ΕΛΕΥΣΙΝΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ
Τελετουργικό
Το τελετουργικό των
Ελευσίνιων μυστηρίων ήταν πολύπλοκο και η κατανόησή του απαιτούσε απελευθέρωση
του νου ως προς το νοητικό κατεστημένο αλλά και μελέτη εις βάθος της Ελληνικής
Μυθολογίας.
Οι συγκρίσεις και οι
παραλληλισμοί των έξω και των έσω θα πρέπει να θεωρούνταν ως αυτονόητα.
Με άλλα λόγια το
τελετουργικό υπαγόρευε την απελευθέρωση του νου από οποιαδήποτε γήινη
καταγραφή, εάν θέλουμε να το πούμε με δικά μας λόγια από την μία πλευρά και από
την άλλη προέτρεπε στην έρευνα.
Η πρωταρχική ένωση του
Θεϊκού θηλυκού με το Ιερό αρσενικό παριστάνονταν συμβολικά με την τελετουργία
του Ιερού Γάμου, δίδοντας στο σύμπαν τα
πρώτα σημάδια ζωής.
Η γη και ο ουρανός αποτελούν
το πρώτο ζευγάρι στις περισσότερες θρησκείες του κόσμου.
Στην Ολύμπια μυθολογία, αυτή
που ακολούθησε μετά την τιτανομαχία, το ρόλο του ουράνιου θεού αναλαμβάνει
πλέον ο Δίας.
Αυτός με την σειρά του
παντρεύεται την Ήρα, που ως καινούργια σύζυγος, παραστάτης του νέου θεού , μετά
τον Κρόνο, είναι μία νεότερη εκδοχή της προϊστορικής θεάς και γυναίκας του
Κρόνο που το όνομά της κατά μία ερμηνεία συνταυτίζεται με το έρα , Ρέα, Γη.
Η Ρέα σύζυγος του Κρόνου
Χρόνου, φαίνεται να ταυτίζεται περισσότερο με την ύλη παρά με την γη. Μία
ειδικότερη έκφανσή της μορφοποιείται και εμφανίζεται ως Δήμητρα , Δημήτηρ ,
Γη-Μήτηρ, η οποία κυοφορεί την Περσεφόνη, το σπόρο του σιταριού που θάβεται και
ξαναγεννιέται.
Η Δήμητρα ως προστάτης των
γυναικών, των γάμων και γενικώς των θεσμών λατρεύτηκε και ως θεσμοφόρος,
έχοντας ειδική τελετουργική τιμή για αυτές της τις ιδιότητες μέσα από
λατρευτικές τελετές-εορτές, τα Θεσμοφόρια.
Μπορούμε έτσι να πούμε ότι
μέσα από αυτή τη διπλή ιδιότητα της ως προστάτιδας του γάμου αλλά ως πρώτης
διδασκάλισσας της σποράς και της συγκομιδής των δημητριακών, συνέβαλε τα
μέγιστα στη δημιουργία και την ανάπτυξη των πόλεως της σταθερής χωρίς
μετακινήσεις πλέον διαβίωσης από τους ανθρώπους.
Βλέπουμε τη Δήμητρα ως
έννοια να λειτουργεί σαν μία γήινη μήτρα για τα φυτά αλλά και ως μία μεγάλη
αγκαλιά για τους ανθρώπους, αφού τους θρέφει κατά τον βίο τους και παράλληλα
τους δέχεται μέσα στους κόλπους της κατά τον θάνατό τους.
Οι μύστες συνάμα διδάσκονταν
κατά τη διάρκεια ενός έτους, υψηλά θρησκευτικά δόγματα όπως η εγκράτεια, η
αρετή, η σωφροσύνη, η δικαιοσύνη αλλά και η ανεξικακία και η ελευθερία της
συνείδησης γνωστή στις μέρες μας ως ανεξιθρησκία.
Λογικό είναι βέβαια η γνώση
να μη μεταδίδονταν κατ ευθείαν σε όλους τους μετέχοντας, αλλά σταδιακά,
περνώντας τους μεθοδικά από διάφορα επίπεδα-στάδια, όπως μας λέει ο Πλάτων στον
Φαίδωνα. Λέει, ότι πολλοί έλαβαν μέρος εις τα μυστήρια αλλά λίγοι είναι οι
εκλεκτοί. Με τη κλιμακωτή γνώση και ειδικότερα μετά την γνώση για τον Ένα και
μοναδικό θεό, οι μύστες θα μπορούσαν να καταλάβουν ευκολότερα μεγάλες
αφηρημένες έννοιες, όπως της μεταφυσικής και της ηθικής αλλά και να κατανοήσουν
την αλληγορία των μύθων καθώς επίσης τις φυσικές δυνάμεις που μέχρι τότε τις
αντιλαμβάνονταν με τις μορφές διαφόρων θεών.
Εξάλλου πολλά χρόνια πριν ο
Ορφέας είχε ξεκινήσει το προπαρασκευαστικό μονοθεϊστικό έργο του μέσα από τους
μύθους και τους ύμνους του. Από αυτόν, με την σειρά τους, οι φιλόσοφοι
παρέλαβαν μεγάλες έννοιες και αλήθειες και κατόπιν οι ποιητές μαζί με τους
ιερείς μεταλαμπάδευσαν στους Έλληνες τις παρομοιώσεις των φυσικών φαινομένων με τα ονόματα των θεών.
Στα πρώτα στάδια της μύησης
οι διδαχές δεν θα μπορούσαν βέβαια να μην ήταν απλές και αλληγορικές.
Αρχικά οι ιερείς συνέκριναν
τον Δία με τον αιθέρα, την Ήρα με τον αέρα και η συνεύρεση αυτών των δύο είχε
ως παράγωγα τα ουράνια φαινόμενα όπως η βροχή, το χαλάζι, οι αστραπές, οι
βροντές κ.α.α
Ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης
αναφωνούν μέσα από τις τραγωδίες τους :
Ω μέγας αιθήρ ! Ω Ζευ !
Οράς τόν υψού τόν δ άπειρον αιθέρα τούτον νόμιζε Ζήνα,τόν δ ηγού θεόν. Όμνυμι
ιερόν αιθέρ’ οίκησιν Διός.
Χαρακτηριστικά είναι και τα
επίθετα που δόθηκαν στον βασιλέα των θεών και ακολουθούσαν για αιώνες τον
υπέρτατο Δία ανάλογα με τις περιστάσεις: Κεραύνιος, κυανοχαίτης, νεφεληγερέτης,
υψιβρεμέτης, κελαινεφής κ.α.
Το ίδιο συμβαίνει και με το
κύριο όνομα του Διός – Ζευς εκ του Δεύς που παράγεται από το δεύ-δεύω και
σημαίνει βρέχω, δανείζει στα λατινικά τη λέξη Deus που σημαίνει Θεός όπως
επίσης στα γαλλικά τη λέξη Dieu που έχει την ίδια έννοια.
Ο υπέρτατος θεός Δίας όπως βλέπουμε έχει τη
δύναμη και τη γνώση της διαίρεσης (κυρίως στην ύλη) καθώς και τη δύναμη της
γνώσης ώστε να ζεύει (κυρίως στη νόηση).
Ο αήρ αναγραμματιζόμενος μας δίνει το όνομα της συζύγου του Ήρας καθώς γίνεται με τη μητέρα του τη Ρέα που όπως είδαμε και πιο πάνω μας δίνει τη λέξη Έρα που σημαίνει Γη (terra στα λατινικά).
Το ίδιο συμβαίνει και με τον υιό του Διός Απόλλωνα, που η γέννηση του μαζί με την Άρτεμη στο νησί της Δήλου και τον παρομοιάζει με τον λαμπρότατο φωτοδότη θεό Ήλιο, αφήνοντας μας έτσι να καταλάβουμε ότι η σελήνη δε μπορεί να είναι άλλη από τη δίδυμη αδελφή του.
(Πρόσφατη μελέτη πανεπιστημίου μας αποκαλύπτει ότι το μέρος το οποίο δέχεται τη μεγαλύτερη ποσότητα ηλιακών ακτινών κατ’ έτος στο πλανήτη μας είναι η Δήλος).
Με τον ίδιο τρόπο ο Ποσειδών
είναι η θάλασσα και τ’ άσπρα άλογα του είναι τα αφρισμένα κύματα, ο Ήφαιστος
είναι το πυρ ουράνιο αλλά και γήινο.
Ο Άδης ως πρωταρχικός τύπος
δεν έμεινε αμετάβλητος. Αντίθετα και ύστερα από μια ορισμένη εποχή γνώρισε
περίεργο μετασχηματισμό, ώστε στο τέλος να ισοδυναμεί με μία πολύπλοκη γενική
έκφραση των κρυφών δυνάμεων που εποπτεύουν το θάνατο και την αναγέννηση. Ο Άδης
μεταμορφώθηκε τελικά κι έγινε ο Πλούτων, ευεργετικός θεός κι όχι τρομερός,
φίλος των ζωντανών, που διευκολύνει τη ζωή τους με την ευφορία που σκορπίζει
στην τροφό γη.
Ως Πλούτωνα τον βρίσκουμε να
αντιπροσωπεύει τις υπόγειες δυνάμεις αλλά και το θαμμένο πλούτο της γης.
Η Αθηνά παιδί της κεφαλής
του Διός είναι η φρόνηση.
Η Δή-μητηρ είναι η μητρική
και η γήινη κοιλιά που ως διττή μητέρα θρέφει τα παιδιά της, η κόρη της Περσεφόνη
είναι η τροφή-βλάστηση που γεννιέται μετά από πολύμηνη παραμονή στα έγκατα της
γης παρέα με τον Άδη.
Η Αφροδίτη με την ομορφιά
της αναδυόμενη απ’ τον αφρό προσδίδει τη υψηλή ποιότητα, ενώ ο Πρωτεύς βρίσκει
αντίκρισμα στα αρχικά στοιχεία που με τις πολύμορφες μεταμορφώσεις του παράγει
τις ποικιλίες των ειδών αυτό πού σήμερα είναι γνωστό στις μέρες μας σαν Dna.
Ο Ερμής είναι ο θείος λόγος
που εκπορεύεται από τον Δία καθώς διδάσκει και εξηγεί τη θρησκεία συνδέοντας τη
με τη γνώση αλλά και με το φως της ημέρας.
Η Θέμιδα είναι η συμπαντική
δικαιοσύνη και η Νέμεσις η Θεία δίκη.
Ο Διόνυσος ο τελευταίος στη σειρά είναι ο οίνος και τα (προ του οίνου) ψυχοσωματικά διεγερτικά, που παρομοιάζεται με την απαλλαγή των φαινομενικά σοβαρών σκέψεων και την ανεμελιά, δηλαδή η άλλη όψη του Απόλλωνα.
Αυτός ο άγριος χορευτής των
οργίων, ο κυρίαρχος της έκστασης της επονομαζόμενης και Θείας μέθης που
θεοποιήθηκε και ανέλαβε δια της εισόδου του στις ζωές των ανθρώπων να κάνει
ευκολότερη την επικοινωνία τους με τους Θεούς και πρωταγωνιστεί κι αυτός με τη
σειρά του στην Ελευσίνια μύηση ως ο νυμφίος του Ιερού γάμου στο ιερό της
Ελευσίνας.
Η πάλη μεταξύ Θεών και Τιτάνων είναι η μάχη μεταξύ των στοιχείων που γεννήθηκαν από τη στήριξη της γης στο ουράνιο στερέωμα και των προγενέστερων δυνάμεων που συντέλεσαν στη γέννηση της γης από το χάος.
Τα νέα στοιχεία οι Θεοί
επικράτησαν των παλαιών δυνάμεων Τιτάνων που υποχρεώθηκαν από τον αρχηγό των
πρώτων Δία, να κατακρημνιστούν και φυλακιστούν στα έγκατα του πεδίου της μάχης
δηλαδή τα σκοτεινά τάρταρα της γης, προσδίδοντας έτσι την αντικατάσταση των
παλαιών σκληρών δυνάμεων που δρούσαν έως τότε, από τις νέες και πιο
εξευγενισμένες δυνάμεις.
Τέτοιας υψηλής ποιότητας έννοιες δίδασκαν εκείνο το καιρό στους μύστες οι ιερείς των μυστηρίων, φανερώνοντας τους την ιερή πορεία του σύμπαντος και για αυτό το λόγο τους καλούσαν Ιεροφάντες.
Όταν οι μυημένοι
αντιλαμβάνονταν το μυστικό νόημα αυτής της αλληγορίας και κατανοούσαν τις
διαδοχές των προγενέστερων εποχών, οι ιερείς προχωρούσαν βαθύτερα και σε
δεύτερο επίπεδο εξηγούσαν με απόκρυφο τρόπο την κατάσταση της μη εξαγνισμένης
ψυχής που έχει ενδυθεί το γήινο σώμα της και έχει περιβληθεί την υλική φύση.
Όπως μας λέει και ο
Ηρόδοτος, οι μυστηριακές ιερές τελετές φαίνεται ότι πρωτοπαρουσιάστηκαν στην
λατρεία των πριν της Ελλάδας κατοίκων, δηλαδή των Πελασγών, των οποίων η
θρησκεία επικεντρώνονταν γύρω από τη γη, τις χθόνιες θεότητές και το αρχέγονο
μυστήριο της ζωής και του θανάτου.
Οι Πελασγοί αρχικά έκαναν
θυσίες σε θεούς οι οποίοι δεν είχαν όνομα και οι οποίοι ονομάσθηκαν πολλά
χρόνια αργότερα όταν οι Πελασγοί συγκατοίκησαν με τους Έλληνες.
Μέσα από το πέρασμα του
χρόνου μέσα από αυτό το πάντρεμα θρησκευτικών ιδεών ξεπήδησε ο προβληματισμός
των ανθρώπων για τη μετά θάνατο ζωή όπως και το αιώνιο ταξίδι της ψυχής εντός
και εκτός του γήινου σώματος.