Πέρα , στην άκρη του κόσμου όπου δέσποζε η θεόρατη , διαμαντοσκάλιστη πύλη του χρόνου , δύο ανθρώπινες φιγούρες περίμεναν το άνοιγμα της . Η μία ήταν ένας γέροντας που στην πλάτη του κουβαλούσε μια καμπούρα και τα μακριά του γένια έφταναν ως τα γόνατα . Σκυθρωπός , με αμέτρητες ρυτίδες στο πρόσωπο και στα χέρια, κρατούσε ένα μπαστούνι που ίσα τον κράταγε όρθιο . Από την άλλη πλευρά ένα πεταρούδι . Ένας έφηβος που πάσχιζε να γίνει άντρας , χαρωπός και γεμάτος αισιοδοξία ανυπομονούσε αυτό το άνοιγμα για να αρχίσει δουλειά .
Στον λίγο χρόνο που απέμενε μέχρι να ανοίξει η πύλη , το παιδί μίλησε στον γέροντα .
- Γέροντα , γιατί είσαι σκυθρωπός ; Τι σε βασανίζει ; Η ζωή είναι ωραία και πρέπει να την χαιρόμαστε .
Ο γέροντας κοίταξε αλλού με σκοπό να αποφύγει την απάντηση , μα δεν είχε λόγο να το κάνει αυτό . Τον έβλεπε τόσο ζωντανό … τόσο ευδιάθετο . Πίστεψε ότι ήταν υποχρέωση του να τον προετοιμάσει γι αυτά που θα έρθουν μπροστά του . Του απάντησε με τρεμάμενη φωνή.
- Παιδί μου … Ήρθα εδώ με πολλά όνειρα … με ελπίδα και πίστη … και να , τίποτα δεν πήγε όπως το ήθελα . Περίμενα να δω χαρά και αισιοδοξία . Να δω ανθρώπους να γελάνε και να αγαπάνε . Δεν τα κατάφερα όμως … Ακόμα και τώρα που φεύγω … δεν έχω το κουράγιο να βοηθήσω και γίνονται τρομερά πράγματα . Ποιο πολύ λυπάμαι όμως εσένα που θα πάρεις την θέση μου . Έχεις τόσα όνειρα και ελπίδες …. Μου θυμίζεις τον εαυτό μου και … ας έχεις καλύτερη τύχη .
Για μια στιγμή το πεταρούδι σάστισε . Οι κουβέντες ήταν βαριές και πέρα από αυτό που περίμενε . Δεν πτοήθηκε όμως από τα λόγια του. Η πίστη του ήταν ακλόνητη
- Μην ανησυχείς για ‘μένα . Θα τα καταφέρω . Έχω ότι χρειάζεται για να τα καταφέρω .
- Έτσι έλεγα κι εγώ μα …
- Όχι , όχι , δεν είναι μόνο αυτό . Δεν πρόσεξες ; Είναι και κάτι άλλο . Ένας άνθρωπος έκανε μια τρελή ευχή . Να ζήσουν όλοι μια μέρα με την ψυχή τους . Μάντεψε … η ευχή του πραγματοποιήθηκε …
Ο γέροντας τρόμαξε και του έπεσε η μαγκούρα από τα χέρια . Γούρλωσε τα μάτια και κοίταξε το παιδί .
- Τι ; Συγχώραμε παιδί μου , είμαι γέρος και δεν βλέπω καλά , ποιος ήτανε ; κάποιος μεγάλος ; Κάποιος τρανός ;
Ο μικρός μέσα από γέλια του αποκρίθηκε .
- Όχι , ένας απλός άνθρωπος .
Ο γέροντας απογοητεύτηκε . Κούνησε το κεφάλι . Έσκυψε και έπιασε πάλι το μπαστούνι του
- Δεν θα βγει τίποτα παιδί μου .
- Θα βγει . Δεν θυμάσαι ; Το άγγιγμα ψυχής είναι μεταδοτικό . Πολλοί από αυτούς θα το θυμούνται για χρόνια ολόκληρα . Θα προσπαθήσουν να το ξανανιώσουν και έτσι θα μεταφερθεί από άνθρωπο σε άνθρωπο . Στο τέλος θα περάσει σε όλους και τότε ….
Ένα χαμόγελο ικανοποίησης φάνηκε στον νέο παιδί . Δεν πέρασε απαρατήρητο από τον γέροντα που ασπάστηκε την άποψη του . Ένα δάκρυ χαράς κύλισε στα ζαρωμένα μάγουλα του και το μπαστούνι στερεώθηκε καλύτερα . Η γυάλινη πύλη άρχισε το άνοιγμα της επιτρέποντας τους να αλλάξουν θέσεις .
- Σου εύχομαι τα καλύτερα παιδί μου … με όλη μου την καρδιά .
- Σ’ ευχαριστώ παππούλη , θα είναι τα καλύτερα , στο υπόσχομαι .
Και έτρεξε αμέσως να πιάσει δουλειά ….
Και έτρεξε αμέσως να πιάσει δουλειά ….