώντας την ίδια αρχή.
Λαμβάνοντας έπειτα από τα τρία
αυτά συστατικά συνέθεσε μία μορφή αναγκάζοντας την Διαφορά που είναι από την φύση
της δύσμεικτη,να ενωθεί με την Ταυτότητα και στην συνέχεια με την κατεξοχήν
Ουσία του σύμπαντος.Έχοντας φτιάξει λοιπόν ένα μείγμα από τρία συστατικά,το
διένειμε ξανά σε όσα κομμάτια έπρεπε.Το καθένα τους κατά συνέπεια περιλαμβάνει την Ταυτότητα,την Διαφορά και
την Ουσία. Η ψυχή επομένως βρίσκεται και στην αδιαίρετη και στην διαιρετή ουσία
των σωμάτων.
Κατόπιν όλο αυτό το
κατασκεύασμα το έσχισε κατά μήκος και το συνένωσε πάλι,ώστε να σχηματισθούν δύο
κύκλοι:ένας εξωτερικός που αρμόζει στην φύση της Ταυτότητας και ένας εσωτερικός
που αρμόζει στην φύση της Διαφοράς.Και κίνησε τον κύκλό του Ταυτού προς τα
δεξιά και τον κύκλο του Διαφορετικού προς τα αριστερά.
Έδωσε μάλιστα την εξουσία στην
περιφορά του Ταυτού,ομοιόμορφου και αδιαίρετου,καθώς αυτή μεν την άφησε μοναδική και άθικτη,ενώ την
εσωτερική την έσχισε σε έξι σημεία,που αντιστοιχούν στα τρία διαστήματα της
σειράς του δύο,και στα τρία διαστήματα της σειράς του τρία,δημιουργώντας έτσι
επτά άνισους κύκλους.Οι τρείς κινούνται με την ίδια ταχύτητα,ενώ οι τέσσερις με
διαφορετική ταχύτητα,η οποία υπακούει ως ταχύτητα κίνησης σε μία συγκεκριμένη σταθερή αναλογία.Ο
δημιουργός κατόπιν τοποθέτησε το σύνολο του σώματος στο εσωτερικό της
ψυχής,προσαρτώντας το κέντρο του ενός στο κέντρο της άλλης.Η διαπλοκή της ψυχής,από
το κέντρο του κόσμου ως την εξωτερική επιφάνεια του έσχατου ουρανού είναι
τέτοια που,καθώς άρχισε να περιστρέφεται μέσα στα όριά της,έδωσε θεική αφετηρία
στην ατέρμονη έλλογη ζωή που καλύπτει την έννοια του χρόνου.Ενώ το σώμα έγινε
ορατό η ψυχή έγινε αόρατη.Η ανθρώπινη ψυχή αποτελείται από δύο ειδών ουσίες,μία
υλική και μία πνευματική.Εκείνο που της δίνει την ικανότητα να σκέπτεται είναι
η διάνοια,αιθερική ουσία,η οποία διαχέεται σε όλα τα πράγματα και τις μορφές
του κόσμου.Χάρη στο κοινό αυτό στοιχείο,μπορεί ο άνθρωπος να λαμβάνει γνώση του κόσμου που τον
περιβάλλει.Όταν γεννιέται ο άνθρωπος η διάνοιά του δεν έχει περιεχόμενο,είναι
άγραφος χάρτης. Αλλά όταν έρχεται σε επαφή με τον εξωτερικό κόσμο μέσω των αισθήσεων,παρουσιάζονται
ως ενεργά στοιχεία, οι τύποι των μορφών και αποτελούν πλέον το περιεχόμενο της
διάνοιας,τα ουσιαστικά μόριά της.Η αιώνια φύση του προτύπου ήταν αδύνατο να
μεταφερθεί αυτούσια στο γεννημένο σύμπαν.Σκέφθηκε λοιπόν ο δημιουργός να
διαμορφώσει την κινητή εικόνα της αιωνιότητας.Η κινούμενη ρυθμικά εικόνα της
ακίνητης αιωνιότητας είναι ο χρόνος.Το παρελθόν και το μέλλον ως είδη του
χρόνου,συνιστούν είδη κινήσεως και αναφέρονται στο γίγνεσθαι.Όμως αυτό που
είναι αμετάβλητο και ακίνητο δεν αρμόζει στο πέρασμα του χρόνου να γίνεται πρεσβύτερο
ή νεότερο.Ο χρόνος γεννήθηκε μαζί με τον ουρανό και θα διαλυθεί μαζί του αν
χρειαστεί ποτέ να διαλυθεί.Η ψυχή του σύμπαντος κατανεμήθηκε με τέτοιο τρόπο
ώστε να αντιστοιχεί μία ψυχή σε κάθε άστρο.Ανέβασε ο δημιουργός τις ψυχές σε
ουράνιο σχήμα για να αποκαλύψει σε αυτές την φύση του σύμπαντος και τους νόμους της
ειμαρμένης.Προγραμμάτισε
μία και μοναδική πρώτη γέννηση για να διασφαλίσει την ίση μεταχείρηση όλων των
ψυχών.Οι ψυχές οφείλουν να φυτευτούν στο κατάλληλο όργανο του χρόνου, [8]και
να δώσουν ζωή στο πιο θεοσεβές έμβιο όν ,δηλαδή τον άνθρωπο,που μόνος από όλα
τα έμβια όντα λατρεύει τους Θεούς.Όποιος ζήσει σωστά τον χρόνο που του αναλογεί
θα επιστρέψει στην έδρα του συγγενούς του άστρου και θα ζήσει εκεί ευτυχισμένη
ζωή.
Όταν πεθάνει ο άνθρωπος οι
γνώσεις τις οποίες αποκόμισε στην ζωή του στην γή,δεν χάνονται αλλά έλκονται
από το κέντρο της ψυχής,στην δε επόμενη ενσάρκωση δεν εμφανίζονται πλέον στο
προσκήνιο της συνειδήσεως, αλλά εμφανίζονται ως τάσεις της ψυχής και ιδιότητες
του ατόμου που βρίσκονται στο υποσυνείδητο.Ένας λόγος του Ηράκλειτου ορίζει ότι
κάθε τι που γίνεται έρχεται από το αντίθετό του,εφόσον βέβαια είναι στην φύση
του να έχει αντίθετο.Ώστε ανάμεσα σε δύο αντίθετα υπάρχουν δύο δρόμοι,που
οδηγούν από το ένα στο άλλο,ή όπως λέγει ο Ηράκλειτος είναι ο ίδιος δρόμος,που
φέρει προς τα πάνω και προς τα κάτω.Ο δρόμος προς τα πάνω δείχνει την γέννεση
και ο δρόμος προς τα κάτω την φθορά.Το θετικό και το αρνητικό,που κατά τα
φαινόμενα είναι αντίζυγα στο βάθος είναι ομόζυγα.Αντίθετο όμως στην ζωή είναι ο
θάνατος,στο «ζήν» το «τεθνάναι».Αν
λοιπόν δεχθούμε ότι η ψυχή είναι ένα με την ζωή,τότε η ψυχή ήταν κάπου αλλού
πριν έλθει εδώ,πρέπει μάλιστα να ομολογήσουμε ακόμα ότι ο θάνατος είναι η πηγή
της ζωής.Είναι επίσης αδύνατον να ακολουθεί η ζωή μονάχα τον ένα δρόμο,δηλαδή
την κατεύθυνση προς τον θάνατο,γιατί τότε θα πέθαινε όλη η ζωή,θα
τερματιζόταν.Η διαδικασία της ζωής πρέπει να είναι παλίνδρομη,γιατί δεν υπάρχε
ιάλλος τρόπος να μην ξοδευτεί η ζωή καθώς αυτή οδεύει προς τον θάνατο.[9]
Ο πλατωνικός Σωκράτης ορίζει
στον «Φαίδωνα» τον θάνατο σύμφωνα με την ορφική θρησκεία,ως τον χωρισμό του
σώματος από την ψυχή.Ωστόσο στην πλατωνική κοσμοθεωρία θάνατος είναι η
απομάκρυνση της ψυχής από καθετί που την εμποδίζει από τον στοχασμό της Ιδέας.Η
αποστροφή της ψυχής από την σύγχιση,που προκαλούν οι αισθήσεις ονομάζεται
επίσης θάνατος.Η φυγή της ψυχής από την
«δόκηση» και ο ερχομός της στην αντικειμενική γνώση είναι θάνατος.Ο θάνατος δεν
έχει μόνο ηθική αλλά και γνωστική σημασία.Ό,τι εμποδίζει την ψυχή να φτάσει
στην γνώση και να βρεί τον καθαρό λόγο της ουσίας αξίζει να ονομαστεί θάνατος.Ο
Νούς λοιπόν είναι αυτός που χρειάζεται να ελευθερωθεί από την δουλεία του στην
αίσθηση και στο σώμα.[10]
Η διαλεκτική σχέση που συνδέει
την ψυχή με τον θάνατο έχει μεγάλη σημασία,γιατί με τον τρόπο αυτόν τίθεται το
πρόβλημα για την αρχή της ζωής.Για να κατανοήσουμε το αληθινό νόημα της ζωής
πρέπει να την απογυμνώσουμε από την θρησκευτική και την μυθική επένδυση που της
δίνει ο «Φαίδων».Ζωή και θάνατος είναι δύο είδη γενέσεως,δύο γίγνεσθαι.Η κίνηση
της ζωής προς το τέρμα της σημαίνει την κίνηση της ζωής προς την απόκτηση
Μορφής.Η ζωή,με άλλα λόγια,έχει για αρχή της την μη ζωή,τον θάνατο.Ο φιλόσοφος
αντίστοιχα δεν ποθεί τον θάνατο αλλά την απελευθέρωση από τις υλικές
δεσμεύσεις.
Κάθε ψυχή ορίζεται ως τέτοια
στο μέτρο που φέρνει την ζωή,αλλά την αξία της αποδεικνύει επειδή ζεί και
πράττει κατά έναν ορισμένο τρόπο.Τούτο σημαίνει πως όλες οι ενέργειες της ψυχής
οφείλουν να αποβλέπουν σε ένα συγκεκριμένο σκοπό.Οι άνθρωποι ασφαλώς κάνουν πολύ
περισσότερο κακές πράξεις παρά καλές,αλλά τις κάνουν χωρίς να το θέλουν.(Ιππίας
μέγιστος 296 c).Κανείς δεν είναι εκουσίως
κακός.Όλοι οι σοφοί εξάλλου έχουν σκεφθεί έτσι.(Πρωταγόρας 345 d-e)
Σαφώς υφίσταται διαχωρισμός
ανάμεσα σε αυτό που επιθυμεί κανείς να κάνει και σε αυτό που του φαίνεται
καλύτερο.(Γοργίας 466 d-466e).Eίναι βέβαια δύσκολο για έναν
πολιτικό-ρήτορα που πράττει άδικα,ατιμάζει ή εξορίζει να υποστηρίξει ότι αυτά
γίνονται παρά την θέλησή του.Εξίσου δύσκολο είναι να το υποστηρίξει ένας τύραννος,που
εξ’ορισμού δεν εξαναγκάζεται από κανέναν και τίποτα.
Είναι θεληματικό όχι εκείνο το
οποίο προκύπτει από μία απόφαση,αλλά η συναίνεση σε μία πράξη,της οποίας κανείς
επιθυμεί την συνέπεια:δεν υπάρχει στον Πλάτωνα,ούτε στον Αριστοτέλη
κυριολεκτικά μιλώντας βούληση,εάν κανείς εννοεί με τον όρο αυτόν μία αυτόνομη
ιδιότητα.[11]
Μόνον ο Λόγος μπορεί να
αντιταχθεί στα πάθη και να προσδιορίσει την πράξη.Άβουλος-άκων χαρακτηρίζεται
εκείνος ο άνθρωπος που δεν ενεργεί με όλη την βούλησή του,και είναι αυτός ο
όρος που συνάπτεται προς την κακότητα,στο ηθικό σφάλμα,στην αδικία,αφού κανείς
δεν μπορεί να επιθυμεί τίποτα από όλα αυτά.Ακόμα και αν συναινούμε στο να
κάνουμε κακό ή ουδέτερα πράγματα,είναι πάντοτε με σκοπό τα καλά πράγματα που
εμείς πράττουμε κακώς.[12]
Η αυταπάτη στον τομέα των
ενεργειών ενός ατόμου έγκειται στο ότι πολύ συχνά ένας «καλός στόχος» δεν
αποδεικνύεται τέτοιος.Ω στόσο παρά τα φαινόμενα εκείνος που τον επέλεξε δεν
ήθελε πραγματικα ένα άσχημο αποτέλεσμα.Δεν είναι καθ’ολην την
βούλησή του,που ο άδικος σφάλλει.(Πολιτεία, 10ο βιβλίο 589 c.)
Η προφανής αντίρρηση στον
προηγούμενο συλλογισμό είναι ότι μπορεί να συμβεί κάποιος να έχει επίγνωση ενός
κακού σκοπού και παρά ταύτα να τον επιδιώκει.Πρόκειται σύμφωνα με τον Πλάτωνα
για μία καθ’όλα εξωτερική αναγνώριση.Αντικειμενικά ένας στόχος είναι
επιβλαβής,αλλά υποκειμενικά σε περίπτωση που ο άνθρωπος τον επιδιώκει, του
φαίνεται καλός,τουλάχιστον την στιγμή της πράξης.
Κάθε άνθρωπος πιστεύει ότι
βούλεται εκείνο που είναι πραγματικά καλό γι’αυτόν,μπορεί κατά συνέπεια να
αντιτάξει το πραγματικά καλό σε
ένα φαινομενικά
καλό,όπως κάνει ο Καλλικλής στον Γοργία,όταν θέτει σε αντιδιαστολή το συμβατικά
καλό που καθορίζεται από τους κοινωνικούς κανόνες και αυτό που είναι σύμφωνα με
την θεωρία του επί της ουσίας καλό.
Η ουσία του καλού τίθεται μόνο
μέσω της νοήσεως.Η αρετή είναι όρος της ευτυχίας,το να είναι δε κανείς καλός
σημαίνει απαραίτητα να είναι ενάρετος.Συνθήκη της ευτυχίας δεν είναι τόσο η αρετή όσο η δικαιοσύνη.Η αρετή σαν όρος δεν
έχει έννοια αποκλειστικά ηθική.Δηλώνει την ικανότητα ενός όντος να εκτελεί
καλώς μία λειτουργία.( Απολογία 18 a,
Μένων 78α,Πολιτεία-βιβλίο10ο 353 b-e,και
κεφ.Α΄των Νόμων).
Οι ψεύτικες αρετές γεννώνται
από την ανησυχία για το μέλλον,κυρίως όταν πρόκειται για την ανταλλαγή φόβων ή
ηδονών.Ο Πλάτων καταδεικνύει στο σημείο αυτό την παραποίηση στην ορισμό της
αρετής:από αυτό το είδος της ανταλλαγής προκύπτουν απατηλές αρετές,που
φαινομενικά υπάρχουν,αλλά μπορούμε να τις διαχωρίσουμε από την αλήθεια,λόγω της
προέλευσής τους.Οι αληθινές αρετές συναλλάσσονται με την σκέψη,η φρόνηση είναι
το μοναδικό μέσο κατάκτησης της αρετής,γιατί στοχάζεται πάνω στις Ιδέες,τις
ηδονές, και τους κόπους,προσδιορίζει τα πραγματικά αντικείμενά τους,διορθώνει
τα σφάλματα που αφορούν την φύση του επικίνδυνου,του ευχάριστου και του
επίμοχθου.Η εξαγνιστική εργασία της φρόνησης εγγυάται την συμφωνία μεταξύ
του πράγματος και του ονόματος.[13]
Το να διδάσκει κανείς την αρετή
σημαίνει να προκαλεί τον στοχασμό.Η σκέψη είναι ισότιμη προς την αρετή και σε
κάθε μία από τις αρετές,διότι δεν είναι απλή γνώση,αλλά έχει την δύναμη να
κυριαρχεί πάνω σε όλες τις δυνάμεις,οι οποίες θα μας απέτρεπαν από εκείνη.Τίποτε
δεν είναι πιο δυνατό από την γνώση έλεγε ο Σωκράτης στον
Πρωταγόρα,και δεν άλλαξε γνώμη.(Πρωταγόρας 357 c).H σκέψη θα
συνδιαλλαγεί με την ανδρεία όταν ο καιρός του κινδύνου έλθει.Η άκρατη ηδονή θα
συνδιαλλαγεί με την μετριοφροσύνη.Στην περίπτωση της αρετής,η σχέση μεταξύ του
ενός και του πολλαπλού δεν είναι ούτε η σχέση ενός γένους προς τα είδη,ούτε η
σχέση ενός όλου προς τα μέρη του.[14]
Η σκέψη διαφοροποιεί την
αληθινή από την φαινομενική αρετή,όταν η αρετή ιδιαιτεροποιείται είναι η σκέψη
που κατακερματίζεται και γίνεται ανδρεία.Αρετή και σκέψη δεν είναι δύο κλειστές
ολότητες,είναι αντίθετα τόσο εσώτερες η μία στην άλλη,ώστε η σκέψη να διεισδύει
σε κάθε αρετή,χωρίς να είναι ένα μέρος της και χωρίς να καλύπτει ένα μέρος του
ορισμού της.Η ενάρετη ψυχή περιλαμβάνει την σκέψη σε όλα όσα επιθυμεί επιχειρεί
και πράττει.Σε όλες τις ενέργειες και τους λόγους της η δύναμη της διάνοιας
εμπεριέχεται.Η γνώση,που είναι αρετή συμπίπτει με την αναγνώριση από την γνώση
της αρετής της.
Ο Πλάτων προσπαθεί με βάση
όρθους συλλογισμούς να διανύσει την απόσταση προς όλα τα μυστικά του φυσικού
σύμπαντος.Ωστόσο τις ιδέες του για την γεωγραφία και την αστρονομία τις
προσφέρει μέσα από την κατασκευή μύθων.Αν όχι στον «Φαίδωνα» αργότερα θα
αναιρέσει το μόνο συμπέρασμα που είναι ανοιχτό σε έναν ευθύ και λογικό
άνθρωπο,που ζει σύμφωνα με την πλατωνική μεταφυσική θεωρία.Με άλλα λόγια το
γεγονός ότι δεν υπάρχει κανένα σαφές όριο που να καθορίζει την φυσική
πραγματικότητα,μόνο υποθέσεις εξειδικευμένες.Όταν ο Πλάτων εγκαταλείπει την
αισθητική εμπειρία,και ταυτόχρονα αποκλείει την φυσική ,την βιολογία, την
ιατρική,από το στάδιο των ανωτέρων σπουδών,δεν υπάρχει καμμία αντίρρηση στο
γεγονός ότι από εδώ και πέρα η αθανασία της ψυχής θα αντιμετωπιστεί από την
διαλεκτική.Μορφές όπως η φωτιά το χιόνι,η ζέστη,ο πυρετός,αντιμετωπίζονται
με την επαρκη απορία στον Τίμαιο.Η ύπαρξη των φαινομένων αυτών,παράγεται
φορμαλιστικά και τοποθετείται σε μεταφυσικό επίπεδο,μόνο και μόνο για να
εγκαταλειφθούν στο σημείο αυτό,καθώς συνεχίζεται στον Τίμαιο η ενασχόληση με
την ερμηνεία της δημιουργίας των φυσικών φαινομένων.Τελικώς τα φαινόμενα της
επιστήμης ανάγονται στην γεωμετρική δόμηση της ύλης.Γνωρίζουμε για παράδειγμα
ότι η φωτιά οδηγεί το νερό σε σημείο βρασμού,λιώνει τα μέταλλα,και λαμβάνει
μέρος στην διαδικασία της θρέψης του σώματος όπως και το νερό.Οι αιτίες των
φυσικών,χημικών και βιολογικών φαινομένων,δεν διαχωρίζονται από τα συστατικά
των Ουσιών
και από τις Μορφές αλλά μεταβάλλουν συνθετικά την δομή των ατόμων.[15]
Ότι απαιτείται από τις αιτίες
δεν είναι η βεβαιότητα τελικά,αλλά η παρουσίαση μίας υποθετικής μορφής,της
ατομικής θεωρίας,που δεν έχει παρά την αίγλη μίας αισθητικής θεωρίας,καθώς τα
ίδια τα φαινόμενα συνηγορούν κατά την πλατωνική άποψη σε κάτι τέτοιο.Ο Πλάτων
δεν διαχωρίζει απλά τις μηχανιστικές από τις τελολογικές αιτίες,αλλά αποκτά
οπτική της διάκρισης,ανάμεσα στις λογικές αιτίες και τις κατηγοριοποιήσεις των
Ουσιών.Ωστόσο δεν πρέπει να συμπεράνουμε
ότι σε κάποιο σημείο της ανάλυσης
του ο Πλάτων δεν παραδέχεται ότι τα αίτια των φυσικών φαινομένων και
όντων,περιλαμβάνουν πολλές και διαφορετικές Ουσίες.[16]
Απευθείας με τα πράγματα ο Νούς
δεν συναναστρέφεται ποτέ,γιατί ο Νούς είναι πάντοτε κλεισμένος μέσα του,και από
τον εαυτό του ενεργεί και διαμορφώνει την πραγματικότητα.Μόνον το νόημα είναι
το σταθερό αντικείμενο του Νού.Το νόημα έχει σχέση με το πράγμα,αλλά ποτέ δεν
είναι το ίδιο το πράγμα.Το πρόβλημα της αθανασίας της ψυχής συναρτάται άμεσα με
εκείνο του νοήματος.Ο λόγος των πραγμάτων,όχι κατά την οντολογική αλλά κατά την
λογική σημασία,μετατρέπεται σε πρόβλημα των αρχών της φιλοσοφίας.Οι αρχές όμως
αυτές για να έχουν αξία για την έρευνα και για την νόηση,πρέπει να έχουν
αντικειμενικότητα,σταθερότητα και αθανασία.Την στροφή τούτη από την οντολογία
στην εννοιολογία,από την ενυπόστατη ουσία στην νοητή ουσία,την έζησε ο Πλάτων
σαν ουσιαστικό βίωμα.[17]
Τούτο φαίνεται κυρίως στον
«Φαίδωνα»,όπου ο φιλόσοφος μας ααποκαλύπτει έμμεσα με το στόμα του Σωκράτη,τι
έγινε μέσα του,καθώς προχωρούσε από τα πράγματα στα νοήματα,καθώς από την
πολλαπλότητα προσέγγιζει την Ιδέα: «όταν ήμουνα νέος»,λέει ο Σωκράτης στον
Κέβη, «με κυρίεψε μεγάλη επιθυμία για αυτήν εδώ την σοφία,που την ονομάζουν
φυσική επιστήμη.Γιατί μου φαινόταν μία έξοχη επιστήμη,με το να γνωρίζει τα
αίτια του κάθε όντος,δηλαδή γιατί γίνεται το καθένα,γιατί φθείρεται,γιατί
υπάρχει….» Ο Πλάτων μιλά πάντα για την ίδια ψυχή.Τείνει βέβαια κανείς να σκεφτεί
ότι ορισμένα επιχειρήματα της δίνουν μία φύση,ενώ ορισμένα άλλα επιχειρήματα
της δίνουν μία άλλη φύση.Σύμφωνα με το κυκλικό επιχείρημα( «Φαίδων» 70c-73e), όταν ένα γίγνεσθαι καταλήγει
σε μία αντίθετη κατάσταση,αυτό σημαίνει ότι αντιτίθεται στην κατάσταση
αφετηρίας του.Το ουσιώδες σημείο οπωσδήποτε στον «Φαίδωνα» είναι ότι ο Σωκράτης
την στιγμή που πεθαίνει διαβεβαιώνει για την ύπαρξη μίας ανώτερης
πραγματικότητας,αθάνατης και αιώνιας,και αυτήν την εμπιστοσύνη του φιλοσόφου
δεν μπορούμε να την θεωρήσουμε παράλογη ή τρελλή.Ο Σωκράτης δεν ικανοποιείται
από την παλαιά θρησκευτική πίστη στην αθανασία της ψυχής,,αλλά είναι σίγουρος ότι η ψυχή του θα συνεχίσει να υπάρχει
μετά τον θάνατο,ότι είναι άφθαρτη.Ο Πλάτων υποστηρίζει σθεναρά την άποψη του
δασκάλου του εντάσσοντας τις ποιότητες της ψυχής στην αιώνια και ακατάστρεπτη
φύση μίας ύπαρξης που διαθέτει την φύση
που έχουν οι Θεοί και οι Μορφές[18] O στόχος του Πλάτωνα στον κοσμολογικό μύθο του «
Τίμαιου» είναι η αποκάλυψη της τάξης του σύμπαντος,καθώς και του τρόπου
με τον οποίο αυτή μετατρέπεται σε απτό γεγονός.Ο κόσμος δημιουργήθηκε σε μία
εξελικτική διαδικασία ( «Τίμαιος» 28 c
).
Η μίμηση της Μορφής είναι
αναγκαία προυπόθεση για την δημιουργία των όντων.Το να σκέπτεται κανείς την
μιμητική απεικόνιση της Μορφής,ή την τυχαιότητα στην κίνηση ανεξάρτητα από την
Δημιουργία είναι σφάλμα.Όπως ακριβώς ο Αριστοτέλης πίστευε ότι η πρωταρχή της
ύλης δεν έχει πραγματική ύπαρξη από μόνη της, αλλά γνώριζε ότι περισσότερο ήταν
σύνθεση πρωτογενών ουσιών ( γή,αέρας,νερό,φωτιά) οι οποίες λαμβάνουν
στοιχειώδεις σχηματισμούς,έτσι και η μίμηση καθώς και η καθαρή Μορφή αποτελούν
μία αποκλειστικά μεταφυσική συγκυρία. Αν θελήσουμε να έχουμε κάποιο συμπέρασμα
αυτό πρέπει να βρίσκεται στην δομή των ειδώλων-ομοιωμάτων της πραγματικότητας,και
την είσοδό τους στον κόσμο.[19]
Η ψυχή είναι
σκεπτόμενη,προσκολλάται σε πραγματικότητες ουσιωδώς άφθαρτες και εξομοιώνεται
με αυτές όπως αναλύει ο «Φαίδων» και επαναλαμβάνει η «Πολιτεία».Μπορεί να το
κάνει διότι τέτοια είναι η αληθινή της φύση και ο προορισμός της,κάτι που
ωστόσο κάθε ψυχή δεν αναγνωρίζει.Το επιχείρημα της αναμνήσεως,συνδεδεμένο με το
επιχείρημα της συγγένειας της ψυχής με τις νοητές ουσίες,δεν ξανατέθηκε ποτέ ως
ζήτημα ακόμα και κατόπιν των αντιρρήσεων του Σιμμία και του Κέβη.Η ψυχή η οποία
αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως σκεπτόμενη,έχει ίσως περισσότερο από όλα τα
όντα και όλες τις ουσίες κάτι το ακατάστρεπτο.Όμως η ενοποίηση των δύο ποιοτικά
διαφορετικών δυνάμεων της ψυχής ,που η μία ζωοποιεί και κινητοποιεί το σώμα με
το οποίο ενώνεται ,και η άλλη σκέπτεται διαχωριζόμενη από αυτό,δεν έγινε ποτέ[20]
Γίνεται με τον τρόπο αυτόν
φανερό ότι ότι το μη όν εμπεριέχεται στο όν,μετέχει στην ίδια ουσία του όντος,
ωστόσο η ιδιαιτερότητά του συνίσταται ακριβώς στο γεγονός ακριβώς ότι παραμένει
ξένο,έ τερο προς το όν.Η ετερότητα είναι αυτό που κατανοούμε ως σωματικότητα,
ενώ την πρωταρχική νοήμονα ουσία ονομάζει ο Πλάτων όν.Στον «Σοφιστή» ο Πλάτων διευκρινίζει: «όταν λέμε μη όν δεν δεν λέμε
κάτι το οποίο είναι τελείως αντίθετο στο όν ,παρά μόνον διαφορετικό»(257 b)
Eπομένως ο
αιώνιος κόσμος του παντός παρά τον καταμερισμό του και την φαινομενική διαίρεσή
του, υφίσταται ως ακατάλυτη ενότητα,εφόσον πλάστηκε με βάση το πρότυπο των
Μορφών. Στον «Φίληβο» τονίζει: « πρώτα
ονομάζω το άπειρο, κατόπιν το πεπερασμένο, τρίτον υπάρχει μία ουσία μικτή και
δημιουργημένη από τα δύο αυτά.Η αιτία της αναμείξεως χαρακτηρίζεται ως τέταρτη
δύναμη»
Ο Λόγος σχετίζεται άμεσα με την
κατανόηση της Μορφής, ώστε να αντιληφθεί ο μελετητής την Ιδέα του ωραίου.Οι
κοσμολογικοί μύθοι έχουν ως στόχο να αποκαλύψουν τα ερείσματα της τάξης του
σύμπαντος,δεδομένου ότι η μη συστηματική κίνηση οδηγεί σε δυσαρμονία.Ο
αφηγηματικός τρόπος του μύθου του Δημιουργού,επιβάλλει πρόδηλες
αναγκαιότητες::ό,τι είναι οντολογικά πρωτεύων παρουσιάζεται ως απλή φάση
εξέλιξης.Ο Πλάτων επισημαίνει στον μύθο της γενέσεως ότι ακόμα και εάν το σώμα
πρέπει να παραμείνει προγενέστερο και κατώτερο από την ψυχή,η αντίθεση μεταξύ
τους διασφαλίζει την ισορροπία.(«Τίμαιος»,34 c). Οι υλικές συνθήκες όπως
υποδεικνύει το όνομά τους,λειτουργούν ως παράγοντες ώστε να καθοριστεί ένα
πανομοιότυπο παρόντος και παρελθόντος.[21]Οι
υλικές συνθήκες διαθέτουν το πλεονέκτημα να πραγματοποιούν τον διαχωρισμό και
την αναγνώριση της ιδιαίτερης ταυτότητας των πραγματικότήτων.Τυπικά και
συγκεκριμένα συμπεράσματα που καθορίζουν επακριβώς τις παραμέτρους λειτουργίας
της ομοιότητας και της ετερότητας δεν εκφράζονται στην πλατωνική θεωρία.Είναι
αμέσως προφανές ότι η απλή ετερότητα δεν σχετίζεται με την εικόνα.Υπάρχουν
σημαντικές εξελίξεις στην κοσμική ιστορία,που δεν σχετίζονται με δεδομένες
πραγματικότητες,εξελίξεις,οι οποίες δεν στοχεύουν στις μεθόδους του Όντος,και
δεν υπηρετούν τους τρόπους με τους οποίους συνδεόμαστε με αυτό.Στην πιο γενική
της έννοια η ψυχή είναι ο παράγων που εξομοιώνεται με τις έμφυτες αναγκαιότητες
των επιδιώξεων της ζωής.Το σωματικό πλέγμα της ψυχής περιλαμβάνει την
ανάπτυξη,την συναίσθηση,την κατανόηση των ηθιικών αξιών,εν γένει όλες τις
λειτουργίες της ζωής[22].Αυτό
φαίνεται πως είναι στην πλατωνική θεωρία
το «πρότυπο» που οδηγεί στο Απόλυτο.Πάνω από όλα για την δημιουργία της ζωής
απαιτείται η πράξη της ανάμειξης,η έννοια της συμμετοχής του Δημιουργού και των
δαιμόνων,κατά τρόπο ώστε η ανθρώπινη ύπαρξη να γεννάται και να εξελίσσεται ως
υπερβατική ετερότητα.Ότι προέρχεται από
την φύση δεν είναι λογικό και γι’αυτό δεν είναι πάντοτε καλό.Πέρα από την φύση
υπάρχει ο Λόγος,άσχετος εντελώς προς αυτήν διότι έχει άλλη προέλευση.Το
φιλοσοφικό οικοδόμημα του Πλάτωνα στηρίζεται στην ύπαρξη ενός άλλου
κόσμου,ανεξάρτητου από την θνητή ζωή,τέλειου,αιώνιου.Πρόκειται για έναν
κόσμο,που υπάρχει από την αρχή των όντων.Ο κόσμος αυτός των Ιδεών δεν γίνεται
κατανοητός από τις αισθήσεις,αλλά μόνο από την διάνοια.Ανάμεσα στο σύμπαν των
αισθητών πραγμάτων,που είναι στο μεγαλύτερο μέρος του ο κόσμος του ανθρώπου ως
υλικός,και στο νοητό σύμπαν των Ιδεών,υπάρχει η ψυχή.H αναγνώριση ότι υπάρχουν Ιδέες
της κίνησης δεν σημαίνει ότι η αυτοκίνητη ψυχή πρέπει να ενταχθεί σε
αυτές.Πρέπει επίσης να αποκλειστεί η άποψη ότι είναι έμψυχη κάθε ιδέα εφόσον οι
ιδέες θεωρούνται ακίνητες,άσχέτως εάν το «παντελώς όν» νοείται ως προικισμένο
με ζωή όπως άλλωστε και το «παντελές ζώον» του Τίμαιου. Το «παντελώς όν»
αναλύεται στον Σοφιστή, δεδομένου ότι το όν πάσχει καθόσον γιγνώσκεται,και
κατά τούτο κινείται.Δεν κινείται μόνον κατά το ότι γνωρίζεται ,χωρίς καμμία
εσώτερη κίνηση αποκλειστικά δική του.Πρόκειται για το σύνολο της μεταφυσικής
πραγματικότητας,εκείνοι δε που δέχονται την ακινησία του όντος αφανίζουν την
επιστήμη.Το ίδιο κάνουν και όσοι αποδέχονται πως τα πάντα κινούνται αφού η
επιστήμη προυποθέτει και πράγματα σταθερά και αμετάβλητα,όπως οι ιδέες.Το
«παντελώς όν» περιλαμβάνει την ψυχή με την
αυτοκινησία της,και τον νού με την κυκλική κίνησή του.Έτσι ο Πλάτων καθορίζει
οριστικά την θέση του ανάμεσα στον Ηράκλειτο και τον Παρμενίδη.Οι απόψεις του Πολιτικού
για την παγκόσμια κίνηση
εντάσσονται σε έναν μύθο κοσμογονικό,όπου ο Πλάτων αντιπαραθέτει το νοητό και
το αισθητό,τον κυβερνήτη νού και την σωματική αρχή,την αταξία της ύλης πριν
επέμβει ο Δημιουργός ,και την τάξη που δημιουργεί η θεική παρέμβαση,την διάλυση
στην οποία οδηγεί η ανομοιότητα-η ετερότητα η οποία χαρακτηρίζει τα
αισθητά-,και την αποκατάσταση του ενός η οποία αποκαθίσταται μέσω της
ομοιότητας. Η σημασία της μυθολογικής αφήγησης στον « Τίμαιο» δεν υπάρχει
στον «Φαίδωνα»
, στον οποίο επικρατούν περισσότερο αρχαικά πρότυπα. Σίγουρα η παραπάνω
αφήγηση συνέδεσε τα τρέχοντα δεδομένα γεγονότα με τις αιώνιες και πρωταρχικές αλήθειες,με
τα πρωταρχικά στοιχεία και αιτίες,όπως θα το έθετε ο Αριστοτέλης.Η κριτική
σπουδαιότητα της αναφοράς αυτής έγκειται στο ότι ο Πλάτων δεν έχει σκοπό να
καταργήσει τον χρόνο,να μετατρέψει την ιστορία σε μία απλή επιφάνεια,ή σε ένα
σημάδι εκκίνησης ανώτερων πραγμάτων.Στόχος του φιλοσόφου είναι η υπέρβαση της
εμπειρικής πραγματικότητας.Αντί για επίδειξη
και ανάλυση της ιστορίας ο Πλάτων ασχολείται με το ανώτερο επίπεδό της
,την αιωνιότητα, κάτι που σημαίνει ότι αντιτίθεται στο συγκεκριμένο διάλογο [23]
στην μυθική αρχαική ανάλυση.
Η ψυχή,που χαρακτηρίζεται «
φιλόσοφη, οικεία, ημετέρα»,ανακαλύπτει ξανά την επιστήμη.Αναμφισβήτητα ο
χαρακτήρας της καθαρότητάς της οδηγεί στην τριαδικότητά της, και ολοκληρώνει
την μελέτη της πραγματικής επιστήμης.[24]
Ο Εμπεδοκλής
μιλάει για ξεχωριστά πνευματικά όντα, που ενοικούν στους ανθρώπους και σε άλλα
επίσης πλάσματα της φύσης. Τα ονομάζει δαίμονες που έχουν εκπέσει στον υλικό
κόσμο και πρέπει να περάσουν από πολλές διαφορετικές μορφές ζωής, μέχρι να
ελπίσουν στην απελευθέρωση. Η αίσθηση, η αντίληψη και η ικανότητα της σκέψης,
είναι λειτουργίες της ύλης, οι οποίες δεν συνιστούν την ουσία της ψυχής που ενοικεί στους ανθρώπους, τα ζώα
και τα φυτά. Η ψυχή-δαίμονας δεν αποτελείται από στοιχεία της ύλης, ούτε είναι για
πάντα εξαρτημένη από αυτά. Εισχωρεί ως ξένος και προς ζημίαν της στον κόσμο
αυτόν, που τα σταθερά συστατικά του είναι τα τέσσερα στοιχεία,και οι δύο
δυνάμεις της φιλότητος και του
νείκους.[1]
Κατά
τον Δημόκριτο η ψυχή είναι εκείνη που παρέχει την κίνηση στις συγκεντρώσεις των
σωμάτων με έμφυτη ακινησία. Αυτά τα άτομα συνθέτουν την φωτιά και την ψυχή. Η
ικανότητα της αντίληψης και η σκέψη εξαρτάται από την κίνηση της ψυχής. Η
παραμονή των ατόμων της ψυχής εξασφαλίζεται με την αναπνοή, η οποία αντικαθιστά
διαρκώς τα λεία μόρια της ψυχής, που
εκδιώκονται υπο την πίεση της περιβάλλουσας ατμόσφαιρας. Έρχεται όμως η
στιγμή που η αναπνοή δεν μπορεί να εκτελέσει την παραπάνω λειτουργία και τότε
επέρχεται ο θάνατος. Με τον θάνατο καταργείται η ενότητα των ατόμων που
σχημάτιζαν τον συγκεκριμένο ζωντανό οργανισμό. Τα άτομα αυτά της ψυχής, όπως
και τα άλλα άτομα δεν καταστρέφονται ούτε μεταβάλλονται ειδολογικά, επιστρέφουν
όμως στην αεικίνητη μάζα της ουσίας του κόσμου. [2]
Οι
υλικές συνθήκες συνδέονται με αυτό που συνήθως αποκαλούμε χωρόχρονο. Η άποψη
του Newton για την φύση
του χωρόχρονου, εκκινά από την πλατωνική θεωρία. Ο Δημιουργός, το λιοντάρι που βαδίζει στην
έρημο εξαλείφοντας τα ίχνη του-το παρελθόν του ούτε η ύλη ως υποδοχή και
πρόσληψη υπάρχουν ο ένας χωρίς την άλλη.[3] Η
αρχαία ελληνική έννοια της ψυχής,όπως δείχνει ο Πλάτωνας στον Φαίδωνα, δεν σημαίνει κάτι
προσδιορισμένο : είναι ζωική αρχή, πνεύμα και εαυτός. Ο Πυθαγόρας φαίνεται να
κατανοεί την ψυχή ως εαυτό, και ως ζωική αρχή
Στον Τίμαιο ο
Δημιουργός αναθέτει στους κατώτερους
θεούς το χρέος της κατασκευής της ανθρώπινης ψυχής, ωστόσο πρέπει να τονιστεί
στο σημείο αυτό ότι δεν υπάρχει καμμία αναφορά για την κατασκευή ψυχών
κατωτέρου επιπέδου. Όλες οι θνητές ψυχές προέρχονται από την ίδια πηγή και
υλικό. Οι διαφορές τους δεν περιλαμβάνονται ξεκάθαρα στις προθέσεις του
Δημιουργού. Το αποτέλεσμα είναι ότι κάποιες ψυχές δεν ακολουθούν με την ίδια
ευκολία τον δρόμο προς την αθανατότητα, και βρίσκονται σε διάφορα ατελή στάδια
της αιώνιας Μορφής. Αυτές οι ψυχές που πέφτουν στην υλική πραγματικότητα και
ανάγκη, είναι οπωσδήποτε αρκετές στον κόσμο των ανθρώπων. Είναι οι ψυχές οι
οποίες δεν έχουν κατορθώσει να δούν όλα τα είδη των ανθρώπινων ενσαρκώσεων,
κατατάσσονται για τον λόγο αυτόν, σε εννέα κατηγορίες ανάλογα με την ικανότητά
τους αναφορικά με την θέαση των Καθαρών Μορφών.[1]
Επειδή ο θάνατος
είναι ένα αγαθό, ο αληθινός φιλόσοφος άρα δεν θα πρέπει να το επιδιώξει; Ο
Σωκράτης στον Φαίδωνα προκαλεί την έκπληξη του Κέβη, όταν θέτει ως αρχή ότι η
θρησκευτική συνείδηση το απαγορεύει. Η επίλυση αυτής της θεωρητικής δυσκολίας
αναζητείται αρχικά στην ερμηνεία μίας ιερουργικής διατύπωσης των μυστηρίων. Τα
ανθρώπινα πράγματα είναι αντικείμενο των θεών και ιδιοκτησία τους. Οι άνθρωποι
βρίσκονται κάτω από την επιτήρησή τους. Ακόμα και για να πεθάνουν πρέπει να
λάβουν εντολή από τους κυριάρχους τους.[2]
Ο Κέβης
αντιλαμβάνεται την λογική αντίφαση : εάν είμαστε ιδιοκτησία των θεών και αυτοί
θεωρούνται οι κάλλιστοι κύριοι, είναι ανόητο για έναν φιλόσοφο να μην επιθυμεί
τον θάνατο σαν μία απελευθέρωση. Ο Σιμμίας παρατηρεί επίσης ότι αυτή είναι η περίπτωση
του Σωκράτη, ο οποίος δεν εξοργίζεται με τους θεούς και καλοσωρίζει τον θάνατο.
Ο Σωκράτης αναγκάζεται λοιπόν να προβεί αυτή την φορά για χάρη των φίλων του σε
μία συνηγορία της στάσης του και του φιλοσόφου γενικότερα απέναντι στον θάνατο.[3]
Το
κυρίαρχο θέμα αυτής της συνηγορίας είναι η επιβεβαίωση μίας διπλής ελπίδας,
εκείνης του να βρεί κανείς στον Άδη Θεούς άλλους από εκείνους αυτού του κόσμου,
αλλά εξίσου καλούς και σοφούς, και επίσης να συναντήσει κανείς αυτούς τους
νεκρούς ,στους οποίους η χαρισματική ζωή, τους εξασφάλισε την αιώνια
ευδαιμονία, σύμφωνα με τις παλιές παραδόσεις. Πρόκειται επομένως να
αιτιολογήσει ο Σωκράτης αυτήν την διπλή ελπίδα μέσα από πιθανές αιτίες.[4]
Η πρώτη αιτία αναφέρεται στην διαγωγή του
ίδιου του φιλοσόφου: η μοναδική του ενασχόληση είναι πράγματι να πορευτεί προς
τον θάνατο και εν τέλει να πεθάνει. Γιατί ο φιλόσοφος πρέπει να εξοργιστεί με
τον να επιδιώκει τον στόχο αυτόν; Η
ιδιαίτερη ποιότητα του θανάτου για τον οποίο αυτός εργάζεται μας προσφέρει ένα
δεύτερο κίνητρο. Ο θάνατος είναι ένα
γεγονός το οποίο αποδίδει το σώμα σε αυτό το ίδιο και την ψυχή στον εαυτό
της, είναι με άλλα λόγια ο διαχωρισμός τους. [5]
Εάν η
προηγούμενη θεωρία είναι αληθινή, κάθε πραγματικότητα (δίκαιο, ωραίο, καλό, ή
μέγεθος, υγεία, δύναμη) μπορεί να γίνει γνωστή επακριβώς, και αμιγώς στην
αλήθεια της ατομικής της ουσίας, μόνο μέσα από τον λογικό στοχασμό δίχως να αναμειγνύονται οι αισθήσεις
που προέρχονται από το υλικό σώμα.
To συμπέρασμα που επιβάλλεται
από τον προηγούμενο συλλογισμό είναι ότι η ψυχή δεν θα γνωρίσει τίποτε αληθινά
-πράγμα που είναι ο σκοπoς της -παρά μετά τον θάνατο και ολοκληρωτικά χωρισμένη
από το σώμα. [6]
Η ψυχή είναι αρχή ζωής, έτσι ώστε
όταν είναι αυτή παρούσα σε ένα σώμα το καθιστά ζωντανό. Το σώμα είναι απλώς το
όχημα το προορισμένο να την μεταφέρει. Εκείνη δημιούργησε όλα τα αισθητά και
αποτελεί την παγκόσμια αιτία των μετασχηματισμών κάθε πράγματος. Κινεί από μόνη
τον εαυτό της, ενώ παράλληλα είναι η αιώνια αρχή της κίνησης και της ζωής
Η κύρια δραστηριότητα του
Δημιουργού, είναι η διαμόρφωση του σώματος του κόσμου και η διάπλαση της ψυχής
του.Όλες οι υπόλοιπες πράξεις του είναι επαναλήψεις ή τροποποιήσεις της κύριας
δραστηριότητάς του.Η διάπλαση της ψυχής του κόσμου δεν παρουσιάζεται με ακρίβεια.Δεν
έχουμε καμμία σαφή παράσταση,απλώς στον «Τίμαιο» αναφέρεται «…η ψυχή έγινε
αόρατη.διέπεται από λογική και αρμονία, το άριστο δημιούργημα του άριστου
νοητού όντος…» ( 37 a
,μτφ Κάλφας, 1995,
σ.σ 211 ).Τοποθετείται μεταξύ δύο χωριστών σφαιρών, των αιώνιων Ιδεών, και των
κατ’αίσθησιν αντιληπτών όντων και επικοινωνεί και με τις δύο.Οι λειτουργίες της
αποσκοπούν στην παραγωγή της κίνησης και της γνώσης.Ο άνθρωπος διαφέρει από τα
άλλα ζώα διότι διαθέτει εκτός από ψυχή και νού.Ωστόσο χωρίς την ψυχή δεν μπορεί
να υπάρξει κανένας νούς.Αν κυριαρχεί ο νούς στην ανθρώπινη ψυχή, τότε ο
άνθρωπος είναι αγαθός.Αν επικρατούν όμως στην τριχοτομημένη πλατωνική ψυχή η
επιθυμία ή ο θυμός, τότε ο άνθρωπος είναι κακός.Η επικράτηση του νού είναι
συνδεδεμένη επίσης με την αλήθεια, την μακαριότητα, την αθανασία.Το θείο
στοιχείο της διανοίας καθιστά την ανθρώπινη ψυχή αρίστη.Η πλατωνική περιγραφή
άλλωστε της ιδεώδους αρμονίας του κόσμου, η οποία συνίσταται στην αρμονική
ενότητα του σώματος, της αγαθής ψυχής, και του νού, πιστοποιεί πως ολόκληρο το
προηγούμενο ιδανικό μόρφωμα προέρχεται από την ανθρώπινη εμπειρία, η οποία
βλέπει τον εύτακτο κόσμο ως πρότυπο.Ο άνθρωπος οφείλει να προσκοληθεί σε τούτη
την τάξη, εφόσον μόνο η μεσολάβηση του εύτακτου κόσμου πραγματοποιεί την άμεση
θέαση των Ιδεών.Ο Πλάτωνας αναγνωρίζει δύο είδη αιτίων,το μηχανικό και το
τελικό.Το πρώτο θεωρεί συγκυριακό, το δεύτερο εφοδιασμένο με την σκοπιμότητα,
που μπορεί να θέσει σε κίνηση ο νούς.O Τίμαιος επιδιώκει να
κατανοήσει «ποιό είναι εκείνο που πάντα υπάρχει και ποτέ δεν γεννιέται,και ποιο
είναι εκείνο που συνέχεια μεν γεννιέται αλλά ποτέ δεν υπάρχει.Και το μέν πρώτο
γίνεται καταληπτό με την σκέψη και με συλλογισμούς γιατί παραμένει πάντα
αμετάβλητο.Το δε δεύτερο γίνεται αντιληπτό με την δοξασία που συνοδεύεται από
ασυλλόγιστη αίσθηση,γιατί γεννιέται και πεθαίνει ενώ στην πραγματικότητα ποτέ
δεν υπάρχει».Κάθε πράγμα που λαμβάνει σχήμα και ιδιότητες από τον
δημιουργό,χρησιμοποιεί σαν πρότυπο και αποβλέπει πάντοτε σε εκείνο,που
παραμένει αναλλοίωτο.Για τον παραπάνω λόγο κάθε τι που κατασκευάζεται με τον
παραπάνω τρόπο είναι αναγκαστικά καλό.Αυτό όμως που δημιουργείται με πρότυπο το
ήδη κατασκευασμένο δεν είναι καλό.Εάν λοιπόν ο κόσμος αυτός είναι ωραίος και ο
δημιουργός του καλός,τότε είναι φανερό ότι απέβλεπε στο αιώνιο πρότυπο.Εάν
συμβαίνει το αντίθετο –πράγμα που δεν είναι επιτρεπτό να το αναφέρει
κανείς-τότε απέβλεπε σε αυτό που έχει γίνει.Ο δημιουργός του κόσμου ωστόσο είναι ανώτερος από τα αίτια,ο δε
κόσμος ο ωραιότερος από αυτούς που υπάρχουν.Ο κόσμος κατασκευάστηκε σύμφωνα με
τα αμετάβλητα πρότυπα,τα οποία γίνονται αντιληπτά με την λογική και την
νόηση.Ένα βασικό χαρακτηριστικό της πυθαγόρειας ελληνικής διανόησης,είναι ο
καθορισμός της δομής ενός αντικειμένου
με όρους λογικής και συμμετρίας.Η αναλογία είναι ένας τρόπος να πούμε πως τα
αντικείμενα διαφέρουν ή ομοιάζουν μεταξύ τους.Μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η
πλατωνική ψυχή είναι κατασκευασμένη με βάση την ομοιότητα και την
αντίθεση,διατηρείται μάλιστα σε αρμονία,στηριγμένη σε γεωμετρικές λογικές.( «Τίμαιος»,34c-36d). Υπάρχουν επομένως μαθηματικοί
όροι οι οποίοι εναλάσσονται στην διεξαγωγή των αναγκαίων προσαρμογών.[1]
Με τον παραπάνω τρόπο πραγματοποιείται ο διαχωρισμός και η αναγνώριση της
ιδιαίτερης ταυτότητας των όντων.
Σε ότι αφορά τον κόσμο στο
σύνολό του,ο Δημιουργός του έχει δώσει
σφαιρική μορφή που είναι και η αρτιότερη,και στο κέντρο του υπάρχει η
ψυχή ,που απλώνεται στο σύνολο,που θα κυβερνήσει.Η ψυχή είναι το αποτέλεσμα της
συνένωσης του ίδιου και του αλλότριου.Ενδιάμεση ουσία γεννημένη από δύο
άκρα,μπορεί την ίδια στιγμή να σφυρηλατείται από δόξες ( γνώμες), αλλά
περισσότερο αγγίζει την επιστήμη( πραγματική γνώση).Ο Δημιουργός επιβάλλεται να
κατοικεί σε αυτή την τεράστια σφαίρα των όντων,η οποία κατανέμεται σε τρία
επίπεδα : επάνω βρίσκονται τα πλάσματα του ουράνιου γένους των θεών,έπειτα πιο
χαμηλά το γένος των πτερωτών ψυχών,τέλος
στο κατώτερο πεδίο,όσα πλάσματα περπατούν πάνω στην γή.Τα στοιχεία ανήκουν σε
γεωμετρικές μορφές: η πυραμίδα αντιστοιχεί στην φωτιά,το οκτάεδρο στην γή και ούτω
καθεξής.Αναφορικά με τον άνθρωπο,διαθέτει μία θνητή ψυχή αλλά μετέχει και της
αθανασίας η θνητή ψυχή εδράζεται στο στήθος του,το αθάνατο μέρος της στην
κορυφή της κεφαλής. «Από σεβασμό προς το θείο μέρος της ψυχής,επειδή φοβήθηκαν
( οι συνδημιουργοί θεοί) μήπως το μιάνουν περισσότερο,από όσο θα ήταν απολύτως
αναγκαίο,τοποθέτησαν το θνητό μέρος σε διαφορετικό σημείο του σώματος,και για
να κρατούν τα δύο μέρη χωριστά,ύψωσαν το λαιμό ως ισθμό και όριο ανάμεσα στο
κεφάλι και στο στήθος.Το θνητό μέρος της ψυχής το εμφύτευσαν στο στήθος ,και ειδικότερα στο σημείο,που
αποκαλείται θώρακας.Επειδή όμως η θνητή ψυχή διαθέτει μία καλύτερη και μία
χειρότερη πλευρά,χώρισαν στα δύο και την κοιλότητα του θώρακος τοποθετώντας
στην μέση το διάφραγμα….» ( Τίμαιος 69 c-
70 b) .
Η ψυχή ομοιότατη με το
μονοειδές και το νοητό,εξελίσσεται συνεχώς με έναν δικό της ιδιαίτερο τρόπο.Οι
ορθώς φιλοσοφούντες καθαίρουν την ψυχή τους,στον
« Φαίδωνα» ψυχή αποσαφηνίζεται και διαφωτίζεται.Ο Πλάτων
αναφέρει πως η ψυχή όταν φτάνει στην γή από τον ανώτερο κόσμο έχει κατακτήσει
τις νοητές αλήθειες και εξαιτίας αυτών διαθέτει την δύναμη της πνευματικής
ανόδου. Η ψυχή η οποία δεν έχει την
ικανότητα να εξαγνιστεί απο μόνη της απομακρύνεται απο την θεικότητα.[2]Ο
κόσμος μας επομένως είναι εικόνα κάποιου άλλου κόσμου.Ο δημιουργός ήταν
αγαθός,και στον αγαθό κανένας φθόνος δεν γεννιέται ποτέ για τίποτε.Επειδή
λοιπόν απουσίαζε ο φθόνος από αυτόν,θέλησε να γίνουν όλα όσο το δυνατό πιο
όμοια με τον εαυτό του.Σκεπτόμενος δε κατέληξε ότι τίποτε από τα φύσει ορατά
που δεν έχει λογική,δεν θα μπορούσε να αποτελέσει καλύτερο σύνολο από κάποιο
άλλο που έχει λογική,επίσης συμπέρανε ότι είναι αδύνατο να υπάρξει λογικό χωρίς
ψυχή σε κάποιο πράγμα.Με την σκέψη αυτή αφενός έθεσε την λογική μέσα στην ψυχή,
αφετέρου την ψυχή μέσα στο σώμα,και δημιούργησε το σύμπαν έτσι ώστε να φτιάξει
ένα σύμπαν που είναι από την φύση του το ωραιότερο και το καλύτερο.Κατά τον
πιθανό αυτό συλλογισμό,πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτός ο κόσμος που πραγματικά
έχει ψυχή,ζωή και λογικό,προήλθε από την πρόνοια του θεού.Πράγματι ο κόσμος
είναι με τέχνη κατασκευασμένος,ώστε να προσφέρει εκείνος στον εαυτό του σαν
τροφή,το μέρος που είναι φθαρτό,και όλα του τα πάθη και όλες του οι
ενέργειες,να παράγονται μέσα από τον ίδιο τον εαυτό του.Διότι ο δημιουργός του
θεώρησε πολύ καλύτερο να έχει αυτάρκεια παρά να βρίσκεται στην ανάγκη εξωγενών
παραγόντων.Κατασκεύασε το σώμα του κόσμου,λείο και ομοιογενές,απέχοντας ίσα σε
όλα τα μέρη του από το κέντρο,ενιαίο και τέλειο,αποτελούμενο από τέλεια
στοιχεία.Αφού έβαλε μάλιστα στο κέντρο του την ψυχή,την άπλωσε σε όλη του την
έκταση,και περικάλυψε με αυτήν εξωτερικά όλο του το σώμα.Ο Κόσμος υπάρχει ένας
και μοναδικός,στρέφεται κυκλικά,είναι ικανός λόγω της αρετής του να υπάρχει από
μόνος του,χωρίς να έχει ανάγκη από κάτι άλλο,αναγνωρίζει ο ίδιος τον εαυτό του
και τον αγαπά αρκετά.Ο δημιουργός έπλασε την ψυχή προγενέστερα από το σώμα και
μεγαλύτερη από αυτό,τόσο ως προς την ηλικία,όσο και ως προς την αρετή,για να
κυριαρχήσει σαν δεσπότης σε αυτό που θα υποτάξει,και την συνέθεσε με τα εξής
υλικά και με τον εξής τρόπο:από την ουσία που παραμένει αδιαίρετη και πάντοτε
αμετάβλητη,από την ουσία που είναι διαιρετή και περιβάλλει τα σώματα,ενώ επειδή
υπάρχει στον κόσμο η Ταυτότητα και η Διαφορά,συνέθεσε ενδιάμεσα μείγματα που
αποτελούνται από το αδιαίρετο και το διαιρετό ακολουθώντας την ίδια αρχή.
Λαμβάνοντας έπειτα από τα τρία
αυτά συστατικά συνέθεσε μία μορφή αναγκάζοντας την Διαφορά που είναι από την
φύση της δύσμεικτη,να ενωθεί με την Ταυτότητα και στην συνέχεια με την κατεξοχήν
Ουσία του σύμπαντος.Έχοντας φτιάξει λοιπόν ένα μείγμα από τρία συστατικά,το
διένειμε ξανά σε όσα κομμάτια έπρεπε.Το καθένα τους κατά συνέπεια περιλαμβάνει την Ταυτότητα,την Διαφορά και
την Ουσία. Η ψυχή επομένως βρίσκεται και στην αδιαίρετη και στην διαιρετή ουσία
των σωμάτων.
Κατόπιν όλο αυτό το
κατασκεύασμα το έσχισε κατά μήκος και το συνένωσε πάλι,ώστε να σχηματισθούν δύο
κύκλοι:ένας εξωτερικός που αρμόζει στην φύση της Ταυτότητας και ένας εσωτερικός
που αρμόζει στην φύση της Διαφοράς.Και κίνησε τον κύκλό του Ταυτού προς τα
δεξιά και τον κύκλο του Διαφορετικού προς τα αριστερά.
Έδωσε μάλιστα την εξουσία στην
περιφορά του Ταυτού,ομοιόμορφου και αδιαίρετου,καθώς αυτή μεν την άφησε μοναδική και άθικτη,ενώ την
εσωτερική την έσχισε σε έξι σημεία,που αντιστοιχούν στα τρία διαστήματα της
σειράς του δύο,και στα τρία διαστήματα της σειράς του τρία,δημιουργώντας έτσι
επτά άνισους κύκλους.Οι τρείς κινούνται με την ίδια ταχύτητα,ενώ οι τέσσερις με
διαφορετική ταχύτητα,η οποία υπακούει ως ταχύτητα κίνησης σε μία συγκεκριμένη σταθερή αναλογία.Ο δημιουργός
κατόπιν τοποθέτησε το σύνολο του σώματος στο εσωτερικό της ψυχής,προσαρτώντας
το κέντρο του ενός στο κέντρο της άλλης.Η διαπλοκή της ψυχής,από το κέντρο του
κόσμου ως την εξωτερική επιφάνεια του έσχατου ουρανού είναι τέτοια που,καθώς
άρχισε να περιστρέφεται μέσα στα όριά της,έδωσε θεική αφετηρία στην ατέρμονη
έλλογη ζωή που καλύπτει την έννοια του χρόνου.Ενώ το σώμα έγινε ορατό η ψυχή
έγινε αόρατη.Η ανθρώπινη ψυχή αποτελείται από δύο ειδών ουσίες,μία υλική και
μία πνευματική.Εκείνο που της δίνει την ικανότητα να σκέπτεται είναι η
διάνοια,αιθερική ουσία,η οποία διαχέεται σε όλα τα πράγματα και τις μορφές του
κόσμου.Χάρη στο κοινό αυτό στοιχείο,μπορεί ο άνθρωπος να λαμβάνει γνώση του κόσμου που τον
περιβάλλει.Όταν γεννιέται ο άνθρωπος η διάνοιά του δεν έχει περιεχόμενο,είναι
άγραφος χάρτης. Αλλά όταν έρχεται σε επαφή με τον εξωτερικό κόσμο μέσω των
αισθήσεων,παρουσιάζονται ως ενεργά στοιχεία, οι τύποι των μορφών και αποτελούν
πλέον το περιεχόμενο της διάνοιας,τα ουσιαστικά μόριά της.Η αιώνια φύση του
προτύπου ήταν αδύνατο να μεταφερθεί αυτούσια στο γεννημένο σύμπαν.Σκέφθηκε
λοιπόν ο δημιουργός να διαμορφώσει την κινητή εικόνα της αιωνιότητας.Η
κινούμενη ρυθμικά εικόνα της ακίνητης αιωνιότητας είναι ο χρόνος.Το παρελθόν
και το μέλλον ως είδη του χρόνου,συνιστούν είδη κινήσεως και αναφέρονται στο
γίγνεσθαι.Όμως αυτό που είναι αμετάβλητο και ακίνητο δεν αρμόζει στο πέρασμα
του χρόνου να γίνεται πρεσβύτερο ή νεότερο.Ο χρόνος γεννήθηκε μαζί με τον
ουρανό και θα διαλυθεί μαζί του αν χρειαστεί ποτέ να διαλυθεί.Η ψυχή του
σύμπαντος κατανεμήθηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να αντιστοιχεί μία ψυχή σε κάθε
άστρο.Ανέβασε ο δημιουργός τις ψυχές σε ουράνιο σχήμα για να αποκαλύψει σε
αυτές την φύση του σύμπαντος και τους νόμους της ειμαρμένης.Προγραμμάτισε
μία και μοναδική πρώτη γέννηση για να διασφαλίσει την ίση μεταχείρηση όλων των
ψυχών.Οι ψυχές οφείλουν να φυτευτούν στο κατάλληλο όργανο του χρόνου, [3]και
να δώσουν ζωή στο πιο θεοσεβές έμβιο όν ,δηλαδή τον άνθρωπο,που μόνος από όλα
τα έμβια όντα λατρεύει τους Θεούς.Όποιος ζήσει σωστά τον χρόνο που του αναλογεί
θα επιστρέψει στην έδρα του συγγενούς του άστρου και θα ζήσει εκεί ευτυχισμένη
ζωή.
Όταν πεθάνει ο άνθρωπος οι
γνώσεις τις οποίες αποκόμισε στην ζωή του στην γή,δεν χάνονται αλλά έλκονται
από το κέντρο της ψυχής,στην δε επόμενη ενσάρκωση δεν εμφανίζονται πλέον στο
προσκήνιο της συνειδήσεως, αλλά εμφανίζονται ως τάσεις της ψυχής και ιδιότητες
του ατόμου που βρίσκονται στο υποσυνείδητο.Ένας λόγος του Ηράκλειτου ορίζει ότι
κάθε τι που γίνεται έρχεται από το αντίθετό του,εφόσον βέβαια είναι στην φύση
του να έχει αντίθετο.Ώστε ανάμεσα σε δύο αντίθετα υπάρχουν δύο δρόμοι,που
οδηγούν από το ένα στο άλλο,ή όπως λέγει ο Ηράκλειτος είναι ο ίδιος δρόμος,που
φέρει προς τα πάνω και προς τα κάτω.Ο δρόμος προς τα πάνω δείχνει την γέννεση
και ο δρόμος προς τα κάτω την φθορά.Το θετικό και το αρνητικό,που κατά τα
φαινόμενα είναι αντίζυγα στο βάθος είναι ομόζυγα.Αντίθετο όμως στην ζωή είναι ο
θάνατος,στο «ζήν» το «τεθνάναι».Αν
λοιπόν δεχθούμε ότι η ψυχή είναι ένα με την ζωή,τότε η ψυχή ήταν κάπου αλλού
πριν έλθει εδώ,πρέπει μάλιστα να ομολογήσουμε ακόμα ότι ο θάνατος είναι η πηγή
της ζωής.Είναι επίσης αδύνατον να ακολουθεί η ζωή μονάχα τον ένα δρόμο,δηλαδή
την κατεύθυνση προς τον θάνατο,γιατί τότε θα πέθαινε όλη η ζωή,θα
τερματιζόταν.Η διαδικασία της ζωής πρέπει να είναι παλίνδρομη,γιατί δεν υπάρχε
ιάλλος τρόπος να μην ξοδευτεί η ζωή καθώς αυτή οδεύει προς τον θάνατο.[4]
Ο πλατωνικός Σωκράτης ορίζει
στον «Φαίδωνα» τον θάνατο σύμφωνα με την ορφική θρησκεία,ως τον χωρισμό του
σώματος από την ψυχή.Ωστόσο στην πλατωνική κοσμοθεωρία θάνατος είναι η
απομάκρυνση της ψυχής από καθετί που την εμποδίζει από τον στοχασμό της Ιδέας.Η
αποστροφή της ψυχής από την σύγχιση,που προκαλούν οι αισθήσεις ονομάζεται
επίσης θάνατος.Η φυγή της ψυχής από την
«δόκηση» και ο ερχομός της στην αντικειμενική γνώση είναι θάνατος.Ο θάνατος δεν
έχει μόνο ηθική αλλά και γνωστική σημασία.Ό,τι εμποδίζει την ψυχή να φτάσει
στην γνώση και να βρεί τον καθαρό λόγο της ουσίας αξίζει να ονομαστεί θάνατος.Ο
Νούς λοιπόν είναι αυτός που χρειάζεται να ελευθερωθεί από την δουλεία του στην
αίσθηση και στο σώμα.[5]
Η διαλεκτική σχέση που συνδέει
την ψυχή με τον θάνατο έχει μεγάλη σημασία,γιατί με τον τρόπο αυτόν τίθεται το
πρόβλημα για την αρχή της ζωής.Για να κατανοήσουμε το αληθινό νόημα της ζωής
πρέπει να την απογυμνώσουμε από την θρησκευτική και την μυθική επένδυση που της
δίνει ο «Φαίδων».Ζωή και θάνατος είναι δύο είδη γενέσεως,δύο γίγνεσθαι.Η κίνηση
της ζωής προς το τέρμα της σημαίνει την κίνηση της ζωής προς την απόκτηση
Μορφής.Η ζωή,με άλλα λόγια,έχει για αρχή της την μη ζωή,τον θάνατο.Ο φιλόσοφος
αντίστοιχα δεν ποθεί τον θάνατο αλλά την απελευθέρωση από τις υλικές
δεσμεύσεις.
Κάθε ψυχή ορίζεται ως τέτοια
στο μέτρο που φέρνει την ζωή,αλλά την αξία της αποδεικνύει επειδή ζεί και
πράττει κατά έναν ορισμένο τρόπο.Τούτο σημαίνει πως όλες οι ενέργειες της ψυχής
οφείλουν να αποβλέπουν σε ένα συγκεκριμένο σκοπό.Οι άνθρωποι ασφαλώς κάνουν
πολύ περισσότερο κακές πράξεις παρά καλές,αλλά τις κάνουν χωρίς να το θέλουν.(Ιππίας
μέγιστος 296 c).Κανείς δεν είναι εκουσίως
κακός.Όλοι οι σοφοί εξάλλου έχουν σκεφθεί έτσι.(Πρωταγόρας 345 d-e)
Σαφώς υφίσταται διαχωρισμός
ανάμεσα σε αυτό που επιθυμεί κανείς να κάνει και σε αυτό που του φαίνεται
καλύτερο.(Γοργίας 466 d-466e).Eίναι βέβαια δύσκολο για έναν
πολιτικό-ρήτορα που πράττει άδικα,ατιμάζει ή εξορίζει να υποστηρίξει ότι αυτά
γίνονται παρά την θέλησή του.Εξίσου δύσκολο είναι να το υποστηρίξει ένας
τύραννος,που εξ’ορισμού δεν εξαναγκάζεται από κανέναν και τίποτα.
Είναι θεληματικό όχι εκείνο το
οποίο προκύπτει από μία απόφαση,αλλά η συναίνεση σε μία πράξη,της οποίας κανείς
επιθυμεί την συνέπεια:δεν υπάρχει στον Πλάτωνα,ούτε στον Αριστοτέλη
κυριολεκτικά μιλώντας βούληση,εάν κανείς εννοεί με τον όρο αυτόν μία αυτόνομη
ιδιότητα.[6]
Μόνον ο Λόγος μπορεί να
αντιταχθεί στα πάθη και να προσδιορίσει την πράξη.Άβουλος-άκων χαρακτηρίζεται
εκείνος ο άνθρωπος που δεν ενεργεί με όλη την βούλησή του,και είναι αυτός ο
όρος που συνάπτεται προς την κακότητα,στο ηθικό σφάλμα,στην αδικία,αφού κανείς
δεν μπορεί να επιθυμεί τίποτα από όλα αυτά.Ακόμα και αν συναινούμε στο να
κάνουμε κακό ή ουδέτερα πράγματα,είναι πάντοτε με σκοπό τα καλά πράγματα που
εμείς πράττουμε κακώς.[7]
Η αυταπάτη στον τομέα των
ενεργειών ενός ατόμου έγκειται στο ότι πολύ συχνά ένας «καλός στόχος» δεν
αποδεικνύεται τέτοιος.Ω στόσο παρά τα φαινόμενα εκείνος που τον επέλεξε δεν
ήθελε πραγματικα ένα άσχημο αποτέλεσμα.Δεν είναι καθ’ολην την
βούλησή του,που ο άδικος σφάλλει.(Πολιτεία, 10ο βιβλίο 589 c.)
Η προφανής αντίρρηση στον
προηγούμενο συλλογισμό είναι ότι μπορεί να συμβεί κάποιος να έχει επίγνωση ενός
κακού σκοπού και παρά ταύτα να τον επιδιώκει.Πρόκειται σύμφωνα με τον Πλάτωνα
για μία καθ’όλα εξωτερική αναγνώριση.Αντικειμενικά ένας στόχος είναι
επιβλαβής,αλλά υποκειμενικά σε περίπτωση που ο άνθρωπος τον επιδιώκει, του
φαίνεται καλός,τουλάχιστον την στιγμή της πράξης.
Κάθε άνθρωπος πιστεύει ότι
βούλεται εκείνο που είναι πραγματικά καλό γι’αυτόν,μπορεί κατά συνέπεια να
αντιτάξει το πραγματικά καλό σε
ένα φαινομενικά
καλό,όπως κάνει ο Καλλικλής στον Γοργία,όταν θέτει σε αντιδιαστολή το συμβατικά
καλό που καθορίζεται από τους κοινωνικούς κανόνες και αυτό που είναι σύμφωνα με
την θεωρία του επί της ουσίας καλό.
Η ουσία του καλού τίθεται μόνο
μέσω της νοήσεως.Η αρετή είναι όρος της ευτυχίας,το να είναι δε κανείς καλός
σημαίνει απαραίτητα να είναι ενάρετος.Συνθήκη της ευτυχίας δεν είναι τόσο η αρετή όσο η δικαιοσύνη.Η αρετή σαν όρος δεν
έχει έννοια αποκλειστικά ηθική.Δηλώνει την ικανότητα ενός όντος να εκτελεί
καλώς μία λειτουργία.( Απολογία 18 a,
Μένων 78α,Πολιτεία-βιβλίο10ο 353 b-e,και
κεφ.Α΄των Νόμων).
Οι ψεύτικες αρετές γεννώνται
από την ανησυχία για το μέλλον,κυρίως όταν πρόκειται για την ανταλλαγή φόβων ή ηδονών.Ο
Πλάτων καταδεικνύει στο σημείο αυτό την παραποίηση στην ορισμό της αρετής:από
αυτό το είδος της ανταλλαγής προκύπτουν απατηλές αρετές,που φαινομενικά
υπάρχουν,αλλά μπορούμε να τις διαχωρίσουμε από την αλήθεια,λόγω της προέλευσής
τους.Οι αληθινές αρετές συναλλάσσονται με την σκέψη,η φρόνηση είναι το μοναδικό
μέσο κατάκτησης της αρετής,γιατί στοχάζεται πάνω στις Ιδέες,τις ηδονές, και
τους κόπους,προσδιορίζει τα πραγματικά αντικείμενά τους,διορθώνει τα σφάλματα
που αφορούν την φύση του επικίνδυνου,του ευχάριστου και του επίμοχθου.Η
εξαγνιστική εργασία της φρόνησης εγγυάται την συμφωνία μεταξύ του
πράγματος και του ονόματος.[8]
[1] Charles P.Bigger, “A
platonic inqiaty-the soul and the world”, Luisiana State University,Press Baton
Rouge,1968,σ.σ 161.
[2] Paul Kucharski: “ Aspects de la specultion platonicienne,Serie “Etudes”,
Tome 1 σ.σ 304.
[3](1) Τά όργανα του χρόνου είναι η Γή,ο
Ήλιος η Σελήνη και οι πέντε Πλανήτες.
[4] «Εισαγωγή στον Πλάτωνα» Ι.Ν.Θεοδωρακόπουλος Αθήνα,Μάρτιος
1947,σ.σ.225-226
[5] Bibliotheque des philosophies: “Platon- Le desir de comprendre” par
Monique Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin.σ.σ 226-227.
[6]Bibliotheque des philosophies:
“Platon ,Le desir de comprendre”,par Monique Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin,σ.σ. 201-202.
[7]Bibliotheque
des philosophes,Platon-Le desir de comprendre,par Monique
Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin,σ.σ.206-207.
[8] Bibliotheque
des philosophes,Platon-Le desir de comprendre,par Monique
Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin,σ.σ 207.
[1] Τσάτσος Κ: «Η
κοινωνική φιλοσοφία των αρχαίων ελλήνων», 1962, Αθήνα, σ.σ 37.
[2] Φαίδων 62 a-c στο Collection des Universites de France,”Platon”,oeuvres
completes,tome IV,”Phedon”,Texte etabli et traduit par Leon Robin,Paris,s ociete d’edition “Les belles
lettres”,1970,σ.σ.24.
[3] Φαίδων 62c-63b.
[4] Φαίδων 63b-64a.
[5] Collection des
Universites de France,” Platon” oeuvres completes, tome IV,”Phedon”,texte etabli et traduit par Leon Robin, Paris,societe d’edition”Les
belles lettres”,1970, σ.σ. 25.
52 .
Στο σημείο αυτό πρέπει να επιστήσουμε την προσοχή στον « Μένωνα» (80 d-86 a ), όπου τα δεδομένα των
αισθήσεων διαφοροποιούνται από τα νοητά, και χαρακτηρίζονται από τέλεια Μορφή.Ο
Σωκράτης εξισώνει την ψυχή προς την αρμονία.Η μεν πρώτη απόδειξη είναι φυσική,
η δεύτερη ψυχολογική, και η Τρίτη οντολογική.Υπάρχει ενότητα του πνεύματος και
των νοουμένων όντων. Η ψυχή δεν
απόλλυται εις το μηδέν,αλλά και δεν μεταβαίνει από το μηδέν στο Είναι. .[5] Δίπλα στην ψυχή, που είναι πρεσβύτατον και θειότατον, υπάρχει πάντοτε ο Νούς, εφόσον η ψυχή
αποτελεί την έδρα του.
[2] Κων/νος Ράντης : « Φύσις
και Πνεύμα- από τους προσωκρατικούς στην κριτική θεωρία» ,
Πολύτροπον, Αθήνα 2008.: Ο Πλάτωνας δεν διανοείται την υλική συνθήκη
ως χώρο αποθήκευσης,που διαμορφώνεται από την παραγωγή ή την σύνθεση του
Δημιουργού. Δέν διαθέτει μία διάσταση που προηγείται της πράξης,δεν είναι
πρωτογενής, ούτε αρχέγονη στην συγκρότηση του σύμπαντος των ειδώλων.
[3]
Τίμαιος :30a 52-53, D 69 b
και Φαίδων 67 d στο Β. Κάλφας- Γ. Ζωγραφίδης : « Αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι : Πλάτων » ,
Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, Ίδρυμα Μ. Τριανταφυλλίδη, σ. 124 : Ο Πλάτων
δεν πιστεύει πως ο θεός επιβάλλει τους κανόνες του υλικού κόσμου στην χρονική
περίοδο που μπορούμε να ονομάσουμε προύπαρξη. Δεν συμπεραίνει ότι ο χώρος και ο
χρόνος προυπάρχουν όπως ο Νεύτων. Ο κόσμος όταν δημιουργήθηκε γεννήθηκε ως
κόσμος σε εξέλιξη.
[1] Bibliotheque des philosophies, directeur
M.Malebre: PLATON: Le
desir de combrendre,par Monique Dixsaut, Paris,Libraire
philosophique J.Vrin, 2003 σ.σ. 196.
[2] Bibliotheque
des philosophes: “Platon-Le desir de comprendre”,par
Monique Dixaut, Paris,Libraire
philosophique J.Vrin,σ.σ. 197-198.
[3] Βibliotheque des
philosophes:Platon-Le desir de comprendre par Monique Dixsaut,Paris,Libraire
philosophique J.Vrin, σ.σ. 199.
[4] Bibliotheques
de philosophes:Platon-Le desir de comprendre,par Monique Dixsaut,Paris,Libraire
philosophique J.Vrin,σ.σ.200-201.
[5] Bibliotheque de philosophes:Platon-Le desir de comprendre,par Monique
Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin,σ.σ. 202.
[6] Charles P.Bigger, “A
platonic inqiaty-the soul and the world”, Luisiana State University,Press Baton
Rouge,1968,σ.σ 161.
[7] Paul Kucharski: “ Aspects de la specultion platonicienne,Serie “Etudes”,
Tome 1 σ.σ 304.
[8](1) Τά όργανα του χρόνου είναι η Γή,ο
Ήλιος η Σελήνη και οι πέντε Πλανήτες.
[9] «Εισαγωγή στον Πλάτωνα» Ι.Ν.Θεοδωρακόπουλος Αθήνα,Μάρτιος
1947,σ.σ.225-226
[10] Bibliotheque des philosophies: “Platon- Le desir de comprendre” par
Monique Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin.σ.σ 226-227.
[11]Bibliotheque des philosophies:
“Platon ,Le desir de comprendre”,par Monique Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin,σ.σ. 201-202.
[12]Bibliotheque
des philosophes,Platon-Le desir de comprendre,par Monique
Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin,σ.σ.206-207.
[13] Bibliotheque
des philosophes,Platon-Le desir de comprendre,par Monique
Dixsaut,Paris,Libraire philosophique J.Vrin,σ.σ 207.
46 Methaphysics
and Epistemology, collection of
critical essays,Anchor books,Doublepay and company,edited by G.Vlastos,Garden
city –New Yotk,1971,σ.σ. 165.
47
Methaphysics and Epistemology,collection of critical essays,Anchor
bookw,Doublepay and company,edited by G.Vlastos,Garden city-New York,1971,σ.σ 166.
[17] «Εισαγωγή στον Πλάτωνα»,Ι.Ν.Θεοδωρακόπουλος,Αθήνα,Μάρτιος
1947,σ.σ 161.
[18] Bibliotheque des
philosophies,”Platon-Le desir de comprendre”,par Monique Dixsaut,Paris,Libraire
philosophique J.Vrin,2003 σ.σ. 198,201.
[19] Charles.P.Bigger: “A Platonic inquiry-The soul and the
world”,Luisiana state University,Press Baton Rouge,1968 1 ,σ.σ.163.
[20] Bibliotheque de
philosophes, “Platon-Le desir de comprendre”,par Monique Dixsaut,Libraire
philosophoque J.Vrin,2003,σ.σ 201.
[21] Charles. P.Bigger, “A platonic inquiry-the soul and the world”,Luisiana
state University,Press Baton rouge,1968,σ.σ 163-164.
[22] Charles.P.Bigger, “A platonic inquiry-the soul and the world”Luisiana
state University,Press Baton rouge,1968, σ.σ 159.
[23] Charles.P.Bigger: “A platonic inquiry- The soul and
the world”, Luisiana state University,Press
Baton rouge,1968, σ.σ 164.
[24] Paul Kucharski:
“Aspects de la speculation
platinicienne-L’affinite entre les Idees et l’ame”,1971,σ.σ 304-5.
[1] Το αυτό σ.σ 145.
[2]Monique Dixaut, Bibliotheque des philosophes: Platon, Le
desir de comprendre, Paris, Libraire philosophique J.Vrin, 2003,σ.σ 118.
[3] Μένων 80d-81d, εκδόσεις Κάκτος.
[4] Moniquue Dixaut : Platon- Le dessir de comprendre, Bibliotheque des philosophes,
Paris, Libraire philosophique J. Vrin. σ.σ 189-183. Η έξοδος από το σπήλαιο είναι η ανάβαση της ψυχής στον νοητό
χώρο. Ο Σωκράτης τονίζει ότι αυτή η πρώτη στιγμή έξω από το σπήλαιο,
ανταποκρίνεται στην λογική σκέψη, στην λειτουργία της διάνοιας. Το φως που
διαπερνά το σπήλαιο, είναι καθ’όλα εκείνο της ορθής γνώμης αλλά το νοητό είναι
έξω από το σπήλαιο. Εκείνος που σκέπτεται φιλοσοφικά αναλύει αρχικά τους
αντικατοπτρισμούς, και δεν μπορεί να
αντιληφθεί τον ήλιο-αγαθό παρά μόνο εάν αντιληφθεί πως η νοητή πραφματικότητα
υφίσταται μόνο όταν υπάρχουν εικόνες της, και δεν είναι κατανοήσιμη δίχως
αυτές. Όπως το τέρμα του νοητού είναι το Αγαθό, η μακρά και επώδυνη διασικασία
της μαθήσεως, γίνεται απόλυτη προτίμηση, μία ζωή που δεν αναλλάσσεται με καμμία άλλη.
[5] Κυριάκος
Κατσιμάνης, Πλάτων και
Αριστοτέλης- φιλοσοφική ερμηνεία επιλεγμένων κειμένων-, Gutenberg,, Αθήνα 2003, σ. 113
[6]
Ι.Θεοδωρακόπουλος : Εισαγωγή στον
Πλάτωνα, Εστία, Αθήνα 2002, σ.σ 250
-253 Εφόσον όμως ο Λόγος είναι ενέργημα της ψυχής, υπάρχει ο κίνδυνος η ψυχή να
κλείνεται στον εαυτό της και να μην μπορεί να συλλάβει τίποτε το αληθινό. Τούτο
θα σημαίνει πια ότι η Ιδέα είναι
δημιουργία της ίδιας της ψυχής. Ο Πλάτων έγραψε τον Παρμενίδη και το Θεαίτητο για
να αναιρέσει όλα αυτά τα ενδεχόμενα. Ο Θεαίτητος
μάλιστα είναι ο διάλογος που δίνει
την πιο βαθειά και ριζική θεμελίωση στο πρόβλημα της αντικειμενικότητας του
Λόγου και της Ιδέας. Ο Πλάτων μεταχειρίζεται την θρησκευτική παράδοση για να
συμβολίσει κάτι που έχει λογική και θεωρητική σημασία. Η ψυχή είναι ένα
πρόβλημα για τον άνθρωπο από την στιγμή που απέκτησε συνείδηση του θανάτου. Η
ψυχή είναι ουσία με οντολογική υπόσταση με δική της ζωή διάρκεια και τύχη.
Γίνεται η λογική πρωταρχή της γνώσης, της πράξης της νόησης και της βούλησης.
Στον Φαίδωνα η ψυχή παρουσιάζεται ως
ξεχωριστή ύπαρξη με ιδιαίτερη υπόσταση. Η αθανασία της ωστόσο στηρίζεται στην
αιωνιότητα της Ιδέας. Η δεύτερη δυναμική αντίληψη για την ψυχή είναι εκείνη που
διαπνέει το Φαίδρο αλλά και το Συμπόσιο. Εδώ η ψυχή είναι αρχή
διαπλαστική, που διέπει το σώμα και ρυθμίζει την κίνησή του. Η ψυχή είναι αρχή
της κινήσεως, δηλαδή είναι αυτό που κινεί τον εαυτό του και όλα τα άλλα. Στον Θεαίτητο η ψυχή γίνεται καθαρό εγώ, αυτοσυνείδηση.
Συλλαμβάνει τον πυρήνα της, την λογική της ενότητα και απομονώνεται. Οι
αισθήσεις και ότι εισέρχεται στην ψυχή με τις αισθήσεις δεν μπορεί πλέον να
γίνει η βάση για να κατανοήσουμε τι είναι ψυχή. Την ενότητά της η ψυχή την
οφείλει στην ενότητα της Ιδέας. Με την Ιδέα του Είναι με την Ιδέα της ενότητας
γίνεται στην ψυχή συνειδητό και το δικό της είναι, η δική της ενότητα και
ταυτότητα.
[7] Αλέξανδρος Νεχαμάς : Η τέχνη του
βίου Νεφέλη, Αθήνα 2001, σ.σ 34-38: Μέσα σε αυτό το τρίτο είδος βρίσκεται σε κεντρική θέση η
έννοια του ατόμου. Ο Πλάτων παρουσιάζει τον Σωκράτη να ισχυρίζεται ότι η γνώση
της αρετής είναι απαραίτητη προκειμένου
να ζήσει κανείς μία καλή ζωή , ο ίδιος ισχυρίζεται ότι δεν την διαθέτει, ωστόσο
ζεί την καλύτερη ζωή από όσες γνώρισε ο Πλάτων. Το να ασκεί κάποιος την τέχνη
του βίου σύμφωνα με το πρότυπο του Σωκράτη σημαίνει την δημιουργία ενός εαυτού
τόσο διαφορετικού από εκείνον του Σωκράτη, όσο διαφορετικός ήταν εκείνος από
τους υπόλοιιπους ανθρώπους της εποχής του. Προσπαθεί με μία σειρά επιχειρημάτων να πείσει εκείνους που
μπορούν , να ακολουθήσουν αυτή τη ζωή για τον εαυτό τους, και εκείνους που δεν
μπορούν , να προσπαθήσουν να την προσεγγίσουν όσο πιο πολύ τους επιτρέπουν οι
ικανότητες τους. Το τρίτο και τελευταίο
είδος της τέχνης του βίου, δεν είναι μία απόλυτη αντίληψη. Σύμφωνα με αυτό , η
ανθρώπινη ζωή παιρνει πολλές μορφές, και δεν υπάρχει αποκλειστικά ένας καλός
για όλους τρόπος να διάγουν τον βίο.