το σώμα και η ψυχή
Τo  σώμα και οι αισθήσεις αποτελούν  εμπόδιο της επικοινωνίας της ψυχής με την αλήθεια, ο φιλόσοφος μάλιστα πρέπει να διατηρεί την ψυχή του ανέγγιχτη από τις ανάγκες του σώματος όσο αυτό είναι δυνατόν. Αυτό το καταφέρνει με άσκηση και κόπους, γι’αυτό πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευχαριστημένος όταν  η ψυχή επιτυγχάνει την απελευθερωσή της από τις αισθήσεις και την υλικότητα   μέσα από τον θάνατο. Αν μάλιστα αυτή την απελευθέρωση επιδιώκει σε όλη του την ζωή δεν έχει κανένα λόγο να φοβάται τον θάνατο, όταν έλθει. Ο θάνατος είναι κάθαρση, «λύσις και χωρισμός της ψυχής από σώματος[1]. Ο φιλόσοφος που αγανακτεί με την ιδέα του θανάτου δεν είναι φιλόσοφος αλλά « φιλοσώματος», «φιλοχρήματος» και «φιλότιμος». Εκείνος που φοβάται τον θάνατο, δεν μπορεί να είναι ανδρείος, ούτε εκείνος που θεωρεί τον θάνατο «μέγα κακό». Όταν κάποιος υπομένει τον θάνατο ως κακό, πράττει έτσι για να αποφύγει μεγαλύτερα κακά. Ωστόσο αυτή η ανταλλαγή φόβου προς φόβο δεν είναι αρετή. Αναφορικά με τις ιδιότητες,η ψυχή μοιάζει με το Όν, την ουσία δηλαδή που αποτελεί  τον κόσμο, και γι’αυτό είναι όπως και το Όν αιώνια, άφθαρτη, και αθάνατη: « τω μεν θείω και αθανάτω και νοητώ και μονοειδεί και αδιαλύτως και αεί ωσαύτως κατά ταυτά έχοντι εαυτώ ομοιότατον είναι ψυχή, τω δε ανθρωπίνω και θνητώ και ανοήτω και πολυειδή και διαλυτώ και μηδέποτε κατά ταυτά έχοντι εαυτώ ομοιότατον αυ είναι σώμα». Ο Σωκράτης αποφάσισε να αναζητήσει την αλήθεια όχι με την  βοήθεια των αισθήσεων αλλά με την βοήθεια των εννοιών ( λόγων). Ο,τι συμφωνεί με τον έλεγχο του λόγου μέσω της διαλεκτικής θεωρεί αληθές. Αν υποθέσει κανείς επομένως ότι υπάρχει «καλόν αυτό καθ’αυτό και αγαθόν και μέγα και ταλλα πάντα», μπορεί να αποδείξει την αθανασία της ψυχής. Αν υπάρχει κάποιο άλλο καλό εκτος από το καθεαυτό καλό, που είναι η Ιδέα, υπάρχει γιατί μετέχει στο πρώτο: «ούτε άλλον τι ποιεί αυτό καλόν ή η εκείνου του καλού είτε παρουσία είτε κοινωνία, είτε όπη δη και όπως προσγενόμενη….τω καλώ πάντα τα καλά γίγνεται καλά, μεγέθει τα μεγάλα μεγάλα και τα μείζω μείζω..» . Αν στην «Πολιτεία», έχουμε την ζωή της ψυχής αναλυμένη προς τα έξω, με όλα της τα πάθη και τα έργα, έτσι όπως απλώνεται στην πολιτική και στην άλλη πρακτική ζωή, στον Φαίδωνα αναλύεται η ζωή της ψυχής  Η αθανασία της ψυχής είναι το μεγάλο πρόβλημα του . Με αυτό καθώς συγκεντρώνεται προς τα μέσα. [2] 
                         Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία όταν κάνει λόγο για την διαφορά μεταξύ των ανθρώπων και καθώς επιδιώκει να τους διακρίνει σε τάξεις , δηγείται στους πολίτες έναν μύθο, σύμφωνα με τον οποίο όλοι οι άνθρωποι είναι αδέλφια. Ο Θεός όμως όταν έπλασε τις ψυχές τους ανέμειξε καθαρό χρυσό για εκείνους οι οποίοι προορίζονται να γίνουν φύλακες, άργυρο για εκείνους που είναι πολεμιστές, σίδηρο και χαλκό για τους τεχνίτες και τους γεωργούς: «εστέ μέν γάρ δή πάντες οι εν τη πόλει αδελφοί, ως φήσομεν προς αυτούς  μυθολογούντες, αλλ’ο θεός πλάττων, όσοι μεν υμών ικανοί άρχειν, χρυσόν εν τη γενέσει συνέμειξεν αυτοίς, διό τιμιώτατοι εισίν. όσοι δε επίκουροι άργυρον. σίδηρον δε και  χαλκόν τοις  δημιουργοίς»[3] . Η ψυχή όταν χωρίζεται από το σώμα γίνεται καθαρή,  αγγίζει το θεικό και το αθάνατο  αφού ανήκει στο « αόρατο, το αεi εις τοιούτον τόπον έτερον οιχόμενον».[4]
Ο Σωκράτης θέτει ως αξίωμα ότι η ψυχή έχει αυτενέργεια, δική της δύναμη και ζωή, τα οποία μεταδίδει και στο σώμα. Ούτε ο άνθρωπος, ούτε τα ζώα, θα μπορούσαν να εμφανίζουν τις ιδιότητες αυτές, εάν δεν υπήρχε η ψυχή, η οποία δίνει στον οργανισμό την αυτενέργεια και την αυθυπαρξία, όπως η φωτιά προσφέρει την θερμότητα σε ένα δωμάτιο  Επίσης η ψυχή δίνει την κίνηση στην καρδιά, η οποία παύει να λειτουργεί όταν η ψυχή αποχωρισθεί από το σώμα. [5]  Η φύση της ψυχής είναι τόσο θεική όσο και ανθρώπινη, σύμφωνα με τα πάθη και τις ενέργειές της, όπως αναφέρεται στον Φαίδρο. Πολλοί σύγχρονοι φιλόσοφοι άλλωστε υποστηρίζουν ότι η ψυχή δεν είναι παρά  αποτέλεσμα  της  σωματικής ισορροπίας, και κάθε παραφροσύνη της είναι ανθρώπινη αρρώστια. Ο θεϊκός χαρακτήρας ορισμένων εκστατικών καταστάσεων της ψυχής, εμπεριέχει έναν ουσιώδη δεσμό της ψυχής με εκείνο που είναι θεϊκό, και το διακριτό σημάδι του θεϊκού είναι η αθανασία.[6]  Η πραγματική φύση της ψυχής είναι εκείνη, που προσφέρει η ίδια στον εαυτό της όταν νοεί.  Όσο για να γνωρίσουμε εάν αυτή είναι μία ή πολλαπλή , το ζήτημα δεν είναι ξεκάθαρο. Όλα εξαρτώνται από εκείνο με το οποίο μία ψυχή ασχολείται. Είναι ακόμη η απόδειξη της αθανασίας της που προηγείται θεματολογικά όλων των άλλων προβλημάτων στο Φαίδρο (245c-246a).
Στον Τίμαιο μόνο το νοήμον μέρος της ανθρώπινης ψυχής κατασκευάστηκε από τον δημιουργό του σύμπαντος, τα υπόλοιπα στελέχη της ψυχής, αναμειγνύονται προερχόμενα από την ψυχή του κόσμου και την ψυχή των άστρων.  Τα δύο άλλα μέρη  (επιθυμητικό, θυμοειδές)  είναι έργο των βοηθών του θεού, αλλά τίποτε δεν έχει ειπωθεί πάνω στον τρόπο κατασκευής, ούτε πάνω στα υλικά που χρησιμοποίησαν. Τα ανορθόλογα μέρη της ψυχής δεν είναι υπολείμματα, ούτε πεπτωκότα της ορθολογικής ψυχής, αλλά δεν είναι πλέον δυνατό να δημιουργηθούν από αυτά πραγματικότητες, που συντίθενται με τα ίδια στοιχεία από τα οποία αποτελείται το σώμα.[7] 
Yπενθυμίζουμε ότι στον Φίληβο τα όντα κατατάσσονται σε τέσσερα γένη, το άπειρο, το πέρας, το μεικτό και την αιτία. Αυτό που οι Ίωνες  φιλόσοφοι ονομάζουν ψυχή, είναι η δύναμη της ζωής που διαπερνά κάθε όν, η αρχή που μπορεί να θέσει σε κίνηση τα πάντα. Μπορεί το όνομα να έμεινε το ίδιο, αλλά στην ουσία πρόκειται για κάτι εντελώς διαφορετικό από την ψυχή της λαϊκής πίστης. Σύμφωνα με την ομηρική λαική αντίληψη όλες οι λειτουργίες και ικανότητες της σκέψης της επιθυμίας και της βούλησης ανήκουν στο ορατό τμήμα του ανθρώπου και το σώμα του. Πρόκειται για εκφράσεις των φυσικών δυνάμεων της ζωής. Είναι μία συλλογική δύναμη,η οποία συχνά εκδηλώνεται περιληπτικά με την λέξη «θυμός». Στους φυσικούς φιλοσόφους είναι δύναμη,  η οποία εξουσιάζει κάθε ύλη ως η κύρια πηγή της ζωής, είναι σχεδόν η ίδια η ζωή. Καθώς η σχέση  της με το παγκόσμιο σύνολο είναι στενή, δεν θα μπορούσε να διατηρήσει την μοναδικότητά της. Δεν υπάρχουν χωριστές ψυχές, που εκπορεύονται από μία Παγκόσμια ψυχή, ούτε ανεξάρτητες μοναδικές ουσίες. Η παλαιότερη φυσιολογία δεν έχει γι’αυτόν καμμία σημασία εκτός από την φράση του Ηράκλειτου  « ο δρόμος προς τα πάνω και προς τα κάτω είναι ένας», και το απόλυτο Είναι του Παρμενίδη.[8]  Από τον Εμπεδοκλή η φυσική φιλοσοφία δανείστηκε τα τέσσερα στοιχεία , όπως άλλωστε όλοι οι αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι, ακόμα και ο Δημόκριτος. Οι υλοζωιστές φιλόσοφοι αποδίδουν πνευματικές ιδιότητες στην πρωταρχική ουσία και πηγή των πραγμάτων, δεν βρίσκουν επομένως σημαντικές διαφορές ανάμεσα στην αρχή αυτή και την ψυχή. Η ψυχή θεωρείται στην περίπτωση αυτή ως κάτι θεικό, εφόσον συμμετέχει στην μία Δύναμη που οικοδομεί και κυβερνά τον κόσμο. Ως προς την αθανασία της οι φιλόσοφοι αυτοί δεν την θεωρούν σαν πνευματική ουσία ξέχωρη από οτιδήποτε υλικό, δεν είναι κάτι που τοποθετήθηκε από έξω στην υλική ύπαρξη.[9] 


Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η πυθαγόρεια αριθμολογία

ορφικά και πυθαγόρεια μυστήρια