Σχόλιο για την φιλοσοφική κατάθλιψη στον Νίτσε
Ο Νίτσε
υποστηρίζει στην «Γενεαλογία της Ηθικής»,ότι το παράδοξο καθήκον που
ανέθεσε η φύση στον άνθτωπο,είναι η ανατροφή ενός ζώου,το οποίο μπορεί να
υπόσχεται.Ο φιλόσοος θεωρεί ότι το γεγονός αυτό αποτελεί διαρκές πρόβλημα του
ανθρώπου.Η ανατροφή
ενός ζώου που μπορεί να υπόσχεται κλείνει μέσα της την έννοια της ευθύνης.
Το πρόβλημα
τούτο λύνεται με την παρουσία στην ανθρώπινη φύση μίας αντίρροπης δύναμης της
επιλησμοσύνης.
Η λήθη
είναι θετική ανασταλτική δύναμη,η οποία μας βοηθά να συνειδητοποιούμε όσο
γίνεται λιγότερο ό,τι βιώνουμε ή μαθαίνουμε,κάτι που θυμίζει την σωματική
λειτουργία της αφομοίωσης των τροφών.
Την
διαδικασία αυτήν ο Νίτσε στο ψυχικό και νοητικό επίπεδο την ονομάζει ψυχική
απορρόφηση.
Ο
άνθρωπος κλείνει κατά διαστήματα τα παράθυρα της συνείδησης,επιβάλλει σιωπή,για
να δημιουργήσει χώρο για ευγενέστερους στόχους,για ευγενέστερους σκοπούς.
Η επιλησμοσύνη αποτελεί τον θυρωρό της ψυχής,που διατηρεί την ψυχική
ισορροπία,την συνειδησιακή ηρεμία.
Δεν θα
μπορούσε να υπάρξει ούτε στιγμή ευτυχίας στον άνθρωπο δίχως την λήθη,ακριβώς
γιατί έχει προγραμματιστεί και διαπαιδαγωγηθεί από τις συμβατικές κοινωνίες
έτσι ώστε να τηρεί υποσχέσεις δεσμευτικές προς τον ανώτερο εαυτό του.
Με την
λήθη το άτομο ξεφευγει από τις συμβάσεις και ανακαλύπτει την μνήμη της θέλησης.
Η
μεγάλη υπόσχεση που δίνει στον εαυτό του είναι η πραγματοποίηση της βούλησής του, πράγμα που αποτελεί την
οριστική εκπλήρωση του εαυτού του.
Ανάμεσα
στην επιθυμία και την πράξη δεν πρέπει να μεσολαβούν κατά τον Νίτσε πράγματα
αλλότρια,υπαγορευμένα από την ανατροφή ή τους τρόπους της κοινωνίας.
(1)
β΄Πραγματεία,η «ενοχή»,η κακή «συνείδηση»,και τα όμοιά τους.
Όταν
το άτομο είναι σε θέση να γνωρίζει τι είναι σκοπός και τι είναι μέσο,αποκτά την
δυνατότητα να στοχάζεται αιτιοκρατικά και μπορεί να εγγυηθεί για τον εαυτό του
ως μέλλον,όπως αυτός που δίνει μία υπόσχεση.
Επομένως
υπάρχουν για τον φιλόσοφο δύο είδη υπόσχεσης: η ενδοκοινωνική που ακολουθεί την
τρέχουσα ηθική,και η υπόσχεση ως έκφραση της ελευθερίας της βουλήσεως,η οποία
είναι υπερηθική.
Η
ανθρώπινη κοινωνία δημιουργεί ομοειδή όντα,τα οποία λειτουργούν μέσα σε μία
συγκεκριμένη κανονικότητα και είναι κατ’αυτόν τον τρόπο υπολογίσιμα.
Η
ηθικότητα των ηθών είναι σύμβαση ,αλλά και μέσο για κοινωνική απελευθέρωση.Η
σκληρότητα,η μικρόνοια,η τυραννία έχει την βάση της στην ηθικότητα των ηθών,η
οποία στηρίζεται στον κοινωνικό καταναγκασμό.
Το
κυρίαρχο άτομο απελευθερώνει τον εαυτό του από την ηθικότητα αυτή γιγνόμενος
γνώστης της λειτουργίας της.Το κυρίαρχο άτομο μοιάζει μόνον με τον εαυτό του
διαθέτει την δική του ανεξάρτητη και μακρά θέληση,μπορεί επομένως να υπόσχεται
εν πλήρει συνειδήσει,και μέσα στο πλαίσιο της αυτογνωσίας.
Αυτός
ο χειραφετημένος άνθρωπος,είναι ο υπέρτατοςάρχοντας,μπορεί δε αληθινά να
υπόσχεται,σε αντίθεση με τους υπόλοιπους που ζουν εντός της κοινωνικής συνοχής
,οι οποίοι δεν μπορούν να υποσχεθούν και να εγγυηθούν ουσιαστικά για τον εαυτό
τους.
Ο χειραφετημένος άνθρωπος κυριαρχεί πάνω στις περιστάσεις,πάνω στην
φύση και πάνω στα πλάσματα,τα οποία διαθέτουν μικρότερη από την δική του
θέληση.Ο λόγος του ανθρώπου αυτού τηρείται ακόμα και «παρά την θέληση της
μοίρας».
Η
υπόσχεση προς εαυτόν είναι εκείνη που ο ανώτερος άνθρωπος ονομάζει συνείδηση.Η
μεγάλη δικαίωση του ανθρώπινου γένους είναι η έξοδός του από τον κοινωνικό
καταναγκασμό.
Ο
ελεύθερος άνθρωπος είναι υποταγμένος στην βούλησή του,ο μη ελεύθερος υπόσχεται
με βάση τους κοινωνικούς κανόνες.
Η
υπόσχεση υποστηρίζει ο Νίτσε,είναι η βουλητική συνειδησιακή μνήμη.
Το
κοινωνικό σύστημα εδράζεται στην μνήμη του πόνου. «Χαράζουμε κάτι με πυρωμένο
σίδερο για να μείνει στην μνήμη….μόνον ότι δεν παύει να προκαλεί πόνο μένει
στην μνήμη…»
Όταν
συναντούμε στον κόσμο μυστικότητα, επισημότητα,σοβαρότητα,επενεργεί η παραπάνω
μνημοτεχνική και πραγματώνει στην κυριολεξία την υπόσχεση της νάρκωσης του
διανοητικού και νευρικού συστήματος του ανθρώπου ώστε να του δημιουργηθούν
εμμονές,ιδέες που στηρίζουν το κοινωνικό γίγνεσθαι και την ιστορική
παρακμή,ιδέες,που μέσα από την βία ξεπερνούν τον ανταγωνισμό των άλλων ιδεών
και γίνονται αλησμόνητες.
Χρειάζεται
προσπάθεια για να διαπαιδαγωγηθεί πάνω στην γή ένας λαός στοχαστών.Η ΣΚΛΡΟΤΗΤΑ
ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΝΟΜΟΥ,δίνει το μέτρο του κόπου που κατέβαλλε να υπερνικήσει την
λησμοσύνη,όχι για να απελευθερώσει τα άτομα αλλά για να διατηρήσει στην μνήμη
τους μερικές βασικές αρχές της κοινωνικής συμβίωσης.
Οι
Γενεαλόγοι της ηθικής δημιούργησαν τους μηχανισμούς τηςενοχής διαστρέφοντας την
ελεύθερη συνείδηση σε τραυματική «κακή» συνείδηση.
Η
ανελευθερία της βούλησης στηρίχτηκε στην φαινομενική αντίληψη της δικαιοσύνης.
Ο παραβάτης της συμβατικής ηθικής κρίνεται ένοχος επειδή θα μπορούσε να είχε
ενεργήσει και διαφορετικά.
Σε
τούτη την σφαίρα του ενοχικού δικαίου οφείλει την πηγή της η ύπαρξη των
τετριμμένων ηθικών ιδεών και υποσχέσεων,όπως η ενοχή και η συνείδηση του
καθήκοντος.
O
Nίτσε
ονομάζει νοσηρή εκλέπτυνση την φροντίδα του ανθρώπινου πολιτισμού ,να
ηθικοποιήσει το ζώο-άνθρωπο,έτσι ώστε αυτός να ντρέπεται για την πραγματική του
ύπαρξη.
Το πιο
αποφασιστικό μέτρο της ανθρώπινης εξουσίας κατά των λεγόμενων αντιδραστικών
συναισθημάτων-υποσχέσεων,είναι η εγκαθίδρυση του νόμου και η κατηγορηματική
διασάφηση του τι επιτρέπεται και του τι είναι δίκαιο,οι δε αυθαίρετες πράξεις
αντιμετωπίστηκαν στην ανθρώπινη ιστορική πορείαόχι ως πράξεις ελευθερίας,αλλά
ως άρνηση υποταγής στην ανώτατη αρχή.
Η
απόλυτη και γενική όμως δικαιοκρατία στην οποία κάθε θέληση θεωρεί την θέληση
των υπολοίπων ίση με τον εαυτό της είναι πιστεύει ο Νίτσε καταστροφικός
παράγοντας του ανθρώπινου μέλλοντος.
Η
απόλυτη δικαιοκρατία είναι ένας περοιρισμός στην δυναμική της ζωής κατά την
οποία το άτομο χάνει την δύναμη της υπόσχεσης.
Όπως ο
Σπινόζα απέδειξε στην Ηθική του,στην θεωρία της «μη αντίστασης»,στο κακό
κρύβεται μία μεγάλη αλήθεια.
Η
πρωταρχική τάξη των σχέσεων που υπάρχουν ανάμεσα στιςανώτερες και κατώτερες
οντικές μορφές ,και στις δυνάμεις και ενέργειες όπου αυτές οιαρχές
πραγματώνονται μας οδηγεί στο εξής συμπέρασμα :αυτό που είναι κατώτερο είναι
πρωτογενώς προικισμένο με δύναμη…αυτό που είναι ανώτερο είναι αδύναμο.
Το ζώο
δεν διαθέτει βούληση η οποίαναεπιβιώνει των παρορμήσεών του και της μεταβολής
τους,η οποία να μπορεί κατά τον μετασχηματισμό των ψυχοφυσικών του καταστάσεων
να του εξασφαλίζει μία συνέχεια.
Θα
μπορούσε κανείς να πεί ότι ένα ζώο φτάνει πάντοτε αλλού από εκεί που ήθελε
πρωταρχικά.
Στο
σημείο αυτό ο Scheler προσεγγίζει
τον Nietzsche,όταν ο τελευταίος ισχυρίζεται
ότι ο άνθρωπος είναι τοζώο που μπορεί να υπόσχεται.