απο την μυθολογια του ALFRED KERENIYE
ζούσε κάποτε μια κοπέλα που την έλεγαν Ψυχή. Ήταν η μικρότερη και η πιο όμορφη από τρεις αδελφές, αλλά και η πιο άτυχη, γιατί το Μαντείο του Απόλλωνα στη Μίλητο όρισε να οδηγηθεί νυφοστολισμένη, σαν να ήταν να παντρευτεί στον Κάτω Κόσμο, στην πιο ψηλή κορφή ενός έρημου και μακρινού βουνού. Εκεί θα συναντούσε τον γαμπρό που της είχε τάξει το ριζικό της-ένα πελώριο φτερωτό φίδι που προξενούσε τον φόβο και τον τρόμο ακόμα και στον ίδιο τον Αία. Έτσι όλος ο λαός, μαζί με τους γονείς της, τη συνόδεψε με κλάματα και μοιρολόγια ως την κορυφή του βουνού, όπου την άφησαν και έφυγαν.
Το βουνό δεν είναι τυχαίο σύμβολο. Καθώς υψώνεται πάνω από τη γη τείνει περισσότερο προς τον ουρανό, δηλαδή προς τον πνευματικό κόσμο. Και ο πνευματικός κόσμος ταυτίζεται με το φως. Γι’ αυτό στην αρχαιότητα στα ιερά κορυφής λατρευόταν ο θεός Ήλιος, που μεταφορικά είναι αυτό το πνευματικό φως. Στις μεταγενέστερες εποχές, οι ναοί στα υψώματα αφιερώθηκαν στον προφήτη Ηλία. Παρατηρήστε την εγγύτητα των λέξεων ΗΛΙΟΣ – ΗΛΙΑΣ. Βλέπουμε επίσης ότι ο Μωυσής συναντά τον Θεό στην κορυφή ενός βουνού, δηλαδή στο όρος Σινά. Η Μεταμόρφωση του Ιησού όταν ο ίδιος και τα ενδύματα του έγιναν ολόλαμπρα και φωτεινά, έγινε στο όρος Θαβώρ, ενώ η πνευματική του παρακαταθήκη δόθηκε επίσης σε ένα βουνό και είναι γνωστή ως “Η Επί του Όρους Ομιλία”. Εδώ, λοιπόν, ο μύθος κάνει έναν υπαινιγμό για την άνοδο της Ψυχής σε μια πνευματική κορυφή. Τείνει από τα επίγεια στα ουράνια κι αυτό είναι μια μορφή “θανάτου” έτσι όπως θα το έκρινε ο κόσμος της ύλης που αντιπροσωπεύεται από το πλήθος που θρηνεί συνοδεύοντας την Ψυχή.
Όταν έμεινε μόνη η Ψυχή συνέβη κάτι παράξενο. Αντί να εμφανιστεί το θεριό που φοβόταν εμφανίστηκε ο Ζέφυρος. Την ανασήκωσε απαλά και ταξιδεύοντας πάνω από θάλασσες και από στεριές, την έφερε και την ακούμπησε απαλά μέσα σε έναν μαγεμένο κήπο. Σε αυτόν τον κήπο η Ψυχή σαστισμένη πήρε να σεργιανάει εδώ κι εκεί, όταν ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σε ένα ολόχρυσο παλάτι. Αστραφταν οι πύλες και οι τοίχοι του. Παρόλο τον φόβο που ένιωθε μπήκε μέσα κι άρχισε να το τριγυρίζει ώσπου άκουσε μια φωνή: “όλα όσα βλέπεις, κυρά μου, είναι δικά σου. Μη φοβάσαι! Κάθισε να ξαποστάσεις, και όταν θελήσεις να λουστείς και να νοιαστείς για την ομορφιά σου, φώναξε μας να σε βοηθήσουμε. Εμείς είμαστε οι υπηρέτες σου. Η κάθε σου επιθυμία είναι για μας προσταγή”.
Οι ώρες κυλούσαν κι άρχισε να νυχτώνει. Τότε οι αφανείς υπηρέτες την οδήγησαν στην κάμαρα της και της είπαν να περιμένει τον άντρα της. Κύλησαν κι άλλες ώρες και αργά τη νύχτα έφτασε ο άγνωστος άντρας της. Μέσα στο βαθύ σκοτάδι την έκανε δική του με μεγάλη προσοχή, στοργή και τρυφερότητα. Προτού όμως να χαράξει χάθηκε από κοντά της. Έτσι περνούσε πλέον ο καιρός: την ημέρα οι αόρατοι υπηρέτες φρόντιζαν να μην της λείψει τίποτα και τη νύχτα ερχόταν ο μυστηριώδης σύντροφος της και τη γέμιζε χάδια και φιλιά κάνοντας την ευτυχισμένη. Αλλά η Ψυχή άρχισε να αισθάνεται δυστυχισμένη ολομόναχη τη μέρα να ζει ανάμεσα σε αόρατα πνεύματα και τη νύχτα να πλαγιάζει στην αγκαλιά ενός άντρα, που ούτε για μια στιγμή δεν είχε αντικρίσει το πρόσωπο του. Στο τέλος με δάκρυα και παρακάλια κατάφερε η Ψυχή να πείσει τον άντρα της να επιτρέψει να την επισκεφθούν για λίγο οι αδελφές της. Εκείνος της έδωσε τελικά την άδεια αλλά με έναν όρο: “Μπορείς”, της είπε “να τους χαρίσεις ό,τι θελήσουν από τα πλούτη του παλατιού. Αλλά, μην πλανηθείς από τα λόγια τους και θελήσεις να με αντικρίσεις στο φως. Θα με χάσεις για πάντα και θα γίνεις δυστυχισμένη”. Η Ψυχή του υπόσχεται να σεβαστεί την επιθυμία του. Άλλωστε, και η ίδια τον έχει αγαπήσει στο μεταξύ και δεν θέλει να τον χάσει.
Η Ψυχή εδώ έχει φτάσει σε κατάσταση γονιμότητας και κυοφορίας. Στην ουσία κυοφορεί τον εαυτό ης. Ανάλογα με τις επιλογές που θα κάνει θα παραμείνει θνητή ή θα κατακτήσει την αθανασία. Στην πραγματικότητα, βέβαια, είναι αθάνατη από την ίδια τη φύση της. Αλλά αυτό η Ψυχή δεν το γνωρίζει. Της λείπει η ουσιαστική γνώση, η αυτογνωσία. Όμως για να φτάσει κανείς στην αυτοανακάλυψή του, πρέπει να συγκρουστεί με πολλά κομμάτια που βρίσκονται μέσα στον ίδιο τον εαυτό του. Έχουν κολλήσει πάνω του σαν κισσός και τον απομυζούν. Αυτά τα στοιχεία μέσα στον εαυτό αντιπροσωπεύονται από τις αδελφές της Ψυχής.
Ύστερα από λίγες μέρες οι αδελφές ανεβαίνουν στο βουνό για να κλάψουν την Ψυχή που τη νόμιζαν πια χαμένη για πάντα. Στους θρήνους τους ανταποκρίνεται η φωνή της ίδιας της Ψυχής που τις καλεί κοντά της. Σε λίγο ταξιδεμένες κι αυτές από τον Ζέφυρο βρίσκονται στο παλάτι. Η χαρά τους είναι ανείπωτη που βλέπουν τη Ψυχή ζωντανή. Βλέπουν όμως και το ολόχρυσο παλάτι, τον μαγεμένο κήπο του. Προσέχουν ότι αόρατοι υπηρέτες περιποιούνται με κάθε τρόπο την Ψυχή και σιγά σιγά αρχίζουν να ζηλεύουν την τύχη της αδελφής τους. Ο φθόνος τους μεγαλώνει καθώς η Ψυχή, εντελώς ανυποψίαστη για τα αισθήματα τους, τις σεργιανίζει μέσα στο παλάτι και τους δείχνει τους αναρίθμητους θησαυρούς του.
Όπως και το παλάτι, ο κήπος, οι υπηρέτες που έχουν τα αντίστοιχα τους στον εσωτερικό κόσμο της Ψυχής, το ίδιο συμβαίνει και με τις δύο αδελφές της. Ο μύθος μας πληροφορεί ότι είναι μεγαλύτερες σε ηλικία, συνεπώς πρόκειται για προγενέστερα και λιγότερο εξελιγμένα επίπεδα συνείδησης όπως φαίνεται από τη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα τους. Η Ψυχή που είναι η μικρότερη, αντιπροσωπεύει ένα μεταγενέστερο, πιο εξελιγμένο επίπεδο κατανόησης. Είναι η επίγνωση. Βρίσκεται όμως και αυτή στα πρώτα στάδια της γι’ αυτό και είναι ευεπίφορη σε επιρροές. Οι δυο αδελφές της είναι το εγώ της. Και τα υλικά κατασκευής αυτού του εγώ είναι ο φόβος και η άγνοια. Μέσα από την άγνοια και τον φόβο γεννιούνται όλα τα αρνητικά συναισθήματα, όπως ο φθόνος τον οποίο εκδηλώνουν έντονα οι δύο αδελφές. Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι μέσα στον ίδιο τον ψυχισμό της Ψυχής παρουσιάζονται συγκρούσεις. Αυτή είναι μια κατάσταση που όλοι τη βιώνουμε με κάποιον τρόπο. Υπάρχουν μέσα μας πολλές φωνές και πολλές αντιφάσεις. Κι εμείς είμαστε θύματα των αντιθέσεων μας. Αυτό ακριβώς θα συμβεί στην Ψυχή, όταν θα υποκύψει στις πιέσεις των πιο ανε-ξέλικτων κομματιών της.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η πυθαγόρεια αριθμολογία

ορφικά και πυθαγόρεια μυστήρια